Ανοιχτά Καθημερινά 8:00–14:00, Σάββατο μέχρι 15:00

Βιογραφικά στοιχεία

Αρχική / Βιογραφικά στοιχεία
Ο Δροσίνης γράφει

«Είχα την ιδέα, πως τ’ όνομά μας είχε ιταλική  την αρχή και πώς η  οικογένειά μας ίσως προέρχεται  από κάποια βενετσιάνικη  ή γενοβέζικη γενιά, που είχε ριζοβολήση στη  Ρούμελη,  φερμένη  ποιος ξέρει πότε και πώς. Αλλά  την ιδέα μου αυτή μου της έδειξε σφαλερή ο σοφός φίλος μου αρχαιολόγος Κωνσταντόπουλος, μ’ ένα μικρό του δημοσίευμα στο Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος του 1926:

Ο  Κων. Μ. Κωνσταντόπουλος γράφει:

ΕΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΝ ΕΠΩΝΥΜΟΝ

Εν τη  Sigillographie de l’ Empire Byzantin (σελ. 653) εδημοσιεύθη υπό G. Schlumberger μολυβδίνη βυζαντιακή  σφραγίς (διαμέτρου 0,017) έχουσα επί μεν της εμπροσθίας όψεως προτομήν κατενώπιον του  αγίου Νικολάου, επί  δε της οπισθίας την  εξής επιγραφή:

                        † ΚΕ ΒΘ                            † Κ(ύρι)ε  β(οή)θ(ει)

                        ΝΙΚΟΛΑΩ                          Νικολάω       

                        ΒΕCΤΑΡΧ                          Βεστάρχ(η)    

                        ΤΩΔΡΟ                               τω Δρο- 

                        CΙΝΙ                                     σίνι     

Ο Schlumberger χρονολογικώς θέτει την  σφραγίδα εις 11ην  ή 12ην  εκατονταετηρίδα, φαίνεται όμως πιθανώτερον, ότι αύτη ανήκει εις την 12ην. Το  επώνυμο του Βεστάρχου Νικολάου, συμπληρεί ο  Schlumberger: Δροσινί (ω), αλλ’ εκ της εικόνος της σφραγίδος, ην  δημοσιεύει ούτος, δεν φαίνεται πιθανή η   τοιαύτη συμπλήρωσις,  διότι εν τέλει του τελευταίου στίχου δεν   υπάρχει χώρος δι’ άλλο γράμμα, επομένως ΔΡΟCΙΝΙ, ως έχει εν τη σφραγίδι το επώνυμον, είναι ασφαλής. ετέθη δηλαδή εν τέλει  της λέξεως Ι αντί Η, είτε εξ’ αβλεψίας του  χαράκτου του βουλλωτηρίου, είτε δι’ έλλειψιν  χώρου. Το τοιούτον συμβαίνει  συχνότατα εις τας βυζαντινάς εκ μολύβδου  σφραγίδας. Άλλως  τε και αν δεχθώμεν,  ότι ο αρχικός τύπος του επωνύμου ήτο Δροσίνιος, τούτο δεν  αποκλείει και  και τον  δημώση  τύπον Δροσίνης ήδη κατά την 12ην  εκατονταετηρίδα, ως  συμβαίνει  και εις άλλα επώνυμα επί σφραγίδων, εν αις ανευρίσκομεν κατά την αυτήν περίπου εποχήν τον  τύπον Βρυέννης παρά το  Βρυέννιος, Αρταβάννης, Ασάνης παρά το Ασάνιος  κτλ.

Εκ της ανωτέρω σφραγίδος εξάγεται, ότι το και νυν   σωζόμενον εν  Ελλάδι επώνυμον  Δροσίνης, είναι   βυζαντιακής προελεύσεως, ως  και τα παραπλήσια Δρόσος και Δροσινός, άτινα  ωσαύτως  ανευρίσκομεν, πλην άλλων πηγών, και εις  βυζαντιακάς εκ  μολύβδου σφραγίδος της 12ης και 13ης  εκατονταετηρίδος.

Κατά τον Κωνσταντόπουλο λοιπόν  το όνομά μας είναι βυζαντινό, πότε και πώς βρέθηκε  στην Αιτωλία ο πρώτος Δροσίνης δεν  ξέρουμε».

ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΚΗ   ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ   ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΧΑΛΑ.

ΠΑΛΑΙΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΗΘΗΣ   ΤΡΟΠΟΣ   ΕΚΦΡΑΣΕΩΣ ΒΑΘΕΙΑΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΦΙΛΕΣ ΠΡΟΣΩΠΟ.

«Γεννήθηκα στις 9 Δεκεμβρίου του 1859 με το παλαιό ημερολόγιο στην Αθήνα και στην καρδιά της Πλάκας. Το σπίτι που γεννήθηκα είναι ακόμη αν και έχει μεταμορφωμένη εντελώς την πρόσοψη.

Στα 1865 μετοικήσαμε στο νιόχτιστο σπίτι του πατέρα μου, εκεί που είναι σήμερα η Ιονική Τράπεζα, οδός Πεσμαζόγλου, αντίκρυ στο Αρσάκειο. Στο σπίτι αυτό πέρασα όλα τα νεανικά μου χρόνια και κατόπιν κατοίκησα πάλι εκεί ως τα 1911, που το γκρέμισαν για να χτίσουν την Ιονική Τράπεζα. Έκτοτε κατοικώ στην οδό Πατησίων αντίκρυ στο Πολυτεχνείο και από το 1928 μένω περισσότερο από το μισό χρόνο στην Κηφισιά.

Πρώτα μέρη της Ελλάδος έξω από την Αθήνα έχω γνωρίσει στα χρόνια που είχα μια κάποια παιδιάστικη αντίληψη, τις Σπέτσες και την Ύδρα, περισσότερο όμως τη Β. Εύβοια που είχαμε ένα μεγάλο κτήμα, τις Γούβες και άρχισα να πηγαίνω κάθε χρόνο τους καλοκαιρινούς μήνες με τον πατέρα μου για να συνάξουμε τα γεννήματα της χρονιάς.

Οι Γούβες είχαν έναν παλιό τούρκικο πύργο που κατοικούσαμε τριγυρισμένον από καμμιά τριανταριά σπιτάκια των  χωρικών που αποτελούσαν γραφικότατο χωριό  ανάμεσα σε μια κοιλάδα καλλιεργημένη και δασωμένη στις πλαγιές ως τη θάλασσα.

Το μικρό αυτό χωριό  μου έδωσε υλικό για πολλά πεζά έμμετρα έργα μου. Πρώτα έγραψα τις Αγροτικαί Επιστολαί ύστερα την Αμαρυλλίδα και το περισσότερο ηθογραφικό Το Βοτάνι της Αγάπης. Κοντά σ’ αυτά και μικρότερα διηγήματα και τον τόμο των ποιημάτων μου με την επιγραφή Θα βραδιάζη.

Από θερινή διαμονή στο Πήλιον τα κατοπινά χρόνια, αφού οι χωρικοί μας αγόρασαν τις Γούβες, γράφηκε ο τόμος των ποιημάτων Γαλήνη και από άλλη διαμονή στη Σκύρο μια σειρά θαλασσινών ποιημάτων τα Κοχύλια στον τόμο μου τον τελευταίο, Φευγάτα Χελιδόνια. Και η Έρση έχει πολλές περιγραφές και σκηνές από την ακροθαλασσιά του Πηλίου, το Χορευτό.

Τα πρώτα γράμματα που έμαθα παιδάκι 5 χρόνων ήταν το γαλλικό αλφάβητο στο σχολείο καλογραιών της Πλάκας, που μ’ έστειλαν για λίγους μήνες.

Ύστερα έμαθα το ελληνικό αλφάβητο στα γόνατα της μητέρας μου και τελειοποιήθηκα μόνος μου διαβάζοντας τα παραρτήματα των εφημερίδων στην Κρητική Επανάσταση του 1866.

Πρώτο σχολείο που πήγα τακτικά ήταν το Λύκειον Σουρμελή. Εκεί τελείωσα και το Ελληνικό Σχολείο και κατόπιν το Γυμνάσιο στο Βαρβάκειο Λύκειον. Ήμουν μαθητής καλός σ’ όλα τα μαθήματα και δεν τιμωρήθηκα ποτέ. Ιδιαίτερα κλίση όμως είχα στα μαθηματικά, στη Φυσική και στη Χη- μεία και μ΄ άρεσε να συλλέγω έντομα, φυτά, ορυκτά και κοχύλια. Γι’ αυτό και έγραψα στη σειρά των Ωφελίμων βιβλίων του Συλλόγου το βιβλιαράκι Συλλογές Φυσικής Ιστορίας.

Αφού τελείωσα το Γυμνάσιο γράφτηκα φοιτητής της Νομικής, στο Πανεπιστήμιο και επειδή δεν με τραβούσε η επιστήμη αυτή μεταγράφηκα στη Φιλοσοφική Σχολή εδώ και κατόπιν στη Λειψία, που πήγα στα 1885. Η επιστράτευση του έτους εκείνου μ’ έφερε πίσω στην Ελλάδα ύστερα από πέντε μήνες και μου έκοψε οριστικά τη σειρά και την όρεξη των πανεπιστημιακών σπουδών. Όταν ξαναπήγα το χειμώνα του 1886 στη Λειψία δόθηκα σε μία γενική μόρφωση λογοτεχνική και καλλιτεχνική, γιατί λογάριαζα γυρίζοντας ν’ αναλάβω τη διεύθυνση του περιοδικού Εστία. Για το λόγο αυτό, εκτός της Λειψίας, γνώρισα τη Βενετία στον πηγαιμό μου και τις κυριώτερες γερμανικές πόλεις, Βερολίνο, Μόναχο, Δρέσδη, Βαϊμάρι, Αμβούργο και γύρισα πολλές γερμανικές εξοχές.

Τον 8βριο του 1888 γύρισα στην Αθήνα και έγινα μαζί με τον Ν.  Πολίτη και μετά 2 χρόνια μόνος μου, ιδιοκτήτης και διευθυντής της Εστίας έως τα 1895, που μετέβαλα το περιοδικό σε καθημερινή εφημερίδα και το διηύθυνα έως τα 1898.

Μετά τον ατυχή πόλεμο του 1897 αφιερώθηκα στη μόρφωση της νέας γενιάς εκείνης που νικούσε στους βαλκανικούς πολέμους του 1913, με την έκδοση του περιοδικού Εθνική Αγωγή  έως τα 1903.

Για τον ίδιο σκοπό έγινα πιστός συνεργάτης του Βικέλα στο Σύλλογο Ωφελίμων από την ίδρυσή του 1899 και μένω ακόμη διευθύνων το γραφείο και τας εκδόσεις του.

Το θέρος του 1908 ο τότε Υπουργός της Παιδείας μ’ εκάλεσε εις το Υπουργείο ως Τμηματάρχη της Δημοτικής Εκπαιδεύσεως και το 1909 επί Υπουργίας Παναγιωτοπούλου ιδρύθη κατ’ εισήγησίν μου το τμήμα Γραμ- μάτων και Καλών Τεχνών, το οποίο και διήυθυνα έως το 1920. Απομακρυσμένος δύο χρόνια με την τότε ανώμαλη πολιτική κατάσταση ξαναγύρισα δια λίγο στη θέση μου και ανέλαβα κατόπιν την οργάνωση και διεύθυνση του Εθνικού Μουσείου των Κοσμητικών Τεχνών έως το 1926. Ανεχώρησα έκτοτε οριστικώς από τη δημόσια υπηρεσία και περιορίσθην στο Σύλλογο Ωφελίμων Βιβλίων. Όταν ιδρύθηκε η Ακαδημία το 1925 διωρίσθην μέλος της μαζί με τον Παλαμά στην τάξη των Γραμμάτων και των Καλών Τεχνών.

Έργα μου λογοτεχνικά είναι εκδοθέντα κατά σειράν από τα 1880 έως τα 1936: Έμμετρα: Ιστοί Αράχνης,  Σταλακτίται, Ειδύλλια, Γαλήνη, Φωτερά Σκοτάδια, Κλειστά Βλέφαρα, Θα βραδιάζη, Είπε, Το Μοιρολόϊ της Όμορφης, Φευγάτα Χελιδόνια.

Πεζά: Αγροτικαί Επιστολαί, Διηγήματα και Αναμνήσεις, Αμαρυλλίς, Το Βοτάνι της Αγάπης, Διηγήματα των Αγρών και της Πόλεως. Η Πεντάμορφη, Έρση, Ο Μπαρμπαδήμος, Παραμύθια.

Εκτός μιας κωμωδίας από το γαλλικό Ο Παράδοξος Γάμος, που μετέφρασα και τύπωσα στα 1878, πρωτάρχισα να δημοσιεύω στίχους από το 1879, σε δύο σατυρικές εφημερίδες τον Ραμπαγά και το Μη Χάνεσαι και από το 1881 στο περιοδικό Εστία του οποίου έγινα σιγά σιγά τακτικός συντάκτης και δημοσίευσα σ’ αυτό πολλά ποιήματα και τα πρώτα μου διηγήματα.

Γ. Δροσίνης

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΔΡΟΣΙΝΗ

Μεσολογγίτης στην καταγωγή γεννήθηκε στην Αθήνα στις 9 Δεκεμβρίου του 1859.

Ποιητής, Πεζογράφος, Δημοσιογράφος. Αγαπούσε τα παιδιά και τη φύση, την πατρίδα, την οικογένεια, την θρησκεία. Φροντίδα του  η μόρφωση του λαού και η Αναγέννηση του Έθνους.

Πέθανε στην Κηφισιά στις 3 Ιανουαρίου του 1951.

Η ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ

Το επώνυμο Δροσίνης, κατά τον αρχαιολόγο Κωνσταντόπουλο είναι   βυζαντινής προέλευσης.

Δροσίνης Γεώργιος ή Καραγιώργης.  Γενναίος πολεμιστής. Το 1925 έγινε αντιστράτηγος. Έπεσε μαχόμενος κατά την Έξοδο της Φρουράς στις 12 Απριλίου 1826. Το όνομά του είναι καταχωρημένο στον τιμητικό κατάλογο των 143 ονομάτων της Επαναστάσεως με τον α/α 53. Κατατάχθηκε στην ΤΕΤΑΡΤΗΝ ΤΑΞΙΝ στο ΜΗΤΡΩΟΝ ΤΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ  με τον α/α 383. (Ο εγγονός του είναι ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης. Αφιέρωσε στη μνήμη του το ποίημα «Ο ΠΡΟΓΟΝΟΣ»).

Β.5α/163, 19/69, 27/65, 28/3/103, 28η /114.

Δροσίνης Γιαννάκης.  Αδελφός  του  Γεωργίου,  διακρίθηκε στις πολιορκίες της πόλεως. Στην τελευταία διετέλεσε «Γενικός Επιστάτης» των Στρατοπέδων της Δυτικής Ελλάδος. Το όνομά του είναι καταχωρημένο στον τιμητικό κατάλογο των 143 ονομάτων της Επαναστάσεως με  α/α 54. Κατατάχθηκε στην ΤΡΙΤΗΝ ΤΑΞΙΝ στο ΜΗΤΡΩΟΝ ΤΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ  με τον α/α 244. Κατά την  πρώτη οχύρωση της πόλεως (Ιούνιος 8 Αυγ.1821) έλαβε στις 12 Ιουλίου, 48 γρόσια για έξοδα εις Βραχώρι δι’ αλεύρι που έδωσε  του ασκεριού. Έπεσε μαχόμενος κατά την Έξοδο της Φρουράς.

Β΄5α/163, 14/77, 19/69, 22γ/65, 27/66, 288/103, 28ψ/109, 28/114.

Δροσίνης Νικολάκης. Κατά την  πρώτη οχύρωση της πόλεως (Ιούνιος 8 Αυγ.1821) έλαβε στις 25 Ιουλίου, 15 γρόσια «δια άμμον και ξυλικών» ενώ συνεισέφερε για τον ίδιο σκοπό 300 γρόσια.

Β΄ 22γ/65, 287/110 και 111.

Δροσίνης Κωνσταντής ή Καρακώστας. Αδελφός  των προηγουμένων. Το 1825 ονομάστηκε χιλίαρχος. Στην επική «Μάχη της Κλείσοβας» (25 Μαρ. 1826) ανδραγάθησε. Διασώθηκε  κατά την Έξοδο της Φρουράς, αλλά λίγους μήνες αργότερα τραυματίστηκε στη μάχη του Φαλήρου με τον Καραϊσκάκη και πέθανε στο νοσοκομείο της Σαλαμίνας. Στον τιμητικό κατάλογο των 143 ονομάτων της Επαναστάσεως, καταχωρήθηκε  με τον α/α 52. Κατατάχθηκε στην ΤΡΙΤΗΝ ΤΑΞΙΝ στο Μητρώον των ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΑΓΩΝΟΣ με τον α/α 245.

Β. 11/22, 19/70, 22/39, 27/66, 28β/103.

Δροσίνης Χρήστος. Γιός του Γεωργίου ή Καραγιώργη. Διασώθηκε κατά την Έξοδο γιατί βρισκόταν μωρό στον Κάλαμο  (αγγλοκρατούμενη περιοχή) πατέρας του Γεωργίου Δροσίνη. Υπέβαλε σχετική αίτηση στην Επιτροπή Εκδουλεύσεων.

Ο πατέρας του Γεωργίου Δροσίνη Χρήστος, ήταν ανώτατος  υπάλληλος του  Υπουργείου  Οικονομικών.

Ο Δροσίνης θεωρούσε τον πατέρα τους ως μεγάλο αφέντη,  αφού ήταν εγγονός του  Γενάρχη τους, του Καπετάν Αναστάση Δροσίνη του Πρωτοκλέφτη των Αγράφων . Τον αγαπούσε σαν το θεό της αγάπης.

Η μητέρα του ήταν η Αμαλία Πετροκόκκινου, Η οικογένεια της κατέβηκε στην Ελλάδα μαζί με τον  Δημήτριο Υψηλάντη και προσέφερε πολλά στον αγώνα για την ανεξαρτησία του Έθνους;.

Ο Γεώργιος Δροσίνης παντρεύτηκε την Μαίρη Κασσαβέτη. Απέκτησε τρία παιδιά: τον Κωνσταντίνο (05.05.1892 – 28.01.1956), την Αγγελική (Μπεμπούλα, 23.11.1898 – 08.05.1982) και την Λίλυ (Αμαλία 23.07.1903-07.11.1982).

· Αναλυτικό βιογραφικό  στο βιβλίο  του Συλλόγου «ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ Γ.  ΔΡΟΣΙΝΗ» Σειρά αυτοτελών εκδόσεων  με τίτλο:

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ αρ. 1 (Γιάννη Καιρόφυλα).

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΔΡΟΣΩΝ

O Δροσίνης γράφει:

«Ο πατέρας μας όταν ήταν  παιδί  θυμόταν  ότι ο θείος του, Δημήτριος Δρόσος, γνώριζε πολλά για την καταγωγή της οικογένειας, τα οποία κανένα άλλο μέλος δεν  γνώριζε. Συμπεραίνεται, ότι η οικογένεια, αφού εγκατέλειψε την Κωνσταντινούπολη,  μετά την άλωση, κατέφυγε στην Πελοπόννησο και μετά την επανάσταση του Ορλώφ στα Κύθηρα και από εκεί στην Άνδρο. Ο Δημήτριος Δρόσος, πατέρας του Δρόσου Δρόσου, παντρεύτηκε κι εγκαταστάθηκε στην Τήνο, κατά το έτος 1940-50, τότε  που χτίσθηκε και η τωρινή πρωτεύουσα του νησιού».

Το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας Δρόσου παρουσιάζεται σε διάγραμμα, που απεικονίζει την γενεαλογία της οικογένειας του ποιητή  Γεώργιου Δροσίνη στο Μουσείο Δροσίνη.

Ο Γενάρχης Δρόσος Δρόσος, συμβολαιογράφος και η σύζυγός του Αλμπέρτη, από το χωριό Αρνάδου, απέκτησαν έξι παιδιά: τον Δρόσο Δημήτριο, Δημογέροντα- Προεστό, τον Δρόσο Γεώργιο, Γλύπτη- Δάσκαλο στο «Σχολείο των Τεχνών», τον Δρόσο Νικόλαο Προεστό και Γενικό Γραμματέα  επαρχίας Τήνου, σύζυγος του οποίου ήταν η Μαρία Λευκαρίου,  την Δρόσου Ελένη, την Δρόσου Ειρήνη και την Δρόσου Μακαρία.

ΔΡΟΣΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ

Το  τρίτο παιδί του Γενάρχη Δρόσου Δρόσου, ο Δρόσος Νικόλαος, γεννήθηκε περί τα μέσα του 18ου  αιώνα, στην Τήνο. Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά την επανάσταση του 1780 και διετέλεσε Γενικός Γραμματέας της επαρχίας της Τήνου και Προεστός. Με τη σύζυγό του Μαρία Λευκαρίου απέκτησαν 9 παιδιά.

Πρώτη ήταν η  Δρόσου Φρατζεσκούλη, που γεννήθηκε το 1794 και παντρεύτηκε τον Καγκάδη Ιωάννη. Δεύτερη ήταν η  Δρόσου Μαρία, που γεννήθηκε το 1796 και διετέλεσε Ηγουμένη σε Μονή της Τήνου. Τρίτος ήταν ο  Δρόσος Δρόσος, δικαστικός, που γεννήθηκε το 1798 στην Τήνο και απεβίωσε  το 1870 στην Αθήνα. Νυμφεύτηκε την Ελένη Λαυριώτου και απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Τέταρτη ήταν η  Δρόσου  Ελένη, που γεννήθηκε το 1800. Πέμπτος ο Δρόσος Βαπτιστής ή Μπαντίκος (1802-1883). Έκτος ο Δρόσος Δημήτριος (1806-1877). Έβδομη η Δρόσου Ευδοκία (1807), όγδοος ο Δρόσος Ιωάννης ή Γιαννακός (1809) και ένατη η Δρόσου Αικατερίνη (1811-1839), η οποία παντρεύτηκε τον Πετροκόκκινο Κωνσταντίνο στην Κύθνο και απέκτησε πέντε παιδιά.»

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΔΡΟΣΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΔΡΟΣΟΥ

(1798-1870)

Σπουδαίο  μέλος του γενεαλογικού δέντρου του ποιητή Γεωργίου Δροσίνη από την  πλευρά της μητέρας του είναι ο Δρόσος Ν. Δρόσος, τρίτο παιδί του  Δρόσου Νικολάου, που γεννήθηκε στην Τήνο το 1798. Νυμφεύτηκε την Ελένη Λαυριώτου και απέκτησαν 4 παιδιά: τον  Δρόσο Φωκίωνα, την  Δρόσου Μαριγώ (σύζυγο του Ιωάννη Ιγγλέση), την Δρόσου Χαρίκλεια (σύζυγο του Λαμπρίτη) και την Δρόσου Ευανθία.

Πολύ νέος πήγε στην Βλαχία, όπου μυήθηκε στην  Φιλική Εταιρεία και κατατάχθηκε εικοσιπένταρχος στον Ιερό Λόχο. Συμμετείχε  ενεργά στον αγώνα του 1821, ιδιαίτερα στο Δραγατσάνι, όπου τελέστηκε η πρώτη μεγαλειώδης θυσία στο βωμό της ελευθερίας. Η  Τήνος πρωταγωνίστησε με τον εικοσιπεντάχρονο τότε Δρόσο Δρόσο, όπου μαχόμενος με  γενναιότητα, κάτω  από  τις  διαταγές  του Υψηλάντη, ως αξιωματικός του Ιερού Λόχου, είχε  σχεδόν όλους τους συμπολεμιστές του ιερολοχίτες να πέφτουν στο πεδίο της μάχης. Ο ίδιος κατόρθωσε, με την  βοήθεια του καπετάν  Γεωργάκη του Ολυμπίου να σώσει τη  σημαία του Ιερού Λόχου και ως εκ θαύματος σώθηκε και ο ίδιος και κατέφυγε στην Τρανσυλβανία. Από εκεί κατέβηκε πάλι στην Ελλάδα μέσω Τεργέστης, ιδιαίτερα στην Κόρινθο και τον Φεβρουάριο του 1822 επιφορτίστηκε από τον Κωλέτη να περιέλθει  στις Κυκλάδες προς στρατολογία. Η Τήνος ήταν τότε κέντρο στρατιωτικών ενεργειών, από όπου έγιναν δύο σπουδαίες  εκστρατείες, η μία κατά της Καρύστου, όπου έλαβε μέρος μαζί με τα αδέλφια του  Δημήτριο και Βαπτιστή (Μπαντίκο) και η δεύτερη κατά του Ολύμπου. Και οι δύο εκστρατείες οργανώθηκαν στο σπίτι του μόλις προ ολίγου αποθανόντος πατρός του, Προεστού Δρόσου Νικολάου.

Το 1822 διετέλεσε γραμματέας της επαρχίας Τήνου και  δημογέροντας. Το  1823 εκλέχτηκε ομοφώνως Παραστάτης της επαρχίας Τήνου και το 1827 Αντιπρόσωπος της νήσου, μαζί με τον Αντώνιο Π. Πόμερ. Το 1828 εκλέχτηκε μέλος της  επαρχιακής Δημογεροντίας, επιφορτιστής με την ενάσκηση αστυνομικών καθηκόντων σε όλο το νησί. Κατά την καταστροφή των Ψαρών εμψύχωσε του συμπατριώτες του και απέτρεψε παρόμοια καταστροφή της Τήνου. Το 1829 εστάλη αντιπρόσωπος στη Δ΄ Εθνική Συνέλευση στο Άργος και το 1830 ανέλαβε πρόεδρος δικαστηρίου της Ανατολικής Ελλάδας. Το Μάιο του 1833 διορίστηκε Έπαρχος Ερμιονίδος (Σπετσών), τον Ιανουάριο του 1835 Εφέτης στην Τρίπολη και στη συνέχεια μετατέθηκε στην Αθήνα, όπου τον Ιανουάριο του 1842 έγινε Δημοτικός Σύμβουλος Αθηνών. Το 1843 εκλέχτηκε πρώτος πληρεξούσιος της Επαρχίας Τήνου  για την  της Γ΄ Σεπτεμβρίου  Εθνική  Συνέλευση και γραμματέας αυτής, το 1844. Ως πρώτος πληρεξούσιος της επαρχίας Τήνου συμμετείχε στην Συνέλευση του Συνταγματικού Πολιτεύματος της χώρας και εξελέγη γραμματέας.

Χρημάτισε ανώτατος λειτουργός του Υπουργείου Οικονομικών, πολλές φορές Βουλευτής Τήνου και κατ’ επανάληψη  Υπουργός. Το 1862 εξελέγη πληρεξούσιος Τήνου στην Εθνοσυνέλευση.

Αποχώρησε από το πολιτικό στάδιο υπέρ του αδελφού του  Δημητρίου και διορίστηκε τον  Απρίλιο του 1844 Αρεοπαγίτης. Έγραψε την «Ιστορία της Νήσου Τήνου» και απεβίωσε στην Αθήνα, το Φεβρουάριο του 1870.

Ο  Γεώργιος  Δροσίνης  έγραψε ένα  διήγημα με τίτλο «Η Σημαία», το οποίο έγραψε με αφορμή τη γενναιότητα που επέδειξε ο θείος του στη μάχη του Δραγατσανίου. Ο Δροσίνης στο διήγημά του αλλάζει το τέλος για να τονίσει την προσφορά των αγωνιστών στην πατρίδα και ο πρωταγωνιστής του διηγήματος πεθαίνει αγκαλιά με την  σημαία. Το κείμενο γράφτηκε για πρώτη φορά στην καθαρεύουσα και δημοσιεύθηκε το 1885. Ακολούθησαν πολλές αναδημοσιεύσεις, ενώ στην πραγματικότητα ο θείος του  βαριά τραυματισμένος διασώζεται με την σημαία αγκαλιά.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΔΡΟΣΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΑΠΤΙΣΤΗ

ή ΜΠΑΝΤΙΚΟΥ  (1802-1883)

Γεννηθείς το 1802, ήταν το πέμπτο παιδί του Δρόσου Νικολάου και της Λευκαρίου Μαρίας. Υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρίας, Γενικός Γραμματέας Άνδρου και Πληρεξούσιος στην  της Γ΄ Σεπτεμβρίου  Εθνική  Συνέλευση του 1844. Ήταν επίσης αστυνόμος της επαρχίας Σύρου και κτηματίας στην Εύβοια. Το 1821 αγόρασε μαζί με τον  Αλέξανδρο Δεσύλα το χωριό  Γούβες από τον Μωχάμετ Ιμπραήμ.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΔΡΟΣΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

(1806-1877)

Γεννήθηκε στην Τήνο το 1806 και ήταν το έκτο παιδί του Δρόσου Νικολάου. Νυμφεύτηκε  δύο φορές: πρώτα την Ραζή Σμαράγδα,  με την οποία απέκτησε τον Δρόσο Νικόλαο (1838-1921), σύζυγος του οποίου ήταν η Μαρία (1858-1951) και σε δεύτερο  γάμο  την Κλεοπάτρα Σούτσου, με την οποία απέκτησε τον Δρόσο Αλέξανδρο και τον Δρόσο Ιωάννη. Ο τελευταίος παντρεύτηκε την Δουλίδου Κατίγκω και απέκτησαν τον Δρόσο Δημήτριο, ο οποίος γεννήθηκε το 1884 στο Βόλο, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ακολούθησε το  διπλωματικό  στάδιο. Διορίστηκε Επιτετραμμένος της Ελλάδας στη Βιέννη το 1920, στη Χάγη το 1925 και Προσωπάρχης του Υπουργείου Εξωτερικών το 1927. Δημοσίευσε πολλές μελέτες σχετιζόμενες με τη  διπλωματική ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, του Οθωμανικού κράτους των Βαλκανικών κρατών. Εκπόνησε  θέματα αναφερόμενα στους θεσμούς του  Διεθνούς Δικαίου. Υπήρξε  συνεργάτης της  Μεγάλης Ελληνικής Εγκυκλοπαίδειας.

Ο Δρόσος Νικολάου Δημήτριος πολύ νεαρός συμμετείχε στην Επανάσταση. Κατατάχθηκε στο σώμα που είχε σχηματίσει στην Τήνο ο  Δεσπότης Καρύστου Νεόφυτος και πολέμησε  στην εκστρατεία κατά της  τουρκοκρατούμενης Καρύστου (1822), κατά την οποία τραυματίστηκε. Μετά τη διάλυση του σώματος του Νεόφυτου, κατατάχθηκε στο  σώμα του Φραντζέσκου Παξιμάδη και έλαβε μέρος στον αποκλεισμό της Τρίπολης και του Ναυπλίου.

Τα επόμενα χρόνια, κατά τα οποίο το νεοσύστατο κράτος προσπαθούσε να οργανωθεί, τοποθετήθηκε στο στρατό, ως οικονομικός υπάλληλος. Φαίνεται πως συμμετείχε  στην κρίσιμη   μάχη των Μύλων της Δέρνης κατά του Ιμπραήμ Πασά (1825). Στη συνέχεια, διορίστηκε υπάλληλος του  Υπουργείου Πολέμου, στο οποίο υπηρέτησε έως το τέλος της Επανάστασης. Για τις  σημαντικές υπηρεσίες του, του απονεμήθηκε το Αριστείο του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα.

Τα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα δραστηριοποιήθηκε  στις διάφορες οικονομικές υπηρεσίες, συμβάλλοντας ιδιαίτερα στην ανάπτυξή τους. Υπηρέτησε διαδοχικά  ως μέλος του νεοϊδρυθέντος Ελεγκτικού  Συνεδρίου, σύμβουλος στο Υπουργείο Οικονομικών και τέλος, ως Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου αυτού, επί 12 έτη (1850-1862).

Λίγο πριν αναλάβει τη θέση του γενικού γραμματέα είχε εκλεγεί  βουλευτής στην πρώτη Βουλή (1844 – 1847) μετά την έναρξη  της ισχύος του Συντάγματος του 1844. Εκλέχθηκε δεύτερη  φορά λίγα χρόνια αργότερα (1850-1853), εκπροσωπώντας και πάλι την ιδιαίτερη πατρίδα του, Τήνο και στη συνέχεια άλλες τέσσερις φορές (1868-1869, 1872, 1873-1874, 1875).

Στο ίδιο χρονικό διάστημα χρημάτισε επανειλημμένως Υπουργός (Εσωτερικών,  Ναυτικών,  Οικονομικών  και  Δημοσίας  Εκπαιδεύσεως στις κυβερνήσεις Επαμεινώνδα Δεληγεώργη και Δημητρίου Βούλγαρη 1863, 1865, 1866, 1870, 1872).

Κατά την  έκτακτη σύνοδο της δεύτερης περιόδου της Βουλής (Απρίλιος 1868 – Μάρτιος 1869)  εκλέχθηκε  Πρόεδρός της στη συνεδρίαση της 18ης Νοεμβρίου 1868, με την υποστήριξη της κοινοβουλευτικής ομάδας του Δημητρίου Βούλγαρη.

Στο λόγο που εκφώνησε αμέσως μετά την εκλογή του, ανέφερε προς το Σώμα τα εξής:

«Κύριοι συνάδελφοι, ευγνωμονώ προς υμάς  δια την εμπιστοσύνην με  την οποίαν με ετιμήσατε’ αναλαμβάνων  την υπηρεσία του προέδρου,  συναισθάνομαι ότι αναλαμβάνω έργον δύσκολον, καθήκον βαρύ. Θα  προσπαθήσω να το εκπληρώσω,  θα προσπασθήσω να  φανώ άξιος της εμπιστοσύνης σας, τηρών ακριβώς τον κανονισμόν και διευθύνων εν  αμεροληψία τας συζητήσεις. Ελπίζω ότι θέλω έχει από όλους την συνδρομήν  εις την  εκπλήρωσιν του καθήκοντός μου».

Πέθανε στην Αθήνα  στις 28 Νοεμβρίου 1877.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΔΡΟΣΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ

(1811-1839)

Παντρεύτηκε  τον Κωνσταντίνο Πετροκόκκινο, με τον οποίο απέκτησαν πέντε παιδιά: τον  Δημήτρη, τη  Μαριγώ, την  Αμαλία και μία κόρη της οποίας  δεν γνωρίζουμε το όνομα, ξέρουμε όμως  ότι παντρεύτηκε τον Διομήδη –Κυριάκο Αθανάσιο, και απέκτησαν μια κόρη τη Μαρία.

Το τρίτο παιδί της Αικατερίνης Δρόσου και του Πετροκόκκινου, η Πετροκοκκίνου  Αμαλία,  η οποία  απεβίωσε  στις  2  Ιουνίου  του 1911, είχε παντρευτεί τον Δροσίνη Χρήστο, με τον οποίο απέκτησαν τέσσερα παιδιά. Ο πρωτότοκος  ήταν ο ποιητής  Γεώργιος Δροσίνης.

Τα άλλα ήταν  η Αικατερίνη ή Κάκια Δροσίνη, ο Ευστράτιος Δροσίνης και με το ίδιο όνομα ένα παιδί που χάθηκε νωρίς.

Από το αρχείο του  Μουσείου Γ. Δροσίνη.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΒΑΛΤΙΝΩΝ

  Επιφανής οικογένεια αρματωλών και οπλαρχηγών προερχομένη εκ του χωρίου Χαλκιόπουλοι της επαρχίας Βάλτου (Ν. Αιτωλοακαρνανίας), η οποία με πρωτεύουσα την Αμφιλοχία εκτείνετο μεταξύ των νομών Άρτης και Ευρυτανίας και των επαρχιών Βονίτσης και Τριχωνίδος.

Κατά την Τουρκοκρατία και την Ελληνική Επανάσταση η περιφέρεια αυτή παρήγαγε επιφανείς αρματωλούς και οπλαρχηγούς μεταξύ των οποίων ο Γ. Καραϊσκάκης, οι Ανδρέας και Ιωάννης Ίσκος, οι Βαλτινοί, οι Ράγγοι, οι Στράτοι, οι Κοντογιανναίοι και πλήθος άλλων, που αναφέρονται λεπτομερώς στα μητρώα των αξιωματικών του Αγώνος.

Ο Γενάρχης της οικογένειας απήλθε στην Κωνσταντινούπολη όπου τον ηράσθη χανούμισσα επιφανούς Τούρκου, η οποία τον έκρυψε στον γυναικωνίτη για πολλές ημέρες. Όταν όμως ανεκαλύφθη το γεγονός, ο προσβληθείς σύζυγος του πρότεινε  εξισλαμισμό, ή άμεση θανάτωση. Ο Βαλτινός που επροτίμησε το πρώτο, μετωνομάσθη  «Καραοσμάνογλου» και προήχθη σε διάφορα αξιώματα. Αργότερα κατόρθωσε να διορισθεί «βοεβόδας» στο Αγρίνιο (Βραχώρι) όπου και μετεκάλεσε την απομείνασα οικογένειά του. Τον υιό του Θεόδωρο, τον οποίο ανέθρεψε επιμελώς, δυστυχώς  τον εδολοφόνησαν οι Τούρκοι λόγω της συμπαθείας που επεδείκνυε προς τους Χριστιανούς.

Απόγονοι του υιού του Θεοδώρου, υπήρξαν οι Δήμος και Πάνος Βαλτινός, εκ των οποίων προήλθαν οι δύο ρίζες της οικογένειας.

Από τον Δήμο Βαλτινό εγεννήθη ο διαπρεπέστερος των Βαλτινών και αρχηγός της οικογενείας ο Γεωργάκης Βαλτινός, τον οποίον τα λοιπά μέλη της οικογενείας αποκαλούσαν με σεβασμό «ο Μπάρμπας». Ο Γεωργάκης Βαλτινός (1775) ο οποίος ήταν στην υπηρεσία του Αλί Πασά, υπήρξε και μέλος της Φιλικής Εταιρείαςκατήλθε  το 1821 εις τον Βάλτον και κήρυξε την επανάσταση. Διεκρίθη στη μάχη των στενών του Μακρυνόρους (Μαρ 1822) όπου με τον Γ. Μπακόλα και τον Α. Ίσκο απέκρουσαν τον στρατό του Ισμαήλ Πασά. Ανεδείχθη  στρατηγός και πληρεξούσιος στις συνελεύσεις Άργους, Άστρους και Τροιζήνας, μετά δε την απελευθέρωση διετέλεσε σύμβουλος επικρατείας.

Απόγονοι του Γεωργάκη Βαλτινού υπήρξαν ο Δημήτριος (1835-1839), η Ελένη σύζυγος του Ιερολοχίτη και μαχητή του Δραγατσανίου, μετέπειτα δε Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ιωάννου Σωμάκη και η Ευγενία Βαλτινού σύζυγος του γραμματέως του Όθωνος von Staegel. Εγγονή της Ελένης Σωμάκη υπήρξε η Ιουλία Σωμάκη σύζυγος Ν. Καρόλου, η οποία διετέλεσε γραμματεύς της Βασιλίσσης Όλγας και μεταφράστρια στην Δημοτική των Ευαγγελίων (θέμα που προκάλεσε και τα γνωστά επεισόδια).

Από τον Πάνο Θ. Βαλτινό προήλθαν οι Ιωάννης και Κωνσταντίνος Βαλτινός.

Από αυτούς ο Κωνσταντίνος Βαλτινός ή Δόσταγας, ων εγγράμματος, διετέλεσε αρχικά μεν γραμματεύς κάποιου Οθωμανού του Γαρδικίου με το όνομα Δεμίρ Δόστη (εξ ου και το όνομα Δόσταγας), εν συνεχεία δε του ιδίου του Αλί Πασά, επί του οποίου είχε μεγάλη επιρροή. Εφημίζετο επίσης και ως μεγάλος καρδιοκατακτητής, εξ ου και το δημοτικό τραγούδι «Ο Κωνσταντής ο Δόσταγας με τα γραμμένα φρύδια, που βγάζει τις Γιαννιώτισσες από τα παραθύρια». Ο Κωνσταντίνος Δόσταγας, νυμφευθείς την Σωτηροπούλου απέκτησε τα εξής τέκνα: τον Γεώργιο ή Γάκη (που απεβίωσε στο Μεσολόγγι το 1856), τον Ανδρέα, τον Σπυρίδωνα και τον Δήμο ή Δημήτριο (1806-1894) οποίος παρασημοφορήθηκε από τον Βασιλέα Όθωνα με αργυρούν παράσημο δια τις «εκδουλεύσεις του κατά τον υπέρ της ανεξαρτησίας πόλεμο», και  νυμφεύθηκε την Διαμαντούλα Πατσουράκη.

Ο Κωνσταντής ή Δόσταγας λόγω της συμπαθείας που του είχε ο Αλί Πασάς, κατόρθωσε να μετακαλέσει στα ανάκτορα και τον αδερφό του Ιωάννη, ο οποίος και πέθανε το 1856.

Αυτός εκ του γάμου του με τη Μαρία Μηχούλη, από το χωριό Ασσενού, είχε επτά τέκνα: τον πρωτότοκό του Αθανάσιο ή Θανασούλα (1803- 1877), τον Σωτήριο, τον Βλάσση, τον Πάνο και τον Γεώργιο (1810-1850) καθώς και τις θυγατέρες Ελένη σύζυγο Ιω. Γκινάκα και Ευγενία. Ο αδελφός όμως του Κατσαντώνη, οπλαρχηγός Λεπενιώτης, άσπονδος εχθρός του Αλί Πασά, εις αντίποινα για τη συμπάθεια του τελευταίου προς τους αδελφούς Βαλτινούς,  έκλεψε τη γυναίκα του Ιωάννη και έριξε τον μικρό υιό του Θανασούλα στον Ασπροπόταμο. Τον Θανασούλα έσωσαν τότε η μητέρα του Μαρία και οι λοιπές γυναίκες του χωριού Λεπενού οι οποίες, αλληλοκρατώντας τα χέρια τους, δημιούργησαν μία αλυσίδα και έτσι έφτασαν στην απέναντι όχθη του ποταμού, όπου ευρίσκετο ο μικρός Θανασούλας.

Ο Αλί Πασάς σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τους Βαλτινούς οι οποίοι διεκινδύνευσαν για χάρη του, πήρε τον μικρό Θανασούλα και τον παρέδωσε στον μεγάλο δάσκαλο Ψαλλίδα. Όταν  ο Θανασούλας μεγάλωσε και απεφοίτησε, ο Ψαλλίδας τον έκανε έμπιστο αυλικό του, παραδώσας, αυτόν και τη σφραγίδα του.

Μετά την εξουδετέρωση του Αλί Πασά από τους Τούρκους, ο Θανασούλας εκρατήθη απ’ αυτούς ως όμηρος μέχρι  το 1824. Απελευθερώθηκε από τον Ομέρ Βρυώνη, στον οποίο υποσχέθηκε ότι θα πείσει τους κατοίκους του Βάλτου να μην επαναστατήσουν. Αντ’ αυτού  συγκρότησε σώμα εξ εβδομήντα ανδρών και αργότερα (1826) πήρε μέρος στις μάχες της Δόμβραινας και της Αράχωβας, υπό τον Καραϊσκάκη. Μετά το τέλος του αγώνα υπηρέτησε στον τακτικό στρατό και αποστρατεύτηκε στον βαθμό του υποστρατήγου. Υπήρξε επίσης υπασπιστής του Όθωνα. Ο Θανασούλας ενυμφεύθη την Σμαράγδα Καπουράλη.

Από του υπολοίπους υιούς του Ιωάννου, ο Σωτήριος Βαλτινός, υποχιλίαρχος απεβίωσε μαχόμενος στην δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου  του 1826, ο δε Βλάσσιος (1827-1896) που ήτο λόγιος, έφτασε στο βαθμό του υποστρατήγου και διετέλεσε Υπουργός Στρατιωτικών επί κυβερνήσεως Α. Κουμουνδούρου. Ενυμφεύθη  την Θεανώ Γρίβα  και  μετέπειτα την Πολυξένη Αυγερινού Αβέρωφ αποκτήσας δέκα παιδιά τα οποία πέθαναν όλα.

Η συγγένεια των οικογενειών Δροσίνη και Βαλτινών προήλθε ως εξής: ο προπάππος του ποιητή Γ. Δροσίνη, Αναστάσης Δροσίνης, περί τα τέλη του 18ου αιώνος υπήρξε πρωτοκλέφτης στα Άγραφα με σώμα δικό του. Κάποτε κατέβηκε για να διανυκτερεύσει στο χωριό  Βάλτος (εκ των προκρίτων του οποίου υπήρξε η οικογένεια των Βαλτινών) και μοίρασε τα παληκάρια του σε διάφορα σπίτια, ενώ ο ίδιος πήγε να   διανυκτερεύσει σ’ ένα από τα πρώτα σπίτια του χωριού που ανήκε σ’ έναν Βαλτινό.

Ο Βαλτινός είχε μια πολύ ωραία μοναχοκόρη, την Αλτάνη κι όταν την είδε ο Καπετάνιος να του φέρνει – κατά τα καθιερωμένα – τον δίσκο με το γλυκό, έμεινε άναυδος. « Μόλις  σήκωσε τα μάτια  και την κύτταξει του ’πεσε  το κουταλάκι  απ’ το χέρι». Όλη νύχτα δεν έκλεισε μάτι και την άλλη μέρα είπε στον Βαλτινό, που τον φιλοξενούσε: «Θα μου δώσεις την τσούπα σου γυναίκα».

Τον Βαλτινό τον χτύπησε αστροπελέκι γιατί αυτό εσήμαινε να θυσιάσει  την κόρη του στον άγριο οπλαρχηγό και στον γεμάτο κινδύνους τρόπο ζωής του.

Προσπάθησε να βρει δικαιολογίες, ο Αναστάσης όμως του είπε: «Θα σου αφήσω μία εβδομάδα να το σκεφθείς, μα αν δε λάβω θετική απάντηση στο βουνό που θα βρίσκομαι θέλω να ξέρεις πώς θα σας κάψω όλους μέχρι… κουμπάρου!…».

Κι όμως έγινε το θαύμα: όταν ο αρχικλέφτης πήρε την κοπελιά ηρέμησε τόσο που, σε λίγο, κατατασσόταν κι αυτός μες στους πρώτους νοικοκυραίους του Βάλτου μαζί με τον πεθερό του.

Παιδιά του Αναστάση ήταν ο Γιώργος ή Καραγιώργος Δροσίνης, ο Κώστας ή Καρακώστας, ο Ιωάννης και ο Νικολάκης Δροσίνης. Απ’ αυτούς ο Καραγιώργος Δροσίνης   μετείχε με δικό του σώμα στη πολιορκία του Μεσολογγίου όπου και έπεσε κατά την έξοδο αφού προηγουμένως είχε προαχθή σε αντιστράτηγο (1825). Ο αδελφός του Κώστας ή Καρακώστας Δροσίνης έχοντας μαζί του και τον εξάδελφό του Γεώργιο Κ. Βαλτινό, ανδραγάθησε σπάζοντας την πολιορκία της Κλείσοβας. Σωθείς δε και αναγορευθείς χιλίαρχος ενώθηκε στο Ναύπλιο με το στράτευμα του Καραϊσκάκη πλην όμως εσκοτώθη κι αυτός στη μάχη του Φαλήρου.

Κατά μία άποψη οι Βαλτινοί ήταν για τη Ρούμελη ότι ήταν οι Μανιάτες για το Μοριά.

Ο Δήμος Αθηναίων τιμώντας την προσφορά της οικογένειας Βαλτινών στον Αγώνα, έδωσε το όνομά τους σε δρόμο των Αθηνών, κοντά στο Πεδίο του Άρεως.

Κατερίνα Βολουδάκη

Δικηγόρος

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΣΣΑΒΕΤΗ

   Η γυναίκα του Δροσίνη, Μαίρη, καταγόταν από την οικογένεια Κασσαβέτη. Οι Κασσαβέτηδες κατάγονταν από την Ήπειρο. Μία οικογένεια κατέβηκε στη Ζαγορά Πηλίου και μία άλλη εγκαταστάθηκε στο Λέτσε της Ιταλίας.

Ο προπάππος της γυναίκας του Δροσίνη, ο Δημήτριος Κασσαβέτης, εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο το 1745. Απέκτησε τρία παιδιά: 1) τον Νικόλαο 1774, 2) τον Ιωάννη 1777 και 3) τον Αλέξανδρο 1779. Όλα τα παιδιά και τα εγγόνια του, μορφώθηκαν, πλούτισαν και προσέφεραν πάρα πολλά στην Ελλάδα, την οποία υπεραγαπούσαν.

Ο Νικόλαος, ήταν ο πιο μορφωμένος και τον έλεγαν “Λογιότατο”, δίδαξε στο Κρυφό Σχολειό της Ζαγοράς, όπου μαθήτευσε και ο Ρήγας Φεραίος ο Βελεστινλής. Είχε σπίτι στο Χορευτό  του Πηλίου. Ο Γ. Δροσίνης το αποκαλούσε “το Καλύβι” και πέρασε εκεί πολλά καλοκαίρια γράφοντας. 2. Ο Ιωάννης παντρεύτηκε την Μαρία Χατζηαλεξάνδρου και μαζί με τα δύο παιδιά του, τον Δημήτριο και τον Αλέξανδρο, ίδρυσε στην Αίγυπτο τον εμπορικό οίκο Κασσαβέτη. Πολλοί Πηλιορίτες βρήκαν κοντά του δουλειά. Στη Ζαγορά του Πηλίου ίδρυσε το 1852 το Κασσαβέτειο Παρθεναγωγείο. Το συντηρούσε από τη μέρα που άρχισε να λειτουργεί το 1855 έως το τέλος της ζωής του. Το  Παρθεναγωγείο λειτούργησε μέχρι το 1930. Από το 1930 έως το 1941 λειτούργησε ως Οικοκυρική Σχολή. Στην Κρητική επανάσταση το 1866, προσέφερε ένα μεγάλο ποσό με το οποίο αγοράστηκε ένα ταχύπλοο πολεμικό καράβι. Με τη διαθήκη του, άφησε μεγάλα ποσά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, στο Νοσοκομείο και στο Ορφανοτροφείο της Σύρου και σε άπορες οικογένειες της Ζαγοράς, πέθανε το 1876 στη Σύρο.

3. Ο γιός του Αλέξανδρος Ι. Κασσαβέτης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια  το 1871. Άρχισε να πολιτεύεται το 1899 κι έλαβε μέρος στην κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης (1916-1917). Εξελέγη κατ’ επανάληψη Πρόεδρος της Λέσχης των Φιλελευθέρων και μέλος της Διοικούσης Επιτροπής του ιδίου κόμματος. Απέκτησε μεγάλη περιουσία. Στην εποχή του Χαρ. Τρικούπη προσέφερε ένα μεγάλο κτήμα στον   Αλμυρό, όπου ιδρύθηκε το 1888 η πρώτη Γεωργική Σχολή με τον  τίτλο  ΚΑΣΣΑΒΕΤΕΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ. Η έκταση  είναι 27.000 στρέμματα, οι πρώτοι μαθητές ήταν 20. Η ίδρυσή της ανταποκρίθηκε σε ένα ώριμο αίτημα  των καιρών. Το 1954 η Σχολή έδωσε τη θέση της σε άλλη λειτουργία και ο χώρος της έκτοτε στεγάζει το ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΚΡΑΤΗΣΗΣ Ε.Α.Κ.Κ.Ν. ΚΑΣΣΑΒΕΤΕΙΑΣ. Ο Α. Κασσαβέτης έζησε στην Κηφισιά, όπου φρόντισε να φέρει το ηλεκτρικό ρεύμα. Το προάστιο ηλεκτροφωτίστηκε στις 25/11/1915, γι’ αυτό υπάρχει στην Κηφισιά  δρόμος με το  όνομά του.

Ο Αλέξανδρος, δηλητηριάστηκε από τους Τούρκους, γιατί βοήθησε τον Απελευθερωτικό Αγώνα. Είχε αποκτήσει δύο παιδιά, α) τον Ιερώνυμο και β) τον Δημήτριο.

α) Ο Ιερώνυμος  Α. Κασσαβέτης 1817 – 1893 γεννήθηκε στη Ζαγορά, νέος εγκαταστάθηκε στην Τάντα της Αιγύπτου, επιδόθηκε στο εμπόριο και απέκτησε μεγάλη περιουσία. Το 1878  επανήλθε στη Ζαγορά και δαπάνησε όλη του την περιουσία για την επανάσταση του Πηλίου. Χρημάτισε αρχηγός στον αγώνα της Θεσσαλίας. Έγινε Πρόεδρος στην πρώτη Κυβέρνηση του νεοσύστατου Κράτους και μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στη Μεγάλη Ελλάδα, εξελέγη βουλευτής το 1881 έως το 1885.

β) Ο Δημήτριος Α. Κασσαβέτης, γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου παντρεύτηκε την Αγγελική. Ήταν έμπορος βαμβακιού και πολιτευτής. Έζησε χρόνια στην Αίγυπτο. Εκεί απέκτησε 5 παιδιά: την Μαίρη (1870) γυναίκα του Γ. Δροσίνη, τον Κωνσταντίνο, την Ελένη, τον Αλέξανδρο (1871) και τον Τζων (1876).

Ο Δημήτριος Κασσαβέτης μοναχογιός (1915) εκλέχτηκε βουλευτής το 1950 στο Βόλο.

Από το αρχείο του  Μουσείου Γ. Δροσίνη.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΟΙ

Η οικογένεια Πετροκόκκινου αναφέρονται για πρώτη φορά στα αρχεία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως στις 17 Οκτωβρίου του 1400 για  ένα  γάμο που  σύναψε ένας  Πετροκόκκινος  με την ευλογία  του Πατριάρχη  Αντώνιου. Η κατοικία δεν αναφέρεται, αλλά ξέρουμε ότι η οικογένεια είχε εγκατασταθεί στη Χίο του ΧV αιώνα. Το γνωρίζουμε από ένα αποδεικτικό  δικαστικό έγγραφο.

Ο Δούκας Πετροκόκκινος πέθανε στη Χίο το 1529 έχοντας δωρήσει 4 σπίτια στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Συκούση το 1518.

Η ταφική πέτρα βρίσκεται στο αρχαιολογικό Μουσείο της Χίου. Ο Κ. Κουρουνιώτης το 1920  βρήκε τον τάφο του κάτω από τα ερείπια της εκκλησίας του Αγίου Βασιλείου, που ανήκε στην οικογένεια Πετροκόκκινου.

Η ιστορία των μελών της οικογένειας είναι πολύ μεγάλη και ενδιαφέρουσα, αναλυτικά στοιχεία υπάρχουν στο αρχείο του Συλλόγου.

Η οικογένεια Πετροκόκκινοι εγκατέλειψαν την Χίο στις 23  Απριλίου 1822, μετά την μεγάλη σφαγή. Ανάμεσα στους 32.000 δολοφονηθέντες κατοίκους της Χίου περιλαμβάνονται  επτά μέλη της οικογένειας, τα οποία κρεμάστηκαν στο Κάστρο του νησιού.

Ο Θεόδωρος Χατζηθοδωρής του Νικολάου από τον κλάδο των Αμαρτωλών πέθανε στο Κάστρο από βασανιστήρια πριν από τον απαγχονισμό των συγγενών του. Απόγονος από την πλευρά της μητέρας του ο Δήμας Στεφάνου Πετροκόκκινος διαμένει (το 2005) στην Αθήνα.

Υπάρχει στην Κηφισιά απόγονος των Πετροκοκκίνων η οικογένεια Χρυσάνθη Ψαρούδη (το 2014).

Η οικογένεια μετά τη σφαγή σκορπίζεται. Βρίσκουμε  στην Σύρο έναν Δήμαρχο με το όνομα  Πετροκόκκινος. Το μνημείο του  στο  Νεκροταφείο  της  Σύρου είναι το ωραιότερο απ’ όλα τ’  άλλα. Ένας  Κωνσταντίνος  και  ένας Ιωάννης Πετροκόκκινος εγκαταστάθηκαν στην Οδησσό και επέστρεψαν το  1823  μαζί  με  τον Δημήτριο  Υψηλάντη,  συμμετέχοντας ενεργά στον Αγώνα για την ανεξαρτησία της πατρίδας. Μετά την ίδρυση του Ελληνικού κράτους ο Ιωάννης Πετροκόκκινος επέλεξε τη στρατιωτική καριέρα και αποστρατεύτηκε την εποχή του Όθωνα, με το βαθμό του λοχαγού. Διέμενε στην Αθήνα και συγκεκριμένα στην Πλάκα.

Ο Χρήστος Δροσίνης, πατέρας του ποιητή, παντρεύεται την Αμαλία Πετροκόκκινου το 1859. Πήρε από τα τέσσερα αδέλφια της μεγάλη προίκα, γεννήθηκαν έξι παιδιά, ο Γεώργιος, ο Νικολάκης, ο Ευστράτιος, η Κάτια και ο Κώστας. Στην οικογένεια Δροσίνη τιμούσαν και σέβονταν τη μνήμη του παππού Κωνσταντίνου, το όνομα του οποίου έδωσαν στο μικρότερο γιό της οικογένειας Κώστα ο οποίος γεννήθηκε το 1868. Στο πρώτο νεκροταφείο υπάρχει ωραιότατο μνημείο  των Δρόσων- Πετροκόκκινων, σήμερα κενό. Εκεί τάφηκαν δύο Πετροκόκκινοι και Δροσίνηδες, εκτός από τον Γεώργιο Δροσίνη, τον ποιητή που  διάλεξε να κοιμηθεί σ’ ένα απλά τάφο στο Κοιμητήρι της Κηφισιάς!

ΟΙ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΤΕΣ ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΚΑΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ

ΡΟΔΟΛΦΟΣ ΑΛΤΕΡ – ΓΕΝΕΑΛΟΓΟΣ

Ο Γεώργιος Δροσίνης γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1859 στην Αθήνα και συγκεκριμένα στο γωνιακό σπίτι των οδών Αδριανού και Θέσπιδος στην Πλάκα, και όχι στο Μεσολόγγι (ΣΦΖ-Α’, σ. 31). Και τούτο διότι ο πατέρας του, γηγενής Μεσολογγίτης, υπηρέτησε ως δημόσιος υπάλληλος σε διάφορα μέρη της Ελλάδος, εκτός από το Μεσολόγγι, και με την τελευ­ταία του προαγωγή μετατέθηκε στο Υπουργείο στην Αθήνα, οπότε και εγκαταστάθηκε εκεί. Παρ’ όλα αυτά, η οικογένεια διατηρεί στενές σχέσεις με το Μεσολόγγι, τόσο, που τις Κυ­ριακές και τις γιορτές φιλοξενεί παιδιά συγγενών και

φίλων στο σπίτι της. Είναι κυρίως φοιτητές και υπάλληλοι διορισμέ­νοι σε κρατικές υπηρεσίες στην Αθήνα, από τους δύο μεγάλους Μεσολογγίτες πολιτικούς, τον Δεληγιώργη και τον Τρικούπη. Από τις συναναστροφές του αυτές με τα «Επαρχιωτάκια», όπως τους αποκαλεί χαριτολογώντας (ΣΦΖ-Β’, σ. 21), περι­γράφει ο Δροσίνης στο βιβλίο του «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» παραστατικότατα, χαριτωμένα περιστατικά.

Ποια είναι όμως η βαθύτερη καταγωγή του, ή αλλιώς οι «ρί­ζες» του και το ευρύτερο συγγενικό περιβάλλον – παράγοντες που επηρεάζουν τη διάπλαση της προσωπικότητας κάθε αν­θρώπου – που επηρέασαν και αυτόν τον τόσο διακεκριμένο Έλληνα; Ως ερευνητής γενεαλόγος και βιογράφος, σας παρου­σιάζω σήμερα ένα μικρό μέρος μιας επίπονης πολυετούς έρευ­νας που συνέπραξε και στη δημιουργία του «Μουσείου Δροσί­νη», στην Κηφισιά των Αθηνών και που αφορά τον εντοπισμό των Μεσολογγιτών προγόνων του Γεωργίου Δροσίνη και των απογόνων τους, οι οποίοι αποτελούν φυσικά ένα μικρό μόνο μέ­ρος των εξ αίματος συγγενών του. Απ’ αυτούς ο Δροσίνης γνώ­ρισε προσωπικά σχετικά λίγους, ενώ για τους περισσότερους εί­χε ακουστά από αφηγήσεις συγγενών και οικογενειακών φίλων.

Ένα Βυζαντινό μολυβδόβουλλο (το βλέπουμε στην εικό­να 1) δεμένο με μεταξωτή κορδέλα, το οποίο απόκειται στο Εθνικό Νομισματικό Μουσείο, μαρτυρεί πως ένας «Βεστάρχης» Αξιωματούχος της Αυλής του Βυζαντίου έφερε, ήδη από την δωδέκατη εκατονταετηρίδα; το επώνυμο «ΔΡΟCΙΝΙ». Σχετική μελέτη έχει δημοσιεύσει ο διαπρεπής Νομισματολόγος και τέως Διευθυντής του Νομισματικού Μουσείου Κωνσταντί­νος Κωνσταντόπουλος στο «Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλά­δος» του 1926. Δυστυχώς δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία ώστε να συσχετιστεί ο εν λόγω Βεστάρχης με τους προγόνους του Γεωργίου Δροσίνη. Έτσι αρκούμαστε στη μαρτυρία του ίδιου του Δροσίνη, ο οποίος αναφέρει ως παλαιότερο γνωστό προ­γονό του τον «Καπετάν-Αναστάση», θρυλικό πρωτοκλέφτη των Αγράφων, ο οποίος παντρεύτηκε την (Αλτάνη) Βαλτινού, μοναχοκόρη του Δήμου Βαλτινού, από τους Χαλκιόπουλους του Βάλτου της Αιτωλίας. Τα αδέλφια της Αλτάνης, Κωνστα­ντίνος, Ιωάννης, Νικόλαος, Σωτήριος και Γεώργιος υπήρξαν αξιόλογα πρόσωπα, αφού υπηρέτησαν στα Ιωάννινα ως έμπι­στοι στην Αυλή του Αλή-Πασά -όπως άλλωστε οι περισσότε­ροι εξέχοντες Έλληνες της εποχής – συμμετείχαν ενεργά ως πατριώτες στον Απελευθερωτικό Αγώνα, διακρίθηκαν σε πολ­λές μάχες και ιδιαίτερα στην Έξοδο του Μεσολογγίου. (Το τεράστιο γενεαλογικό δέντρο των Βαλτινών ανέπτυξα λεπτο­μερώς, με ομιλία μου στο Μουσείο Δροσίνη στην Κηφισιά, που είχε τίτλο: «Οι Βαλτινοί, οι θρυλικοί Ρουμελιώτες, εξ αίματος συγγενείς του Γεωργίου Δροσίνη»). Τους γενεαλογικούς πίνα­κες αυτών θέτω ευχαρίστως στη διάθεση τυχόν ενδιαφερομέ­νων. Οι περισσότεροι μάλιστα απ’ αυτούς τους Βαλτινούς εγκαταστάθηκαν στο Μεσολόγγι, όπου ζουν και σήμερα από­γονοι τους, με άλλα όμως επώνυμα.

Ο άγριος κλέφτης του βουνού, ο Καπετάν-Ανάστασης, έμεινε κοντά στον πεθερό του, τον Δήμο Βαλτινό και εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο σημαντικούς νοι­κοκυραίους του Βάλτου. Από τα παιδιά του, θυσιάστηκαν στην Έξοδο του Μεσολογγίου ο παππούς του Δροσίνη, ο Αντι­στράτηγος Καραγιώργος, που είχε δικό του σώμα πολεμιστών και ο Γιαννάκης, που διατελούσε Γενικός Φροντιστής των Στρατοπέδων της Δυτικής Ελλάδος. 0 άλλος γιος του, ο Χιλίαρχος Καρακώστας, αν και γλίτωσε στην εν λόγω μάχη, σκοτώθηκε αργότερα σ’ εκείνη του Φαλήρου. Ο Καρακώστας μαζί με τον ξάδελφό του, τον Γάκη Βαλτινό, επιτέλεσαν μεγάλο ανδραγά­θημα, γι’ αυτό υπάρχει δρόμος με τα ονόματα τους στο Μεσο­λόγγι. Κατάφεραν να διασπάσουν τον ασφυκτικό κλοιό της πολιορκίας του Μεσολογγίου και ν’ ανεφοδιάσουν τους εκεί πολιορκημένους, δηλ. τον Τζαβέλα και τους άντρες του, όπως το περιγράφει παραστατικότατα ο Αναστάσιος Γούδας το 1875, στον έβδομο τόμο του βιβλίου του «Βίοι Παράλληλοι», στο κεφάλαιο «Πολιτικοί Άνδρες» (σ. 321-322). 0 μόνος από τους γιους του Καπετάν-Ανάσταση που επέζησε ήταν ο Νικο­λάκης, ο οποίος συνόδευσε την μητέρα του και τα άλλα γυναι­κόπαιδα του Μεσολογγίου στον Κάλαμο,το μικρό νησάκι κο­ντά στην Ιθάκη, που αποτελούσε ασφαλές καταφύγιο, αφού βρισκόταν υπό Αγγλική κυριαρχία και προστατευόταν έτσι από τις Τουρκικές επιδρομές.

Ο παππούς του Γεωργίου Δροσίνη, ο Καραγιώργος, παν­τρεύεται τον Δεκέμβριο του 1819 την Ειρήνη Κάπου και απο­κτούν ένα παιδί, τον Χρήστο. Αυτός, από ταμιακός υπάλληλος στο Αγρίνιο και την Ανδρίτσαινα, εξελίσσεται στο βαθμό του Διευθυντή του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους στην Αθήνα (ΣΦΖ-Α’, σελ. 28). Παντρεύεται την κόρη του προϊσταμένου του, την Αμαλία Πετροκόκκινου και αποκτούν έξι παιδιά. Πρωτότοκος ο Γεώργιος Δροσίνης. Ακολουθούν ο Νικολάκης και ο Ευστράτιος, που πεθαίνουν σε νηπιακή ηλικία. Τέταρτη στη σειρά έρχεται η Αικατερίνη, η «Κάκια», που θα μείνει, ωστόσο, ανύπαντρη και θ’ αφιερωθεί με μητρική στοργή στη φροντίδα των αδερφών της, ως το τέλος της ζωής της. Ακολου­θεί ο Κωνσταντίνος, το καμάρι της οικογένειας, τελειόφοιτος της Σχολής Ευελπίδων, που θα πεθάνει αφού τραυματιστεί από πτώση αλόγου. Το στερνοπούλι της οικογένειας, ο Στράτος, θα διαπρέψει ως Γενικός Διευθυντής της Ασφαλιστικής Εταιρείας η «Εθνική» και ως τελευταίο του έργο θα υπάρξει η ανέ­γερση του επί της οδού Κοραή, στην Αθήνα, εντυπωσιακού με­γάρου της εταιρείας του, του οποίου η στοά ενώνει την Κοραή με τη Σταδίου. Μετά την αποπεράτωση του, ο Στράτος παραι­τήθηκε, και στην Κατοχή απεβίωσε από μία μόλυνση που του προκλήθηκε από ένα επιπόλαιο γδάρσιμο του χεριού του.

Ο Γεώργιος Δροσίνης είναι ο μόνος από τα αδέλφια του που δημιούργησε οικογένεια. Η ζωή και το τερά­στιο έργο του αποτέλεσε, όπως προανέφερα, και θα συνεχίζει ν’ αποτελεί αντικείμενο ευρύτατων μελετών. Εδώ, αναφέρω μόνο ορισμένα άγνωστα μέχρι τώρα περιστατικά, τα οποία επηρέα­σαν αποφασιστικά τη ζωή του. Στην εφημερίδα του Σουρή «Ο Ρωμιός», την 12η Μαΐου 1891, κοινοποιούνται οι αρραβώνες του Γεωργίου Δροσίνη με την Μαρία Κασσαβέτη, γόνο αριστο­κρατικής οικογένειας από τη Ζαγορά του Πηλίου και την 1η Ιουνίου 1891 τελούνται οι γάμοι τους. Αποκτούν τρία παιδιά.

Ο πρωτότοκος, Κωνσταντίνος, αποφοιτά τον Ιούνιο του 1908 από το πρώτο Γυμνάσιο Αθηνών και εν συνεχεία γράφε­ται, στις 10 Νοεμβρίου 1908, στη Νομική Σχολή του Πανεπι­στημίου Αθηνών, όπου φοιτά για δύο εξάμηνα. Ακολουθώντας τα ίχνη του πατέρα του, στις 18 Νοεμβρίου 1911, γράφεται στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Λειψίας και συνεχί­ζει κοινωνιολογία στη Γενεύη, όπου το 1921 εκπονεί εκεί τη δι­δακτορική του διατριβή, με θέμα: «Τα Εμπορικά Επιμελητή­ρια του Εξωτερικού», αναφερόμενος σχεδόν σε όλα τα επιμε­λητήρια του κόσμου. Εν συνεχεία εγκαθίσταται στο Παρίσι, παντρεύεται την «Αυστραλιανή» (όπως την χαρακτηρίζει ο πατέρας του) Olga Delius Haege, και σε δεύτερο γάμο την Germaine – Marthe Dancie.

Η μεγάλη κόρη του Γεωργίου Δροσίνη, η Αγγελική ή «Μπεμπούλα», παντρεύεται τον Ιταλό ευγενή Augusto Cortini, ζει στη Ρώμη και επισκέπτεται συχνά την Βενετία, όπου στην χερσόνησο Σιρμιόνε υπάρχει ακόμη η κλασσικού ρυθμού «Villa Cortine»,που λειτουργεί σήμερα ως ξενοδοχείο πολυτε­λείας .

Η γυναίκα του Γεωργίου Δροσίνη, η Μαίρη, το γένος Κασσαβέτη, τον εγκαταλείπει πριν από το καλοκαίρι του 1910 μα­ζί με την μικρή της κόρη Αμαλία ή «Λίλη», ακολουθώντας τον πλούσιο συμπατριώτη της και Υπουργό Κωνσταντίνο Τοπάλη. Αργότερα εγκαταλείπει και αυτόν και μεταβαίνει στη Γενεύη της Ελβετίας. Εκεί, στις 18 Δεκεμβρίου 1926, η Λίλη παντρεύε­ται τον Ελβετό Johann – Martin von Planta. Το ζευγάρι μένει αρχικά στον πύργο των νοη Planta, στο Furstenau της Ελβε­τίας και κατόπιν στη Λωζάννη, μαζί με τη μητέρα της Λίλης.

Και τα τρία παιδιά του Γεωργίου Δροσίνη δεν απέκτησαν απογόνους.

Μετά το θάνατο του Καραγιώργου Δροσίνη στην Έξοδο του Μεσολογγίου η χήρα του Ειρήνη, το γένος Κάπου, παντρεύεται σε δεύτερο γάμο τον Χρήστο Καλογερή. Έτσι, αναπτύσσεται και δεύτερος κλάδος απογόνων από τη γιαγιά του Γεωργίου Δροσίνη, την Ειρήνη Κάπου, η οποία γεννά και άλλα τρία παιδιά, την Αγλαΐα, την Δημητρούλα και τον Κλεισθένη.

Η Δημητρούλα παντρεύεται τον Γρηγόριο Στάικο και αποκτά μαζί του τον Στάθη (Ευστά­θιο), την Ειρήνη και τη Μαριώ. Ο Στάθης, γιατρός και Δήμαρ­χος Αγρινίου, έκανε συχνά, ως φοιτητής στην Αθήνα, παρέα με τον ξάδελφό του, τον Γεώργιο Δροσίνη. Αργότερα, θα παν­τρευτεί τη συγγενή του Χριστίνα Τσακανίκα και θ’ αποκτή­σουν έντεκα παιδιά. Τα δέκα πεθαίνουν σε μικρή ηλικία, ενώ η μόνη επιζήσασα, η Δημητρούλα, παντρεύεται τον Στρατηγό Πάνο Μακρή. Εγγονός αυτών είναι ο σημερινός διαπρεπής δικηγόρος και συγγραφέας του έργου «Κίτσος Μαλτέζος», ο Πέτρος Μακρής-Στάικος. Η αδελφή του Στάθη, Μαριώ, παν­τρεύεται τον Συνταγματάρχη Ιωάννη Κυπριανό. Από τους απογόνους τους, η Ελένη Λουκαϊδου, παντρεύεται τον Παντε­λή Κλεόπα και δημιουργεί τη γνωστή σχολή Ρυθμικής και Μπαλέτου «Κλεόπα», όπου συμμετέχουν σήμερα ενεργά και οι κόρες της. Η άλλη αδελφή του Στάθη, η Ειρήνη, παντρεύεται τον Κωνσταντίνο Στράτο, με τον οποίο αποκτά τον Γεώργιο (πρώην υπουργό), τη Δήμητρα και τη Μαριγώ, οι οποίοι θα μείνουν όλοι άγαμοι.

Ο γιος της γιαγιάς του Γεωρ­γίου Δροσίνη, ο Κλεισθένης Καλογερής, κεντρικός ταμίας του Κράτους, θα παντρευτεί την εγγονή του Μπέη της Ύδρας, Γεωργίου Βούλγαρη, την Κυριακή Τσαμαδού. Τα παιδιά τους, Αντώνιος και Χρήστος θα πεθάνουν σε νεανική ηλικία, ενώ η κόρη τους Ειρήνη θα παντρευτεί τον Βουλευτή Κύπρου Ευάγγελο Χατζηιωάννου και θα διαπρέψει ως μουσικός και ως καθηγήτρια του Ωδείου Αθηνών. Ο Γεώργιος Δροσίνης καμαρώνει διότι, όπως αναφέρει ο ίδιος «…ως συ­μπλήρωμα του ρολογιού μου, μου χάρισε ο θείος μου, Κλει­σθένης Καλογερής μια χρυσή καδένα, που την φορώ επιδεικτικά, όχι στο γιλέκο που συνηθίζονταν, αλλά έξω στο σακάκι, καθώς μαρτυρεί η φωτογραφία μου του καιρού εκείνου».

Μικρότερος γιος του Κα­πετάν-Ανάσταση και της (Αλτάνης), το γένος Βαλτινού, αδελ­φός του παππού του Γεωργίου Δροσίνη, δηλ. του Καραγιώργου Δροσίνη, είναι ο «Νικολάκης»,το ονοματεπώνυμο της γυναίκας του οποίου δεν έχει εντοπισθεί ακόμα. Παιδιά του είναι ο Αθανάσιος,η Αλτάνη,ο Δημήτριος και η Ασπασία.

Ο Αθανάσιος, γιατρός, παντρεύεται την αδελφή του Πρωθυπουργού Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, την Πηνελόπη, γάμος από τον οποίο δεν θα προέλθει κανένα παιδί. Ως γιατρός, διακρίνεται για τα φιλανθρωπικά του αισθήματα, αφού ακόμη και ως Διευθυντής του Νοσοκομείου του Μεσο­λογγίου προσφέρει τις υπηρεσίες του για περισσότερο από μία εικοσαετία αμισθί! Επιπλέον, κληροδοτεί το μεγαλύτερο μέρος της τεράστιας κινητής και ακίνητης περιουσίας του για τη δη­μιουργία και καλή λειτουργία Ορφανοτροφείου στο Μεσολόγ­γι. Και αξιοπρόσεκτο είναι ότι για την άμεμπτη διαχείριση αυ­τού, ορίζει επιτροπή «…συγκειμένην εκ του κατά καιρούς Αρ­χιεπισκόπου Αιτωλοακαρνανίας ως Προέδρου, του κατά και­ρούς Ιεροκήρυκος, του Προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου Μεσολογγίου, του αρχαιοτέρου Συμβολαιογράφου Μεσολογ­γίου και του εγκυροτέρου των εξασκούντων εκεί ιατρών, ον ήθελον εγκρίνει και ο Πρόεδρος της Επιτροπής…». Το Ορφα­νοτροφείο αποτελεί και σήμερα ένα από τα κυριότερα κοινω­φελή ιδρύματα του Μεσολογγίου. Μόνο η ταπεινή επιθυμία του μεγάλου αυτού Ευεργέτη δεν εκπληρώθηκε. Θα ήθελε να βρίσκεται κι αυτός στον κήπο του πατρικού του σπιτιού, όπου θα εγκαθίστατο το Ορφανοτροφείο και μάλιστα γράφει: «Εις την προς Αγίαν Παρασκευήν γωνίαν ανατολικοαρκτικώς μοι ανεγείρη μαρμάρινον Μνημείον η επιτροπή και να θέση μετά την ανακομιδήν τα οστά μου εν αυτώ». Άντ’ αυτού, δεσπό­ζουν στην κεντρική είσοδο του κτηρίου, μεγαλοπρεπώς, οι μαρ­μάρινες προτομές όλων των Αρχιεπισκόπων, των Προέδρων δηλ. του Ιδρύματος.

Η μία κόρη του «Νικολάκη», η Αλτάνη Δροσίνη, παντρεύεται τον Γεώργιο Καλό, Συνταγματάρχη από την Πάτμο. Το σπίτι τους στην οδό Ερμού, στην Αθήνα, το επισκέπτονται συχνά ο μικρός Δροσίνης με τον πα­τέρα του, μετά τους βραδινούς περιπάτους τους. Εκεί συγκεν­τρώνονται τακτικά τα βράδια σεβάσμιοι φίλοι και συγγενείς.

Η άλλη κόρη του «Νικολάκη»,η Ασπασία, παν­τρεύεται τον Ευστάθιο Ηλιόπουλο, Υπουργό της τελευταίας Κυβέρνησης του Όθωνα. Ο ένας τους γιος, ο Τάκης, υπήρξε στενός συνεργάτης του ξαδέλφου του, του Γεώργιου Δροσίνη, την εποχή που ο τελευταίος κυκλοφόρησε την πρώτη του εφη­μερίδα με την ονομασία «Καλησπέρα σας»,το 1879. Και μάλι­στα, κάποτε συνελήφθη ο Τάκης Ηλιόπουλος και κρατήθηκε στην Αστυνομία δύο μέρες για ένα άρθρο του στην εφημερίδα αυτή, που είχε τον ίδιο τίτλο με το άρθρο του Χαρίλαου Τρι­κούπη, το πολύκροτο: «Τις πταίει». Αλλά η συνεργασία τους συνεχίστηκε και στην από κοινού συγκέντρωση και δημοσίευ­ση, τον Ιούνιο του 1880, των πολιτικών λόγων του θείου τους, Πρωθυπουργού Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, στη Βουλή. 0 άλ­λος γιος της Ασπασίας Δροσίνη και του Ευστάθιου Ηλιόπου­λου, ο Τιμολέων, εξέχων καθηγητής ποινικολόγος, υπήρξε από το 1921 μέχρι και τον θάνατο του, το 1932, Πρόεδρος του Φι­λολογικού Συλλόγου «Παρνασσός».

Ο δεύτερος γιος του «Νικολάκη», ο Δημήτριος Δροσίνης, υπήρξε μεγαλοδικηγόρος του Μεσολογγίου. Το μνήμα του, εντυπωσιακό έργο του Δημητρίου Φι­λιππότη, δεσπόζει στο παραδοσιακό Κοιμητήρι του «Αη-Λαζάρου» στο Μεσολόγγι. Ολόσωμος, με την εθνική του στολή, μοιάζει σαν ολοζώντανος, ο πραγματικός λεβέντης άρχοντας. Ο Δημήτριος παντρεύεται την Πηγή (Παρπαρία) και αποκτά μαζί της τρεις κόρες, την Ανδρομάχη, την Ελένη και την Δροσίνα. Αυτές τις πληροφορίες άντλησα από απογόνους του. Τελευταία βρήκα και τη διαθήκη του, από την οποία προ­κύπτει πως είχε προηγηθεί και άλλος γάμος του, με την Μαριγώ Ραζή, κόρη του Δημητρίου Ραζή. Από τον γάμο αυτό είχε και ένα παιδί, την Ζωίτσα ή Μαρία, η οποία απεβίωσε στις 17 Αυγούστου 1875. Το όνομα της δεύτερης γυναίκας του είναι μεν Πηγή, αλλά όχι Παρπαρία. Στην εν λόγω διαθήκη αναφέ­ρεται ακόμη πως ο πατέρας της ονομαζόταν Αναστάσιος Γεωργιτζόπουλος-Καμπέρης και πως γεννήθηκε στις 3 Ιανουαρί­ου 1815 και όχι το 1808, όπως αναφέρουν άλλες πηγές.

Ένα από τα παιδιά της Ανδρομάχης Δροσίνη και του Πε­ρικλή Δημητριάδη είναι ο Δημήτριος Δημητριάδης, ο εκλεκτός ποιητής «Ρήγας Γκόλφης», ο οποίος επισκέπτεται συχνά τον Δροσίνη στην Κηφισιά. Ο «Ρήγας Γκόλφης», φιλολογικό ψευδώνυμο του Δημητρίου Δημητριάδη, Καρπενησιώτης στην καταγωγή, ανήκει σε ιστορική οικογένεια αγωνιστών. Ο πατέρας του σπούδασε στη Ρουμανία και χρημάτισε γραμματικός του Καραϊσκάκη. Άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου στο Μεσολόγγι και αργότερα αυτό του συμβολαιογράφου, στην Αθήνα. Ο «Ρήγας Γκόλφης» γεννήθηκε στο Μεσολόγγι, στις 21 Ιανουαρίου 1882. Αρχικά πήγε σχολείο εκεί (στο Μεσολόγγι), αλλά τελείωσε το γυμνάσιο της Βαρβακείου Σχολής στην Αθή­να, όπου και σπούδασε Νομικά. Αν και από δεκαεπτά χρονών επιδόθηκε στη λογοτεχνία, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, διαδεχόμενος τον πατέρα του, άσκησε για βιοποριστικούς κυ­ρίως λόγους (είχε να παντρέψει και τις αδελφές του) το επάγ­γελμα του συμβολαιογράφου, που δεν ταίριαζε στην καλλιτε­χνική και ποιητική του φύση. Ο ίδιος αισθάνεται καταπιεσμέ­νος και ομολογεί: «…ονειροπολούσα να δώσω έργο, είχα πλά­σει όνειρα μεγάλα, αλλά αυτά τα παλιόχαρτα μου έφαγαν τα νιάτα, με γονάτισαν». Επαναστατεί και ακολουθεί με πάθος την ιδεολογία του σοσιαλισμού. Γίνεται συνεργάτης του μαχη­τικού περιοδικού «Νουμάς» και ειδικεύεται στην κριτική φι­λολογικών θεμάτων. Δημοσιεύει ωστόσο και αξιόλογες νομι­κές μελέτες. Γίνεται αγωνιστής του «δημοτικισμού» και μετα­φράζει στη δημοτική γλώσσα τον «Ύμνο της Διεθνούς» (Ήλιος 6, σ. 32) και το καταστατικό του κομμουνιστικού κόμματος. Η πίστη του στα ιδανικά του σοσιαλισμού είναι διάχυτη σε όλο το έργο του. Ιδιαίτερα στα ποιήματα του «Πρωτομαγιά», «Ζωή και Ανάσταση», στο ποίημα της αγροτιάς «Σκλάβοι της γης», ακόμη και στο θεατρικό του έργο «Γήταυρος». Από το 1909 εκδίδει διάφορες ποιητικές συλλογές. Είναι από τους πρώτους ειρηνιστές στην Ελλάδα και αξιώθηκε να ζήσει την ίδρυση και τα πρώτα συνέδρια του «Παγκοσμίου Συμβουλίου της Ειρήνης». Απεβίωσε την 1η Ιανουαρίου 1958 στην Αθήνα. Στην κόρη του, Μάχη Πολύχρονη, οφείλω τα περισσότερα γε­νεαλογικά στοιχεία του κλάδου αυτού, και της εκφράζω και πάλι τη μεγάλη μου ευγνωμοσύνη. Ο άνδρας της Ελένης Δροσίνη, ο Ηλίας Μιχαλόπουλος υπήρξε ξακουστός δικηγόρος του Μεσολογγίου, όπως ο πεθερός του, ο Δημήτριος Δροσίνης.

Όταν η τρίτη κόρη του Δημήτριου και της Πηγής Γεωργιτζοπούλου – Καμπέρη, η Δροσίνα φοιτούσε ως εσωτερι­κή μαθήτρια στο Αρσάκειο, την φιλοξενούσαν συχνά οι γονείς του Γεωργίου Δροσίνη τις Κυριακές και τις γιορτές στο σπίτι τους, που ήταν απέναντι από το Αρσάκειο. Γι’ αυτήν έγραψε ο Δροσίνης την «Ανθισμένη Αμυγδαλιά». Ο ίδιος λέει: «Οι στίχοι του (τραγουδιού) γράφτηκαν για μια χαριτωμένη μαθήτρια του Αρσακείου, εξαδέλφη μου, που κάποτε στον κήπο μας εκούνησε την ανθισμένη νεραντζιά μας κ’ έπεσαν τ’ άνθη απά­νω της. Αμυγδαλιά έγινεν η νεραντζιά, γιατί τη νόμισα ποιητικώτερο δέντρο». Η Δροσίνα Δροσίνη παντρεύτηκε τον δικα­στικό και αργότερα αρεοπαγίτη Μελέτιο Μελετόπουλο, απέ­κτησε πολλούς απογόνους και έζησε σχεδόν εκατό χρόνια.

Εκτός από τον Καραγιώργο και τον Νικολάκη, για τους οποίους ανέφερα και μερικούς από τους απογόνους τους, δεν είναι γνωστό αν τα υπόλοιπα αγόρια του Καπετάν-Ανάσταση παντρεύτηκαν ή απέκτησαν απογόνους. Επίσης, δεν γνωρίζουμε εάν ο Καπετάν-Ανάστα­σης είχε αποκτήσει και κόρες. Φαίνεται πάντως ότι ο Κωνστα­ντίνος Τσακανίκας-Χαλκιώτης είχε παντρευτεί μία Δροσίνη, της ίδιας γενεάς με τους γιους του Καπετάν-Αναστάση, της δεύτερης γενεάς προγόνων της οικογένειας. Παρά το γεγονός πως δεν κατέστη με βεβαιότητα δυνατή η γενεαλο­γική ένταξη αυτής της Δροσίνη στον συγγενικό κύκλο του Γεωρ­γίου Δροσίνη, ο εγγονός της, ο Γεώργιος Τσακανίκας, δικηγόρος και πολιτευτής, γνωστός λυρικός ως «Κίμων Γαλάζης», επιβεβαιώνει τη στενή συγγενική σχέση, αναφέροντας πως φιλοξενείτο ο «δευτεροξάδελφός»του, ο Γεώργιος Δροσί­νης, στο πατρικό του σπίτι στο Αγρίνιο. Για την συγκρότηση αυτού του κλάδου συνεργάστηκα στενά με τους αγαπητούς αδελφούς Τσακανίκα, με τον αείμνηστο Αθανάσιο, εκλεκτό δι­κηγόρο των Αθηνών και τον Βασίλειο, αξιόλογο γεωπόνο του Αγρινίου, ο οποίος διακρίνεται για την δυναμική συμμετοχή του στην «Αιτωλική Εταιρεία Προστασίας Τοπίου και Περι­βάλλοντος». Τους ευχαριστώ θερμά.

Όπως προείπα, οι πρόγονοι εκ πατρός του Γεωργίου Δρο­σίνη συμμετείχαν ενεργά στον Απελευθερωτικό Αγώνα και πολλοί απ’ αυτούς έπεσαν ηρωικά στην Έξοδο του Μεσολογ­γίου. Οι επιζήσαντες και αρκετές γενεές απογόνων αυτών με­γαλούργησαν στο Μεσολόγγι. Όπως προκύπτει, κυρίως από τις διαθήκες τους και από τα υποθηκοφυλακεία, η τεράστια κτηματική περιουσία τους εκτεινόταν και πέρα από την πόλη του Μεσολογγίου, στην ευρύτερη περιοχή αυτής. Οι συνθήκες που επικράτησαν κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και κυρίως κατά την μεταπολεμική περίοδο, υποχρέωσαν μεγάλο μέρος του επαρχιακού πληθυσμού να μεταναστεύσει στην Αθήνα. Έτσι, το όνομα Δροσίνη δεν το συναντάμε σήμερα στους κατοίκους του Μεσολογγίου, γιατί δεν υπάρχουν πλέον εκεί στενοί συγγενείς του Γεωργίου Δροσίνη. Η μνήμη όμως του ίδιου υπάρχει ακόμη, πενήντα χρόνια μετά από το θάνατο του, και θα μείνει βαθιά ριζωμένη στην ψυχή όλων μας!

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΧΡΗΣΤΟ ΔΡΟΣΙΝΗ του Γεωργίου

Πατέρας του Ποιητή. Δημόσιος Λειτουργός

Ο Δροσίνης γράφει:

«Ο Χρήστος Δροσίνης πρώτα ήτον ταμιακός υπάλληλος και κατόπιν ταμίας στο Αγρίνιον και στην Ανδρίτσαινα και είχε μετατεθεί τελευταία στο Ελεγκτικόν Συνέδριον… (Ο παππούς του Δροσίνη εκεί τον γνώρισε και τον διάλεξε γαμπρό του για την κόρη του Αμαλία).

Σ.ΦΖ.-Α’σελ.42

«…εργαζότανε …στο Υπουργείο των Οικονομικών, που υπηρετούσε τότε γραμματεύς και κατόπιν τμηματάρχης και διευθυντής του Γενικού Λογιστηρίου, ως που αποχώρησε με το όριο της ηλικίας». Το 1887-1894. Ήταν λογιστής της Αρχαιολογικής Εταιρίας.

Σ.Φ.Ζ.-Α’σελ, 28.

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΔΡΟΣΙΝΗ

Αδελφός του Ποιητή

Γεννήθηκε το 1868 πήρε το όνομα του από τον παππού του Κων/νο Πετροκόκκινο πεθαμένον ένα χρόνο πριν. Τελείωσε τη Σχολή Ευελπίδων, που ήταν τότε στον Πειραιά με διοικητή το Θρασύβουλο Μάνο. Μαθητής 4ης τάξεως. Απόφοιτος στρα­τιωτικός Σχολής Μονάχου. Το καλοκαίρι του 1889 πήρε άδεια από τη Σχολή των Ευελπίδων και επισκέφτηκε μαζί με τον ποιητή τις Γούβες. Έπλεξε ένα ειδύλλιο, με τη μικρότερη κόρη του παπά της περιοχής την Μαγδαληνή. Έμεινε ενθουσιασμένος από τις Γούβες και πέρασαν μαζί ευχάριστες μέρες…

Ο Δροσίνης γράφει για τον θάνατό του:

«— ΚΥΡ. 3 MAP. 1890 …συμφώνησαν μ’ ένα συμμαθητή του να πάνε το απόγευμα στο Νέο Φάληρο καβάλα. Ενοικίασαν ένα καλό άλογο από το γνωστό ιπποστάσιο: τον «Αραμπή» …νέο και ζωηρό και ήθελε να δείξη, πως είναι καλός καβαλά­ρης.

Στην οδό Πειραιώς, από την αυλόπορτα του Γκαζιού, χύ­θηκαν δύο μεγάλα σκυλιά στα πόδια του αλόγου. Ο «Αραμπής» τρόμαξε και πήρε δρόμο. Ο Κώστας ανατινάχθηκε κ έπεσε κά­τω… και σύρθηκε κάμποσο διάστημα…

+ Τη νύχτα της 8.3.1890 ΣΑΒ. πριν τα ξημερώματα …ο τε­λευταίος αχνός της αναπνοής ανεμίσθηκε με της καρδιάς τον υστερνό χτύπο. Το απόγευμα της 9.3.1890 ΚΥΡ. έγινε η κη­δεία…

Για μας τ’ αδέλφια του, ύστερα από τον πρώτο σπαραγμό, η θύμηση του Κώστα έμεινε σαν γλυκόπικρος πόθος κάποιον περαστικού ωραίου, που χάθηκε για πάντα».

Σ.Φ.Ζ. Γ΄ σελ. 140-144

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟ (Β΄) ΔΡΟΣΙΝΗ

Αδελφός του Ποιητή. 1871 – +19/2/1942

Διευθυντής της Εθνικής Ασφαλιστικής Εταιρείας. Έμεινε ανύπανδρος. Στις 28 Ιουνίου 1918 αγόρασε το σπίτι της Κη­φισιάς από το θείο του Αθανάσιο, αλλά ο ενοικιαστής, τον οποίο ο νόμος προστάτευε λόγω ενοικιοστασίου, έμεινε μέχρι το 1927.

Ο Δροσίνης γράφει;

«Όταν ελευθερώθηκε από τον ενοικιαστή ο αδελφός μου αποφάσισε αμέσως όχι την απλή επισκευή του, αλλά και τη ρι­ζική διασκευή ώστε να γίνη μεγαλύτερο και πιο συγχρονισμέ­νο. Παρακάλεσε το φίλο του αρχιτέκτονα Μιχαήλ Λυκούδη να του κάνη το σχέδιο και να το εκτέλεση. Στη ταράτσα του επά­νω πατώματος εκτίσθηκαν άλλες δύο καλές κρεβατοκάμαρες και στα ανατολικομεσημβρινά, ανοίχτηκε και. ένας εξώστης με τη θέα της Πεντέλης. Στο κάτω πάτωμα έγινε το άνοιγμα των παραθύρων από τα στενά και σιδεροφραγμένα λόγω ληστειών που ήταν. Το σχέδιο Λυκούδη προέβλεπε κι ένα τρίτο πάτωμα με δύο καμάρες προς τον κήπο και ταράτσα. Κρίμα που το πρόσθετο έξοδο εμπόδισε την εκτέλεσή του».

Το σπίτι της Κηφισιάς, ο Στράτος το έγραψε ως κληρονο­μιά στην Κάκια και εκείνη το κληρονόμησε στον Κωνσταντίνο τον γυιό του Ποιητή. Επειδή όμως ο Κωνσταντίνος πέθανε λί­γους μήνες πριν από τη θεία (30/1/1956 (η Κάκια πέθανε στις 4/6/1956) το σπίτι ξαναγύρισε καταχρεωμένο στην ίδια και έμεινε υποθηκευμένο στο Κράτος. Όταν δε τα παιδιά το έδωσαν στον Δή­μο για να γίνει Μουσείο (όπως ήλπιζε ο Γ. Δροσίνης) ο Δήμος αδυνατούσε να το παραλάβει και βρέθηκε η λύση να παραμεί­νει, στο Κράτος, αλλά να το διαχειρίζεται ο Δήμος κάνοντας έναν όροφο ΜΟΥΣΕΙΟ και έχοντας ένα ξεναγό για το χώρο.

Το δεύτερο σπίτι που αγόρασε ο Στράτος ήταν στον Ωρω­πό, το οποίο το ονόμασε ΓΑΛΗΝΗ από την ομώνυμη ποιητική συλλογή του Ποιητή.

Με το σεισμό του 1939 το σπίτι γκρεμίστηκε. Κλέψανε σχεδόν τα πάντα, αλλά ο Στράτος το ξανάχτισε. Πε­θαίνοντας το άφησε κληρο­νομιά στις δύο κόρες του Ποιητή. Στο Μουσείο υπάρχει ακόμα ένα τιμητικό δίπλωμα από την Τράπεζα που εργαζόταν (για τις εμπορι­κές συναλλαγές με τη Γιουκοσλαυΐα και τη Τράπεζα).

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟ ΔΙΟΜΗΔΗ ΚΥΡΙΑΚΟ (1866-1922)

Θείος του Ποιητή

Φιλαναγνώστης και συγγραφέας της τρίτομης Εκκλησιαστικής Ιστορίας και εκδότης δύο θρησκευτικών περιοδικών.

Ο Δροσίνης γράφει:

«Ο θείος μου ο Αναστάσιος ήτον ο Διομήδης Κυριάκος, Καθηγητής της Θεολογίας στο Πανεπιστήμιον, είχε πάρει γυ­ναίκα την αδελφή της μητέρας μου στα 1869».

Ο πρώτος ιδιοκτήτης του σπιτιού της Κηφισιάς ήταν ο Χατζηανάργυρος (αρχοντική σπετσιώτικη οικογένεια), ο οποίος το έκτισε με σχέδιο που είχε φέρει από την Ιταλία. Το εξοχικό του ήταν κτισμένο στο υψηλότερο μέρος του χωριού και είχε χρησιμοποιήσει πεντελικό μάρμαρο. Ο ευρύχωρος εξώστης ήταν και είναι στρωμένος με τρεις μεγάλες μαρμαρόπλακες, σίγουρα τα απομεινάρια από τη στρώση της εκκλη­σίας των Αγίων Θεοδώρων που ήταν δίπλα στο οικόπεδό του.

Ο Δροσίνης γράφει:

«Το σπίτι της Κηφισιάς το είχεν αγοράση ο θείος μας από την Εθνική Τράπεζα στα 1879. Ήταν βαριά υποθηκευμένο κ’ η Τράπεζα το πούλησε σε πλειστηριασμό το 1918. Η γυναίκα του θείου έζησε με την κόρη του Μαρίνα και πέθανε το 1887».                                                              Σ.Φ.Ζ. Γ σελ. 156

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΓΓΕΛΙΚΗ Δροσίνη – Μπεμπούλα

Πρωτότοκη κόρη του ζεύγους Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ.

Χαϊδευτικά την ονόμαζαν Μπεμπούλα. Ο Δροσίνης της είχε αδυναμία. Παντρεύτηκε στην Ιταλία τον Αύγουστο Κορτίνη από καλή οικογένεια (στο Μουσείο υπάρχει το έμβλημα της Οικογένειας).  Δεν απέκτησαν απογόνους.

Γεννήθηκε στις 23/11/1898 και πέθανε στην Ρώμη στις 8/5/1982. Σον τάφο της είναι γραμμένοι οι στίχοι από το Χώμα Ελληνικό.

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΜΑΛΙΑ – ΛΙΛΥ ΔΡΟΣΙΝΗ ντε PLANTA

Δευτερότοκη κόρη του Ποιητή

Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 23/11/1903. Παντρεύτηκε στις 18/12/1926 τον Johann (Jean) Martin von Planta, Ελβετό κτηματία (τον γνώρισε στην Γενεύη) γεννημένο στο Furstenau στις 4/8/1904 όπου και τα κτήματα του. Οι γονείς του ήταν ο Gandenz von Planta και η Jenny Vischer.

Το ζεύγος πέρασε τη ζωή του στην Ελβετία, ήρθε λίγες φορές στην Αθήνα. Ο γαμπρός μετάφρασε αρκετά έργα του Γ. Δροσίνη στα γερμανικά και δημοσίευσε διηγήματα σε εφημε­ρίδες και περιοδικά της Ελβετίας.

Στο τέλος της ζωής τους δεν είχαν οικονομική άνεση. Τα τελευταία χρόνια η μητέρα της Αμαλία Δροσίνη έζησε κοντά τους, πέθανε το 1946 στη Λωζάνη όπου και θάφτηκε. Η Λίλυ πέθανε από συγκοπή καρδιάς στις 7/11/1982 και θάφτηχε στο ίδιο κοιμητήρι.

Ο Johann πέθανε στις 14/9/1996 και έζησε τα τελευταία χρόνια του σε γηροκομείο, το οποίο είχε κτιστεί σε δική του ιδιοκτησία.

Από το αρχείο μας βλέπουμε ότι η Λίλυ από το θείο της Ευστράτιο κληρονόμησε το μισό σπίτι του Ωρωπού και τα λεφτά της πώλησης του τα πήρε ο άντρας της.

Από τη μητέρα της η Λίλυ κληρονόμησε ένα γωνιαίο ακίνητο στην Αθήνα Σκουφά και Σίνα 19 (Σήμερα 2018 στεγάζεται ο εκδοτικός οίκος ΜΕΛΙΣΣΑ).

Ακόμα κληρονόμησε ένα οικόπεδο στην Κηφισιά στη θέση Μνήματα (40μ x 49,8 (43,45μ χ 47,25μ), 3535, 25/6/1984 ) τα λεφτά τα πήρε ο άντρας της μέσω προξενείου της Γενεύης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗΣ

ΓΙΟΣ του Ποιητή

Ο μοναχογιός του ζεύγους πήρε το όνομα του θείου του, δηλαδή του αδελφού τού Γεωργίου Δροσίνη, ο οποίος σκοτώ­θηκε πέφτοντας από το άλογό του. Ο αδελφός αυτός ήταν ένας δυναμικός νέος, είχε σπουδάσει σε στρατιωτική σχολή στη Γερμανία. Ο αδόκητος θάνατος του έφερε τη δυστυχία και τον πόνο σε όλη την οικογένεια και ιδιαίτερα στη μάνα, που πεν­θούσε τον Κώστα, ως το τέλος της ζωής της.

Ο Ποιητής έδωσε το αγαπημένο όνομα «Κωνσταντίνος» στον γιο του, με την ευχή και την ελπίδα το αγόρι να γίνει αντάξιο του θείου του. Τα γεγονότα δεν εξελίχθηκαν, όπως τα οραματίστηκε ο πατέρας Δροσίνης. 0 γιος του δεν έγινε ένας «Κωνσταντίνος», που ορμά σ’ ένα άτι για να κατακτήσει την ζωή. Έμεινε ένας «μπέμπης» αδύναμος, γλυκός ωραίος, που γέμισε τη ζωή του με λάθη και αποτυχίες. Έχοντας στους ώμους του βαρύ φορτίο γεμάτο ελπίδες και προσδοκίες για όλη την οικογένεια Δροσίνη, λυγίζει και χάνει τον προσανατολισμό του.

Ιδιαίτερη έφεση στα μαθήματα δεν είχε. Το απολυτήριο του δημόσιου Γυμνασίου Αθηνών, 1907-1908, το πήρε με τον βαθμόν λίαν καλώς.

Το 1909-1910, γράφεται στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε ηλικία 18 χρο­νών. Ο πατέρας του ελπίζει πάντα και σχεδιάζει το μέλλον του.

Ο Κώστας, όμως, δεν σχεδιάζει. Δρα αυθόρμητα, χωρίς πυξίδα, χωρίς σκοπό, χωρίς στόχο.

Χωρίς να τελειώσει τη Νομική Σχολή Αθηνών, το 1914, εγ­γράφεται στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας όπου παρακολουθεί μαθήματα φιλοσοφίας.

Από το φύλλο ελέγχου (Feuille de Contrôle) του Πανεπι­στημίου της Γενεύης, πληροφορούμεθα ότι ο Κ. Δροσίνης κα­ταθέτει το έγγραφο από το Πανεπιστήμιο της Λειψίας, (έγ­γραφο αρ. 3 σελ. 318) μαζί με το απολυτήριο του ελληνικού γυ­μνασίου και ζητάει μεταγραφή στον κλάδο των κοινωνικών και οικονομικών επιστημών.

Στη συνέχεια, εμφανίζεται στο Παρίσι, όπου σύμφωνα με έγγραφο της Faculté de Lettres, (έγγραφο αρ. 7) παρακολου­θεί εκεί κάποιες περιόδους στη Σχολή. Το έτος 1919, απουσία­σε τέσσερις περιόδους, αλλά τελικά αποφοίτησε το 1922.

Ο πατέρας Γ. Δροσίνης γράφει σε ένα γράμμα του, με κά­ποια ανακούφιση και αρκετή πικρία: «Επιτέλους στα 30 του χρόνια πήρε το δίπλωμά του στο Παρίσι».

Ήρθε επιτέλους η ώρα ο Κωνσταντίνος να βάλει τα θεμέλια για την προσωπική του ζωή. Ασχολείται με εμπορικές αντι­προσωπείες, ενώ παντρεύεται την Olga Lily Delius Haege, αυ­στραλιανής καταγωγής. Γι’ αυτό το γάμο δεν βρέθηκαν επίση­μα στοιχεία στην εκκλησία του Παρισιού. Αντιθέτως, υπάρ­χουν επίσημες αποδείξεις για τον δεύτερο γάμο του με την Blanche Germaine Marthe Dancie, γαλλίδα στην καταγωγή. Παιδιά δεν απέκτησαν.

Οι σχέσεις του Κωνσταντίνου με την αδελφή του Μπεμπούλα ήταν από χλιαρές έως παγωμένες; Η απόσταση που τους χώριζε ήταν βέβαια ένας ανασταλτικός παράγοντας.

Η Αγγελική (Μπεμπούλα) είχε παντρευτεί τον ιταλό Cortini Augusto και έμενε μόνιμα στην Ιταλία. Ήταν θυμωμένη με τον αδελφό της για την άσωτη ζωή του, όπως έγραφε στα λίγα γράμματα που αντάλλαξαν μεταξύ τους. Έκαναν πάνω από είκοσι χρόνια για να συναντηθούν. Μετά όμως από το δεύτερο γάμο του με την Germaine και τις εξηγήσεις που έδωσε ο Κώ­στας στην αδελφή του, τα δύο ζευγάρια πέρασαν τις διακοπές τους μαζί, κάπου στην Ιταλία.

Η μικρότερη αδελφή του, Αμαλία-Λίλυ, παντρεύτηκε τον Ελβετό Johann Martin von Planta και έζησε στην Λωζάνη έχο­ντας μαζί την μητέρα της.

Ο Κωνσταντίνος ταξιδεύει στο Λονδίνο για τις δουλειές του, προσπαθώντας να ανταπεξέλθει στις οικονομικές δυσκο­λίες που ενέσκυψαν λόγω του πολέμου. Βρίσκεται στην Λωζά­νη, λίγο πριν πεθάνει η μητέρα τους (το 1946), οπότε συναντιέ­ται και με την αδελφή του Λίλυ. Παρόλα τα οικονομικά προ­βλήματα, στέλνει χρήματα για την κηδεία της μητέρας τους.

Με τον πατέρα του η σχέση είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Τον ντρέπεται, γιατί δεν μπόρεσε να πραγματοποιήσει στη ζωή του τις προσδοκίες που εκείνος ανέμενε από αυτόν.

Κάποια φορά έρχεται στην Αθήνα και μένει στο ξενοδο­χείο «Μεγάλη Βρετανία», παρ’ όλη την οικονομική δυσχέρειά που είχε, μόνο και μόνο, για να αποδείξει στον πατέρα του κά­ποια επιτυχία.

Την επόμενη φορά που σκέφτηκε να έρθει στην Ελλάδα, ζήτησε από τον πατέρα του να φιλοξενήσει αυτόν και τη γυ­ναίκα του στο σπίτι του στην Κηφισιά, προσθέτοντας ότι θα προσέφερε χρήματα για τα έξοδα του σπιτιού. Ο Δροσίνης, όμως, ανένδοτος, απέρριψε την πρόταση. Έτσι, ο Κωνσταντί­νος δεν ήρθε ποτέ ξανά στην Ελλάδα.

Ο μεγάλος θυμός και η απογοήτευση που ένιωθε ο Γεώρ­γιος Δροσίνης για τον γυιό του έχει τη ρίζα του στο εξής σημα­ντικό γεγονός: Ο Δροσίνης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, κλη­ρωτός της κλάσης του 1913 κατατάσσεται στις 8 Μαίου 1913 στο 1ο τμήμα Πεζικού για δύο έτη ως εθελοντής λοχίας. Έμει­νε στο στρατό ένα μόνο χρόνο και μετά έφυγε για σπουδές στο εξωτερικό. Δηλαδή δεν ολοκλήρωσε την στρατιωτική του θη­τεία και τον Απρίλιο του 1916 διαγράφεται από το γραφείο στρατολογίας ως λιποτάκτης.

Πώς λοιπόν ο Ποιητής, ο πατριώτης, που λάτρευε την Ελ­λάδα, που είχε προγόνους που έδωσαν το αίμα τους και την ζωή τους ακόμα για την απελευθέρωση αυτής της πολυαγαπη­μένης πατρίδας, να μην νιώσει πόνο και ντροπή για την πράξη αυτή του γιου του. Όσο κι αν προσπάθησε ο ίδιος να ρυθμίσει αυτό το σοβαρό θέμα, δεν το κατορθώνει. Το «στίγμα» έμεινε βαραίνοντας όλη την οικογένεια.

Ο θείος Στράτος, αδελφός του Ποιητή, αφήνει την περιου­σία του (κτήματα στον Ωρωπό) στα δύο κορίτσια και το σπίτι της Κηφισιάς στην αδελφή του την Κάκια. Τίποτε στον Κων­σταντίνο. Άρα, ταυτίζεται απόλυτα με τη γνώμη του Ποιητή.

Η μόνη εξαίρεση είναι η Κάκια, η οποία, μετά το θάνατο του Ποιητή, κληροδοτεί το σπίτι της Κηφισιάς στον ανιψιό της, παρ’ ότι ο Δροσίνης ήθελε να γίνει Μουσείο, το οποίο να φέρει το όνομά του και να περιέχει τα έργα του.

Ο Κωνσταντίνος πεθαίνει το 1956 λίγους μόνο μήνες πριν την θεία του σε ηλικία 64 ετών. Το σπίτι της Κηφισιάς παραδί­δεται στο Δήμο από την Μπεμπούλα, η οποία το αποψίλωσε, όσο μπόρεσε, πριν το παραδώσει. Ο Δήμος δεν το δέχεται και το γυρίζει καταχρεωμένο στο κράτος, το οποίο τελικά το πα­ραχωρεί πάλι στο Δήμο, με την υποχρέωση να δημιουργηθεί σε έναν όροφο ΜΟΥΣΕΙΟ ΔΡΟΣΙΝΗ. Μια εντολή που εκπληρώθηκε από το Σύλλογο ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ το 1998.

Ο Κωνσταντίνος, πρωτότοκος γυιός του Ποιητή Γ. Δροσί­νη, πέθανε στις 30 Ιανουαρίου 1956, στις 10:40 το πρωί, στο σπίτι του, οδός 28 Avenue Montaigne, στο Παρίσι, από χρόνια πάθηση. Δεν άφησε απογόνους, μόνο τη σύζυγό του άρρωστη και με μεγάλα οικονομικά προβλήματα.

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΓΕΩΡΓΙΟ ΚΑΛΟ

Α΄ εξάδελφος του Χρήστου Δροσίνη (πατέρας του Ποιητή)

Από την Πάτμο Χ; – 1880

Συνταγματάρχης του Τακτικού Στρατού του Φαβιέρου 1825-1829. Ήταν ένας από τους εξακόσιους, που ανέβηκαν στην Ακρόπολη τη νύκτα της 13.12.1826 και εφοδίασαν την πολιορκημένη φρουρά. Είχε παντρευτεί την Δροσίνη Αλτάνη 15/1/1839.

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ ΝΙΚ.ΔΡΟΣΙΝΗ

Αδελφός του Αθανάσιου Ν. Δροσίνη, θείος του Γεωργίου Δροσίνη 1815-1881. Δικηγόρος, παντρεύτηκε την Πηγή Γεωργιζοπούλου-Καρμπέρη και απέκτησε τρία παιδιά τη Δροσίνα, Ελένη και Ανδρομάχη. Η Δροσίνα ήταν η εξαδέλφη, που ενέπνευσε τον Ποιητή να γράψει το ποίημα: ΑΝΘΙΣΜΕΝΗ ΑΜΥΓΔΑΛΙΑ. Ο Σύλλογος μερίμνησε για την αποκατάσταση του τάφου του στο νεκροταφείο Άγιος Λάζαρος.

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΡΗΓΑ ΓΚΟΛΦΗ (Δ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ)

Γκόλφης Ρήγας (1876-1958): Εξάδελφος του Γ. Δροσίνη από την οικογένεια της μητέρας του.

Φιλολογικό ψευδώνυμο του διδά­κτορα της νομικής και συμβολαι­ογράφου Δημητρίου Π. Δημητριά­δη (1886-1958), από το Μεσολόγ­γι. Ήταν από τους κυριότερους συνεργάτες του πολιτικού, φιλο­λογικού και κοινωνικού περιοδι­κού «Νουμάς» και υπέρμαχος της δημοτικής γλώσσας και των σο­σιαλιστικών ιδεών. (Μετέφρασε: ανάμεσα στα άλλα και τον Ύμνο της Διεθνούς).

Επηρεάστηκε ποιητικά από τον (επίσης Μεσολογγίτη) Κωστή Παλαμά, του οποίου υιοθέτησε τον τρόπο γραφής και τις γλωσσικές του ιδέες. Εξέδωσε ποιητικές συλλογές («Τα τραγούδια του Απρίλη», «Ύμνοι». «Το γύρισμα της ρίμας» (1930), «Τετράμετρα» καθώς και άλλα διηγήματα. Έγραψε επίσης το δραματικό έργο «Γήταυρος» (1929),το οποίο χαρα­κτηρίστηκε ως «σοσιαλιστικό δράμα». Τα ποιήματα του, πά­ντοτε με ομοιοκαταληξία, διακρίνονται για την τρυφερότητα και την ευγένεια του στίχου τους. Πολλά έργα του (κριτικά, δοκίμια «Φαντασία και Ποίηση» 1935 κ.λπ.) βρίσκονται σκορπισμένα σε διάφορα περιοδικά και εφημερίδες της εποχής.

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΛΙΜΠΡΙΤΗ

Εξάδελφος της μητέρας του Γ. Δροσίνη

Ο Δροσίνης γράφει:

«’Ητον ιδανικός γιατρός και τον ελάτρευσεν ο φτωχόκοσμος της γειτονιάς του στην Νεάπολη. (Ευεργέτης των φτω­χών).

(Τ’ όνομα αυτό είχε τότε όλη η συνοικία από το δρόμον του Πανεπιστημίου και απάνω, γιατί ητον νεώτερος συνοικι­σμός) .

Εκατοικούσεν στη γωνιά της οδού Προαστείου (Μπενάκη) και της οδού Σόλωνος. Στις εκλογές ήτον σημαντικός κομμα­τάρχης…

Ο αδελφός του Λουδοβίκος Λιμπρίτης, δικηγόρος αποκα­ταστημένος στην Αίγυπτο… Ήτον δικηγόρος τοο Αβέρωφ και σύμβουλος του και είχε τόσην επιβολήν, ώστε τον έπεισε να μαρμάρωση το Στάδιον και να προικήση το πολεμικόν ναυτικόν με το μεγαλύτερον σκάφος του, το φερώνυμόν του Αβέ­ρωφ».

Σ.Φ.Ζ.& σελ. 89-90

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑ ΔΕΛΗΓIΩΡΓΗ

ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΕΞ ΑΓΧΙΣΤΕΙΑΣ

Ο Δροσίνης γράφει:

«Από τα συγγενικά και φιλικά σπίτια, που πηγαίναμε τις μεγάλες χρονιάρες μέρες, Πρωτοχρονιά και Πάσχα, ή περνού­σαμε κάποτε κι’ άλλα βραδινά στο γυρισμό μας από τον περί­πατο, αλησμόνητο μού μένει τού Επαμεινώνδα Δεληγιώργη το σπίτι, γωνιακό, στην οδόν Φιλελλήνων κι’ αντικρύ στη Ρωσική Εκκλησία. Από τους τότε πολιτικούς ο Δεληγιώργης ήτον ο ξεχωριστά αγαπητός του σπιτιού μας. Όχι μόνον ως Μεσολογγίτης, αλλά και γιατί είχαμε σα συγγένεια μαζί του. Για μένα είχε μια ξεχωριστή μαγεία από τα παιδιάτικα χρόνια το ευγε­νικό παρουσιαστικό του κ’ η μελωδική φωνή του. Αηδόνι της Βουλής δε, ήτον ο χαρακτηρισμός, που του είχε δώση ο λαός.

O Δεληγιώργης κατοικούσε στο μεσαίο πάτωμα και στο υπόγειο. Στο υπόγειο ήτον η φτωχικά επιπλωμένη τραπεζα­ρία, που χρησίμευε και για πολιτικό σαλόνι. Εκεί, οπότε πη­γαίναμε με τον πατέρα μου. βρίσκαμε πάντα μεγάλο κύκλο βουλευτών κι’ άλλων πολιτικών φίλων καθισμένων τριγύρω, και στη μέση την αγαθή κι’ ωραία γυναίκα του να βρίσκη πά­ντα ένα γλυκό λόγο για να δεχτή καθέναν που ήρχουνταν, για ν’ αποχαιρετήση καθέναν που έφευγε. Αυτό δε την εμπόδιζεν. αν ήτον καθημερινή, να κρατή στα γόνατα και κάποιο ασπρόρουχο ή φορεματάκι των παιδιών της, που ήθελε διόρθωμα και να παρακολουθή και την πιο ζωηρή πολιτική συζήτηση με τη βελόνα στο χέρι.

Κόρη Γιουρδή, από την αρχοντική υδραίικη οικογένεια η Ξανθή Δεληγιώργη. νεώτερη αδελφή της μητέρας του Μωρεάς, ήτον φημισμένη για τη νοικοκυροσύνη της. Κ’ η νοικοκυροσύνη της αυτή περνούσε από το σπίτι της και στο κόμμα το Δεληγιωργικό. Χωρίς ν’ ανακατεύεται καθόλου στη γενική πολιτική του, περιορίζουνταν να κρατή την τάξη και την αρμονία μετα­ξύ των οπαδών του. Εκείνη εξομάλυνε κάθε μικροδιαφορά, κάθε συνέρισμα, κάθε παρεξήγηση. Τι αυτό σε κάθε περίστα­ση τέτοια την ώριζαν κριτή και διαιτητή:

– Να ιδούμε τι λέει και η Κυρία Ξανθή.

Κι’ ο λόγος της ήτον πάντα ράντισμα λαδιού στη θάλασ­σα».

Σ.Φ.Ζ. σελ. 43-44

Ο Γεώργιος Δροσίνης, σε ηλικία 21 ετών, μαζί με τον εξάδελφό του Δ. Ηλιόπουλο συγκεντρώνουν και εκδίδουν σε βιβλίο τους λόγους που εκφώνησε ο Επαμεινώνδας  Δεληγεώργης, ως πολιτικός, κατά τα έτη 1859-1863.

Στο Μουσείο Δροσίνη υπάρχουν δύο βιβλία,  το ένα με τίτλο: «ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ» και το άλλο «ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑ ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ 1863-1877», με συγγραφείς: Γ. Δροσίνης και Δ. Ηλιόπουλος.

Στο περιοδικό Ραμπαγάς, στο Β΄έτος, τεύχος 126, 21 Οκτωβρίου 1879, σελ. 4, αναγγέλλεται η έκδοση των λόγων του Επαμ. Δεληγεώργη από τους Γ. Δροσίνη και Δ. Ηλιόπουλο, με τίτλο: ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ.

Η πρώτη αναφορά για τον Δεληγεώργη γίνεται  από τον Δροσίνη στα ΑΠΑΝΤΑ, τόμος 8ος, σελ. 31 και είναι η εξής:

«Εγώ δεν είχα καμμιά κλίση στην Πολιτική και το σπίτι μου μετά το θάνατο του Επαμεινώνδα Δεληγιώργη στα 1879, που είχαμε μαζί του σχεδόν συγγενικό δεσμό, δεν ενδιαφέρονταν για κανένα πολιτικό κόμμα. Είχα μάθη από τα πιο παιδιάτικά μου χρόνια να λατρεύω, σαν ημίθεο, το Μεσολογγίτη πολιτικό και ρήτορα, «το αηδόνι της Βουλής», κατά το λαϊκό χαρακτηρισμό του. Ο πρόωρος  και ξαφνικός θάνατός του μ’ έκανε να κλάψω. Στην κηδεία του κρατούσα κι’ εγώ ένα από τα δάφνινα στεφάνια. Και υστερότερα επιχειρήσαμε μαζί με τον Τάκη Ηλιόπουλο, εξάδελφό μου και συγγενή του, να εκδώσουμε τους Πολιτικούς Λόγους του στη Βουλή, κατά το πρότυπο της εκδόσεως των Πολιτικών Λόγων του Γαμβέττα. Περιοριστήκαμε όμως στον πρώτο τόμο για λόγους οικονομικούς». 

1) Βιβλίο: ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΑΙ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Στο Μουσείο Δροσίνη βρίσκεται το βιβλίο αυτό  με αρθμ. καταλόγου 1104, με 247 σελίδες, του 1896, Αθήνα Τυπογρ. Σ. Βλαστού,  οδός Νίκης 14 και Ερμού 10.

Η εισαγωγή μάς γνωστοποιεί ότι η οικογένεια Επαμεινώνδα Δεληγεώργη δημοσιεύει τα γεγονότα της ζωής τού Πολιτικού Ανδρός στα χρόνια 1859-1863. Μια φωτογραφία του σε νεαρή ηλικία κοσμεί τη δεύτερη σελίδα.

Το πρώτο μέρος έχει τίτλο: ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ. Ξεκινάει με τη γέννηση, σπουδές, τίτλους, εργασίες, κλίσεις και ροπές, ενδιαφέροντα.

Από το 1859 δημοσιογραφεί στην εφημερίδα Αθηνών και αντιπολιτεύεται την κυβέρνηση, υποστηρίζοντας ότι το κυβερνητικό σύστημα πνίγει τη φωνή τής νομίμου αντιπολιτεύσεως και της νομίμου εθνικής γνώμης.

Στις 9 Νοεμβρίου 1859, όταν εισήλθε στη Βουλή, επισημαίνει ότι συμμαχούν πότε ο Ζαΐμης με τον Κουμουνδούρο, πότε ο Ρήγας με τον έτερον αυτών. Έγινε Υπουργός με το κόμμα του Ζαΐμη. Όταν οι μεγάλες δυνάμεις ζητούσαν να πληρωθεί ένα εκατομμύριο δρχ, σαν ετήσια δόση του εξωτερικού δανείου, ο Δεληγεώργης ζήτησε να κατατεθούν τα έγγραφα της διαπραγμάτευσης. Απέτυχε, γιατί η Βουλή κατά την ψηφοφορία νίκησε. Έγινε εισηγητής σ’ ένα νόμο που εισήγαγε την πληρωμή ενός και μόνου μέρους του παλαιού χρέους του δανείου τού 1825. Η Βουλή το απέρριψε. Τα θέματα που υπερασπίστηκε στη Βουλή ήταν πολλά, όπως: για τα δάση, τα σιτηρά, τον προϋπολογισμό, τον εξοπλισμό των εθνοφυλάκων, κ.ά.

Η υποχρεωτική υποδούλωση της Ελλάδος, είτε προς τη Ρωσία είτε προς την Αυστρία, δεν άφηνε περιθώρια για ευημερία της χώρας. Ο Δεληγεώργης γράφει: «ότι η κορωνίδα της αναίδειας είναι η πολιτική αναίδεια». Ο Ζαΐμης παραιτήθηκε, ο Μιαούλης ορίζει Υπουργούς εξωκυβερνητικούς. Ο Βασιλιάς προσπαθεί να βρει λύση. Ο Δεληγεώργης συνεχίζει τη μάχη από το βήμα της Βουλής μέχρι το 1862. Συνήθως αποτυγχάνει. Στις 4/2/1862 συλλαμβάνεται μαζί με άλλους, μετά την επανάσταση στη Σύρο. Στις 18/2/1862 εξορίζεται στην Κύθνο. Στην 1 Μαρτίου οι επαναστάτες, με αρχηγό τον Λεωτσάκο, ήρθαν να τον πάρουν μαζί με άλλους από την Κύθνο, για να τους μεταφέρουν στις φυλακές της Χαλκίδας. Ο Δεληγεώργης, μετά από τρεις ημέρες, έμαθε ότι η επανάσταση άρχισε από τη Σύρο και επεκτάθηκε στη Νάξο και την Θήρα.

Ο Δεληγεώργης παραπονείται εγγράφως στον Παλάσκα για την άθλια παραμονή του. Συνεχίζεται η εκτόπισή του και βρίσκεται στη Μύκονο στις 23 Μαρτίου. Η εχθρότητα του λαού απέναντι στον Βασιλιά μεγάλωνε. Επαναστατούν το Ναύπλιο και η Σύρος.

Στις 10 Οκτωβρίου 1862 τον κάλεσε ο επαναστάτης Παπαδιαμαντόπουλος και αφού ήρθαν στη σύσκεψη Βούλγαρης, Κουμουνδούρος, Μαυρομιχάλης, Αυγερινός, Νικολόπουλος, Διαμαντόπουλος, Ζαΐμης, ο Δεληγιώργης υπαγορεύει το ψήφισμα του έθνους με ρητή κατάργηση της βασιλείας του Όθωνος. (καταγράφεται το ψήφισμα).

Μετά δυνάμωσε η επανάσταση και ευδοκίμησε παντού.

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΛΟΓΟΙ  ΚΑΙ  ΠΟΛΙΤΙΚΑΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Καταγράφονται οι εξής λόγοι: Περί Ελευθεροτυπίας, Περί της καθ’ ημάς πολιτικής, Περί τύπου, Περί των δυστυχημάτων της Ελλάδας, Περί της πολιτικής των ευεργέτιδων δυνάμεων, Περί του ελληνικού χαρακτήρος, Δάνειον περί μεταναστεύσεως, Δίδακτρα Πανεπιστημίου, Ζητήματα κοινωνικής οικονομίας, Κατηγορητήριον του συστήματος, «Αναζητούμε βασιλεία», Η τάξις, Περί του ζητήματος του στρατού, Αιτίαι δι’ άς το σύνταγμα πρέπει να γίνη αυστηρόν και να οχυρωθή και τέλος ΠΡΟΚΗΡΥΞΙΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΑΟΝ. Υπογράφουν: ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ.

Ακολουθούν ΠΟΛΙΤΙΚΑΙ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ όπως:

1) 26/11/1859 «Επιστολή προς Μιχάλη Αντωνόπουλον».

2) 19/1/1860, Επιστολή προς Ευστάθιον Ηλιόπουλο.

3) 6/4/1860, Επιστολή προς Χρηστίδη.

Βέλγιον 1-13 Αυγούστου 1860.

Αξιότιμε Φίλε

4) Εν Σπάρτη 8/20 Αυγούστου 1860

Φίλτατε. Αξιότιμε Σίμε.

5) Alombieres 1860, Φίλτατε Ζαΐμη.

6) Εν Αθήναις  τη 30/12/1862, Φίλτατε Μιχ. Αντωνόπουλε.

7)Εν Αθήναις 16/28 Αυγούστου 1863, Φίλτατε Μιχ. Αντωνόπουλε.

8) Εν Αθήναις 16 Δεκεμβρίου 1860, προς τον κ. Υπουργό των Εσωτερικών.

9) Εν Μεσολογγίω, 9/12/1861. Προς τον Υπουργό των Εσωτερικών.

10) Μεγαλειότατε 15/1/1861.

11) Εν Μεσολογγίω, 16/1/1861.

Προς τον κ. Υπουργόν Στρατιωτικών.

Εν Μεσολογγίω τη 26/1/1861. Προς τον Σύλλογο των Νομικών.

ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΑΙ ΕΚΛΟΓΑΙ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ ΤΟΥ 1861

Ομιλία προς τους συμπατριώτας μου

—–

2) Βιβλίο: ΛΟΓΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ ΕΠ. ΔΕΛΗΓΕΩΡΓΗ 1863-1877 Αθήνα, Βιβλιοπωλείο Α. Κορομηλά και Ν.Β. ΝΑΚΗ – 1880. Σελίδες 450. Συγγραφείς Γ. Δροσίνης και Δ. Ηλιόπουλος. Το βιβλίο είναι δεμένο με μαύρο δέρμα 24,5Χ18 εκ.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Συνελέξαμεν τους πολιτικούς τού Επαμεινώνδα Δεληγεώργη λόγους και παραδίδομεν αυτούς εν βιβλίω εις του Ελληνικού Λαού την μελέτην. Εν αυτοίς εκτυλίσσεται η πολιτική ζωή του Ανδρός περί τον νεκρόν του οποίου εθρήνησεν η Ελλάς.

            Εν ταις εφημερίσι της Συνελεύσεως και της Βουλής, τήδε κακείσε διεσπαρμένοι, εις ολίγους ήσαν προσιτοί. Δις δε μεγάλη ήθελεν είσθαι η απώλεια αν, απολέσαντες το μέλλον Εκείνου, ηδυνατούμεν να διδαχθώμεν εκ του παρελθόντος Του.

Αθήνησι, Ιούνιος  1880

Γ.Χ. Δροσίνης     Δ.Ε. Ηλιόπουλος

ΛΟΓΟΙ

Σ.σ. 3-6 Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΚΤΑΚΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ (Στην Εθνική Συνέλευση 29/2/1863). Σ.σ. 7-12. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΩΣ ΥΠΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ ΤΙΝΩΝ ΚΑΙ ΨΗΦΙΣΜΑ. (Στην Εθνική Συνέλευση 15/5/1863). Σ.σ. 13-22. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΟΥ ΕΚ ΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΣΟΥΛΙΕ ΑΝΑΦΥΕΝΤΟΣ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ . (Στην Εθνική Συνέλευση 7/6/1863). Σ.σ. 23-30. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΕΚ ΤΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΤΟΥ ΣΟΥΛΙΕ ΑΝΑΦΥΕΝΤΟΣ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ. (Στην Εθνική Συνέλευση και ψήφισμα 8/6/1863). Σ.σ. 31-43. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ. (Στην Εθνική Συνέλευση 15/5/1863). Σ.σ. 45-74. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΛΙΒΑΔΙΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. (Στην Εθνική Συνέλευση και ψήφισμα 23/11/1863). Σ.σ. 75-84.Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΕΡΩΤΗΣΕΩΣ ΤΟΥ Κ. ΙΑΛΕΜΟΥ ΑΝΑΦΥΕΝΤΟΣ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ. (Στην Εθνική Συνέλευση 6/4/1864). Σ.σ. 85-107. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΦΟΜΟΙΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΙΟΝΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝ ΕΛΛΑΔΙ ΙΣΧΥΟΥΣΑΝ. (Στην Εθνική Συνέλευση και ψήφισμα 24/91864). Σ.σ. 109-113. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ. (Στην Εθνική Συνέλευση 14/10/1865, απερρίφθη). Σ.σ. 115 – 124. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΛΟΓΟΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΣ. (Στο Κοινοβούλιο 16/7/1865). Σ.σ. 125-148. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΛΟΓΟΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΣ. (Στο Κοινοβούλιο 22/7/1865). Σ.σ. 149-159. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΕΩΣ ΤΩΝ Κ. Κ. ΚΑΡΑΛΙΒΑΝΟΥ ΚΑΙ ΔΑΡΕΙΩΤΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο 24/7/1865). Σ.σ. 161-176. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΥΞΗΣΕΩΣ ΤΩΝ ΕΝΤΟΚΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΙΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο 30/7/1865). Σ.σ. 177-191. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΠΟΡΩΝ ΠΡΟΣ ΔΙΑΤΗΡΗΣΙΝ ΤΗΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο 13/10/1865,  απερρίφθη). Σ.σ. 193-198. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΥΠΟ ΤΟΥ Κ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΟΥΜΟΥΝΔΟΥΡΟΥ ΠΡΟΚΛΗΘΕΝΤΟΣ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ. (Στο Κοινοβούλιο 9/11/1865). Σ.σ. 199-210. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΠΡΟΤΑΣΕΩΣ. (Στο Κοινοβούλιο 19/11/1865, απερρίφθη). Σ.σ. 211 – 216. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο 19/11/1865, ψηφίστηκε). Σ.σ. 217 – 226. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΠΕΡΙ ΑΥΞΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΕΠΙ ΤΩΝ ΖΩΩΝ ΦΟΡΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο 23/2/1867, απερρίφθη). Σ.σ. 227-232. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΟΥ 1866. (Στο Κοινοβούλιο 14/3/1867). Σ.σ. 233-241. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΗΣ ΥΠΟ ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΔΙΑΛΥΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΛΑΜΙΑΣ. (Στο Κοινοβούλιο 27/10/1867). Σ.σ. 243-264. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΔΙ’ ΕΚΤΑΚΤΟΥΣ ΑΝΑΓΚΑΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ. (Στο Κοινοβούλιο 30/11/1867). Σ.σ. 265-271. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΟΥ ΔΙ’ ΕΚΤΑΚΤΟΥΣ ΑΝΑΓΚΑΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ. (Στο Κοινοβούλιο 1/12/1867, ενέκρινεν η Βουλή). Σ.σ. 273-291. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο 14/10/1867, απερρίφθη). Σ.σ. 293-316. Τίτλος : ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΙΚΟΝ ΛΟΓΟΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΣ. (Στο Κοινοβούλιο 25/7/1869). Σ.σ. 317-326. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο, ψηφίστηκε το 1869). Σ.σ. 327-340. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΗΣ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο 19/11/1869, απερρίφθη). Σ.σ. 341-352. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΚΤΑΚΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΙΚΩΝ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΧΡΗΣΕΩΣ ΤΟΥ 1869. (Στο Κοινοβούλιο, 13/11/1869). Σ.σ. 353 – 366. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ Κ. ΚΕΧΑΓΙΑ. (Στο Κοινοβούλιο, 21/1/1871). Σ.σ. 367-386. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΕΩΣ ΤΟΥ Κ. ΚΕΧΑΓΙΑ. (Στο Κοινοβούλιο, 22/1/1871). Σ.σ. 387-398. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΛΑΥΡΙΑΚΩΝ ΕΚΒΟΛΑΔΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο, 16/3/1871). Σ.σ. 399 – 413. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΛΑΥΡΙΑΚΩΝ ΕΚΒΟΛΑΔΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο, 18/3/1871). Σ.σ. 415-431. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΛΑΥΡΙΑΚΩΝ ΕΚΒΟΛΑΔΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο, 19/4/1871). Σ.σ. 433-450. Τίτλος: ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΛΑΥΡΙΑΚΩΝ ΕΚΒΟΛΑΔΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. (Στο Κοινοβούλιο, 28/4/1871).

Από το αρχείο του Μουσείου

—–

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΩΝ.  ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΩΝ

Γεώργιος Δροσίνης: Ο πρωτότοκος γιος, ένα από τα έξι παιδιά του Χρήστου Δροσίνη και της Αμαλίας – Δρόσου Πετροκόκκινου. Τα πεθερικά του ήταν ο Κωνσταντίνος Πετροκόκκινος λογιστής του και η Αικατερίνη Δρό­σου (παντρεύτηκε στις 14/9/1839). Το 1857 ήταν λογιστής του ελεγκτικού Συνεδρίου Στην οικογένεια του Δροσίνη τιμούσαν και σέβονταν τη μνήμη του παππού Πετροκόκκινου, έτσι έδωσαν το όνομά του στο μικρότερο γιο της οικογένειας, Κώστα, ο οποίος γεννήθηκε το 1868, ένα χρόνο μετά το θάνατο του παππού Κωνσταντίνου (1867). «Ο Κώστας μάλιστα κράτησε και το επώνυμο του παππού του – Πετροκόκκινος». Ο Κώστας σπούδασε σε Στρατιωτική Σχολή στη Γερμανία και υπηρέτησε στη Σχολή Δοκίμων στον Πειραιά. Πέθανε πρόωρα, τάφηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών στον οικογενειακό τάφο Δρόσου – Πετροκόκκινου. Η μητέρα τους Αμαλία κλείστηκε στο σπίτι με­τά τον πρόωρο θάνατο του γιου της (12-3-1890) και όταν πέθανε τάφηκε στον ίδιο τάφο.

Κατά την οικογενειακή παράδοση ο παππούς του Κωνσταντίνος Πετρο­κόκκινος και ο μικρότερος αδελφός του Ιωάννης, όπως και πολλοί άλ­λοι από το γένος των Πετροκόκκινων είχαν μεταβεί στη Ρωσία και εγκατασταθεί στην Οδησσό. Το 1823 ακολούθησαν τον Δημήτριο Υψηλάντη και επέ­στρεψαν στην Ελλάδα συμμετέχοντας ενεργά στον αγώνα για την ανε­ξαρτησία της πατρίδας.

Ο Ιωάννης Πετροκόκκινος μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους επέλεξε τη στρατιωτική καριέρα και αποστρατεύτηκε με το βαθμό του λοχαγού την εποχή του Όθωνα. Στη μνήμη του Γεωργίου Δροσίνη είχαν αποτυπωθεί οι αφηγήσεις συγγενών του για τη σφαγή της Χίου, τον Απρίλιο του 1822. Επτά μέ­λη της οικογένειάς του, από την πλευρά της μητέρας του, (ο μεγαλύτερος αριθμός θυμάτων από μια οικογένεια), ήταν ανάμεσα στους φυλακισμέ­νους στη σκοτεινή φυλακή του Κάστρου και, στη συνέχεια, σφαγιάστηκαν ή κρεμάστηκαν στις 23 Απριλίου του 1822.

Η οικογένεια των Πετροκόκκινων ανήκε σε μια από τις 37 πιο γνωστές αριστοκρατικές οικογένειες της Χίου. Εγκαταστάθηκε στο νησί τον 15° αιώνα ή προγενέστερα. Τον 19° αιώνα πολλοί από τους Πετροκόκκινους αναζήτησαν την τύχη τους σε άλλες χώρες, ωστόσο ποτέ δε διέκοψαν τις σχέσεις τους με την πατρίδα.

Μετά τα γεγονότα της σφαγής (1822) οι Πετροκόκκινοι εγκατέλειψαν το νησί και εγκαταστάθηκαν στη Σύρο και αλλού. Ένας από αυτούς έγινε Δήμαρχος Ερμούπολης και έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους δημότες της πόλης. Σύμφωνα με μαρτυρία του Γ. Δροσίνη ο αδελφός του Δη­μάρχου Θεμιστοκλής, που «ζούσε μακριά από τη Σύρο», ήταν ευκατά­στατος και βοηθούσε το δήμαρχο-αδελφό του στέλνοντάς του χρήματα. Στο νεκροταφείο της Σύρου υπάρχει ένα υπέροχο μνημείο, ο οικογενειακός τάφος των Πετροκόκκινων. Τάφος Πετροκόκκινου (Κωνσταντίνος Πετροκόκκινος) υπάρχει στον Πόρο, και με το ίδιο επώνυμο συναντάμε άτομα όχι μόνο στην Ελλάδα (Χίο, Σύρο, Πόρο, Εύβοια), αλλά και στο εξωτερικό. Οι Πετροκόκκινοι κατοικούσαν ή δια­τηρούσαν αντιπροσωπείες των εταιρειών τους σε διάφορα μέρη του κό­σμου (Τουρκία, Ιταλία, Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, Αυστρία, Ουκρανία-Οδησσό, αλλά και στη Νέα Υόρκη και στην Ινδία.

Πολλά μέλη της οικογένειας αυτής κατείχαν εξέχουσες δημόσιες και κοι­νωνικές θέσεις στην Οδησσό, στην Αγία Πετρούπολη, στη Μαριούπολη και διακρίθηκαν για την επιχειρηματική και ευεργετική τους δρα­στηριότητα. Η μητέρα του μεγά­λου μαθηματικού, «δασκάλου του Αϊνστάιν», Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή ανήκε και αυτή στην οικογένεια των Πετροκόκκινων (Δέσποινα Πετροκοκκίνου).

Στα απομνημονεύματά του με τίτλο «Σκόρπια Φύλλα της Ζωής μου» ο Γ. Δροσίνης αναφέρεται στην οικογένεια της μητέρας του, μια και ο πύργος στις Γούβες της Βόρειας Εύβοιας, στον οποίο είχε περάσει πολλά καλοκαίρια, είχε δοθεί ως προίκα σε αυτήν. Μια αδελφή της μητέρας του είχε παντρευτεί τον Καθηγητή Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, τον Ανα­στάσιο Διομήδη Κυριακό. Ο αδελφός του Δροσίνη Στράτος αγόρασε  από αυτόν το θείο το σπίτι στην Κηφισιά το 1918. Ο Αναστ. Διομήδης Κυριακός το είχε αγοράσει το 1879 από την Εθνική Τράπεζα. Για την άλλη αδελφή της μητέρας τους, τη θεία την Μαριγώ ο Δροσίνης γράφει: «πολύ ηλι­κιωμένη στα 1928, η τελευταία που έχει απομείνει από την οικογένεια των Πετροκοκκίνων, δε θέλησε να παντρευτή και κατοικούσε μαζί μας από τότε που γεννήθηκα. Σα δεύτερη μητέρα είχε αναθρέψει εμένα και τα άλλα μου τα αδέρφια».

Στη Χίο υπάρχουν πολλά σημεία, τοποθεσίες, μνημεία και κτίρια που θυμίζουν τη μεγάλη αυτή χιώτικη οικογένεια των Πετροκόκκινων, όπως:

* Ο Άγιος Ισίδωρος (Πετροκόκκινων) στον Κάμπο.

* Η Παναγιά η Στρατήδαινα, επίσης στον Κάμπο, ιδιοκτησία Στρατή Πε­τροκόκκινου.

* Η Σχολή στον Κάμπο, που χτίστηκε από τους Πετροκόκκινους για τη μόρ­φωση των παιδιών των αγροτών της περιοχής.

* Το μνημείο των σφαγιασθέντων Χίων, όπου αναγράφονται τα ονόματα των Πετροκόκκινων, που σφαγιάστηκαν στις 23 Απριλίου 1822.

* Ο Άγιος Βασίλειος είναι η οικογενειακή εκκλησία των Πετροκόκκινων στο Δημοτικό Κήπο, τα ερείπια του οποίου αποκαλύφτηκαν κατά τις ανασκαφές που διεξήγαγε ο Χιώτης αρχαιολόγος Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης, το 1920. Εκεί, στο νάρθηκα του ναού, βρέθηκε και η ταφόπετρα που έγραφε «Μνημείο του αξιοσέβαστου Δούκα Πετροκόκκινου και των απογόνων του. 1529».

Το 1591 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β΄ χαρακτήρισε το ναό αυτό ως τον ωραιότερο του νησιού και με ειδικό διάταγμα τον ανακήρυξε Μητροπολιτικό. Ο αρχαιολόγος που αποκάλυψε το ναό αυτό, ο Κωνσταντίνος Κου­ρουνιώτης (1872-1945), ήταν «αδελφικός φίλος» του Δροσίνη. Όπως αναφέρει ο ίδιος ο Ποιητής, τον πρωτογνώρισε όταν διηύθυνε στο Υπουργείο Παιδείας, το Τμήμα Γραμμάτων και Τεχνών και ο Κουρουνιώτης πήγε τμηματάρχης στο Αρχαιολογικό Τμήμα. Ο αδελφικός δεσμός τους κρά­τησε πάρα πολλά χρόνια. Τους χώρισε από το 1938 η απομόνωση του Δροσίνη στην Κηφισιά. Είχαν να ειδωθούν πολλά χρόνια, όταν απρόσμενα, λίγο πριν φύγουν οι Γερμανοί, τον είδε ξαφνικά μπροστά του ένα πρωινό φερμένον με κάποια φιλική μοτοσικλέτα». Ήταν όμως η τελευταία φο­ρά που τον συνάντησε. Το 1945 ο Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης πέθανε από συ­γκοπή. «Της Μοίρας προσταγή θα ήταν να ‘ρθη για να μ’ αποχαιρετή­ση», αναφέρει ο Δροσίνης. Μαζί του, όπως αναφέρει, είχε περάσει «αξέχαστες ώρες»: στην Ακρόπολη, στις ανασκαφές της Ελευσίνας, στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Αθήνας, όταν ήταν εκεί Διευθυντής ο Κουρουνιώτης.

Ο Κ. Κουρουνιώτης ήταν εκείνος που τον «παρέσυρε» και στα αποκα­λυπτήρια του μνημείου του Κ. Κανάρη στη Χίο. «Πήγα μαζί του φιλικά και ανεπίσημα, χωρίς αντιπροσωπείες και υποχρεώσεις. Την ώρα του πανηγυριού ακούαμε από μακριά την οχλοβοή, στον ίσκιο, και τη δροσιά του παραδείσιου κήπου του αρχοντικού σπιτιού του Χωρέμη». Το ταξίδι αυτό έγινε αφορμή για να γράψει τους στίχους, που του αφιέρωσε, για το αγαπημένο του νησί, τη Χίο: «Ο Κουρουνιώ­της ενθουσιάστηκε τόσο πολύ από αυτούς τους στίχους μου που τους τύπω­σε σε χοντρό διαλεκτό χαρτί και τους σκόρπισε στα πέρατα του κόσμου, όπου γνώριζε Χιώτες και Χιώτισσες…». «Κι εγώ», αναφέρει ο Δροσίνης, «είχα και θετικό κέρδος από τους στίχους μου. Ένας μεγαλοπαραγωγός του νησιού (ο καημένος ο Παχνός) μου έφερνε κάθε χρόνο μια μποτίλια ανθόνερο και μια ροδόσταμο».

Αικατερίνη Κολάκη

ΧΙΟΣ

«Στο φίλο Κουρουνιώτη, για την ωραία πατρίδα του»

Ωραίο νησί και λέγοντας μονάχα τ’ όνομά σου

με περιχούν τ’ ανθόνερα και τα ροδόσταμά σου,

γεμίζουν οι παλάμες μου με γιασεμιά ανθισμένα,

σφαλούν απ’ τη μαστίχα σου τα μάτια μεθυσμένα

κι’ ακούν τ’ αυτιά μου ένα παλιό τραγούδι αγάλι αγάλι,

τραγούδι για τις Χιώτισσες, που πλένουν στ’ ακρογιάλι:

και, δείχνοντας αστόχαστα τον ποδαστράγαλό τους,

κάνουν τους ναύτες που περνούν να χάνουν το μυαλό τους.

Ωραίο νησί! αν δε φόρεσες δαφνόκλαδα, σου φτάνει

για δόξα σου το ακάνθινο του μαρτυρίου στεφάνι.

Τα γιασεμιά κοκκίνισαν το χρόνο της σφαγής σου,

πίνοντας αίμα αντί νερό στη ρημαγμένη γη σου.

Τα χελιδόνια πέρασαν χωρίς να σταματήσουν

μην ξέροντας στο χαλασμό πού τις φωλιές να χτίσουν.

Κι΄ο ναύτης που ξετρέλλανες, ξαναπερνώντας πάλι,

δεν είδε ούτε μιά Χιώτισσα να πλένη στ’ ακρογιάλι.

Ποιητική Συλλογή, «Φευγάτα Χελιδόνια»

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΩΝ

Η οικογένεια με το όνομα «ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΟΣ» αναφέρεται για πρώτη φορά το 15ο αιώνα στη Χίο, σε ένα έγγραφο λατινικό που συντάχτηκε στο νησί, τον Ιούνιο του 1450.

Από το 1602 μέχρι το 1822 πολλές οικογένειες «ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΟΙ» ανα­φέρονται στα λατινικά και στα ελληνικά αρχεία της Χίου. Πρόκειται για αξιόλογα άτομα, αφού αναφέρονται επίσης από ταξι­διώτες Ολλανδούς, το 16ον αιώνα και τον 18ον αιώνα, από τον  Άγγλο ιατρό Julius Griff, που επισκέφτηκε τη Χίο το 1785.

Μέλη των οικογενειών αυτών υπήρξαν δημόσιοι υπάλληλοι, δικαστές, και αρχιερείς, όπως ο Μελέτιος Πετροκόκκινος που υπήρξε μητροπολίτης Εφέσου. Η οικογένεια κατατάσσεται στις είκοσι καλύτερες οικογένειες της Χίου. Οι Πετροκόκκινοι ενώνονται φυσικά με άλλες οικογένειες και αποκτούν, όπως καταγράφεται, με τέσσερα προσωνύμια: Αμαρτωλός, Κατσαρός, Κλείδας και Νυμφάκης.

Οι Αμαρτωλοί φέρουν το προσωνύμιο αυτό, λόγω της ένωσης της οικο­γένειας με μια παλιά βυζαντινή οικογένεια, που αναφέρεται με το όνομα αυτό σε έγγραφα του 13ο και 14ο αιώνα.

Οι Πετροκόκκινοι αυτοί, περήφανοι γι΄ αυτή τη συγγένεια προσθέτουν το όνομα ΑΜΑΡΤΩΛΟΣ στο οικόσημό τους και στις επιτύμβιες πλάκες τους. Η οικογένεια πορεύεται μέσα στο χρόνο. Ένας κλάδος εγκαθίσταται στην Οδησσό και επιστρέφει το έτος 1828 μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη, για να συμμετάσχει στον απελευθερωτικό αγώνα εναντίον των Τούρκων. Από τα εξέχοντα πρόσωπα της οικογένειας, ως πρώτο όνομα αναφέρεται ο Δούκας Πετροκόκκινος, ο τάφος του οποίου βρέθηκε το 1920, από ανασκαφές που έκανε ο αρχαιολόγος Κ. Κουρουνιώτης, στη Χίο. (Βρέθηκε η ταφική πέτρα κάτω από τα ερείπια της εκκλησίας του Αγίου Βασι­λείου, σήμερα βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Χίου).

Ο βασιλεύς Σεβαστιανός της Πορτογαλίας, για την περίοδο 1571 – 1578 και ο βασιλεύς Φίλιππος της Ισπανίας στα διατάγματά τους των ετών 1582, 1583 και 1592, επαινούν τον Νικόλαο Πετροκόκκινο για τις υπηρεσίες του στις Πορτογαλικές Ινδίες.

Η οικογένεια Πετροκόκκινου αναφέρεται, για πρώτη φορά, στα αρχεία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως, στις 17 Οκτωβρίου του 1400, σχετικά με ένα γάμο που σύναψε κάποιος Πετροκόκκινος με την ευλογία του Πατριάρχη Αντώνιου. Η κατοικία δεν αναφέρεται, αλλά ξέρουμε ότι η οικογένεια είχε εγκατασταθεί στη Χίο το 15ο αιώνα. Αυτό αποδεικνύεται βάσει ενός δικαστικού εγγράφου.

Ο Δούκας Πετροκόκκινος πέθανε στη Χίο το 1529, έχοντας δωρήσει τέσ­σερα σπίτια στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Συκούση, το 1518. Η ιστορία των μελών της οικογένειας   είναι   πολύ μεγάλη και ενδιαφέρουσα.

Η οικογένεια Πετροκόκκινου εγκατέλειψε την Χίο στις 23 Απριλίου 1822, μετά τη μεγάλη σφαγή από τους Τούρκους. Ανάμεσα στους 32.000 σφαγιασθέντες κατοί­κους της Χίου περιλαμβάνονται επτά μέλη της οικογένειας, τα οποία κρεμάστηκαν στο Κάστρο του νησιού.

Ο δε Θεόδωρος Χατζηθοδωρής του Νικολάου, από τον κλάδο των Αμαρτω­λών, πέθανε στο Κάστρο από βασανιστήρια, πριν από τον απαγχονισμό των συγγενών του.

– Τα μέλη που επέζησαν μετά τη σφαγή διασκορπίζονται. Αναφέρεται στη Σύρο ένας Δήμαρχος, με το επίθετο Πετροκόκκινος. Το μνημείο του στο Νεκροταφείο της Σύρου, στην Ερμούπολη, είναι το ωραιότερο απ’ όλα τα άλλα. Ένας Κωνσταντίνος και ένας Ιωάννης Πετροκόκκινος εγκαταστάθηκαν στην Οδησσό και επέ­στρεψαν το έτος 1823 μαζί με τον Δημήτριο Υψηλάντη, συμμετέχοντας ενεργά στον Αγώνα για την ανεξαρτησία της πατρίδας. Μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους ο Ιωάννης Πετροκόκκινος ακολούθησε τη στρατιωτική καριέρα και αποστρατεύτηκε την εποχή του Όθωνα, με το βαθμό του λοχαγού. Διέμενε στην Αθήνα και συγκεκριμένα στην Πλάκα.

Ο Χρήστος Δροσίνης, πατέρας του Ποιητή, παντρεύτηκε τη νεοτάτη Αμαλία Πετροκόκκινου απο το γένος της μητέρας Δρόσου, το 1859. Από το γάμο γεννήθηκαν έξι παι­διά, ο Γεώργιος, ο Νικολάκης, ο Ευστράτιος, η Αικατερίνη, ο Ευστράτιος Β΄ και ο Κώστας. Στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών υπάρχει ωραιότατο μνημείο των Δρόσων – Πετροκόκκινων, σήμερα κενό. Εκεί ετάφησαν Πετροκόκκινοι και Δροσίνηδες, εκτός από τον Γεώργιο Δροσίνη, τον ποιητή που διάλεξε να κοιμηθεί σ’ ένα απλό τάφο στο Κοιμητήριο της Κηφισιάς! Απόγονος από την πλευρά της μητέρας του, ο Δήμας Στεφάνου Πετροκόκκινος διαμένει (το 2005) στην Αθήνα, στην οδό Τιμολέοντος 25.

ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΕΣ

Οι Πετροκόκκινοι-Αμαρτωλοί είχαν σπίτι στη συνοικία Εγκρεμού της Χίου, κοντά στην εκκλησία του Αγίου Βασιλείου, γνωστό με το όνομα «ΠΥΡΓΑΚΙ ΤΟΥ ΕΓΚΡΕΜΟΥ». Είχαν ακόμα ένα εξοχικό σπίτι στον Κά­μπο και ένα άλλο στην άκρη της Κοκκάλας.

Ο Δημήτριος Νικολάου Πετροκόκκινος, αν και ζούσε στη Μασσαλία, έκτι­σε ένα δημοτικό σχολείο για τα παιδιά των χωρικών και ο Στρατής Πετρο­κόκκινος έκτισε την εκκλησία : «Η ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΣΤΡΑΤΗΔΑΙΝΑ» στην πε­ριοχή Τάλαρο, κοντά στο Δημοτικό Σχολείο.

Οι Πετροκόκκινοι-Κατσαροί είχαν εξοχική κατοικία γνωστή με το όνομα ΦΡΑΓΚΑΚΗ. Οι Πετροκόκκινοι άλλων κλάδων κατοικούσαν στην Απλωταριά. Η μεγάλη εκκλησία των Αγίων Ασωμάτων ανήκε στην οικογένεια. Οι Πετροκόκκινοι – Κλειδά έμεναν σ΄ έναν ΠΥΡΓΟ απέναντι από τη Μαξιμίνα, γνωστό ως ΚΑΣΤΕΛΟ. Οι Πετροκόκκινοι-Νυφάκοι έμεναν κοντά στην Κοκκάλα. Πολλά σπίτια της Χίου φέρονται ότι ανήκαν στους Πετροκόκκινους.

Υ.Γ. Το  έτος 1936 ο Δήμος της Χίου, τιμώντας τη μνήμη τους, ονόμασε ένα δρόμο στον ΚΑΜΠΟ, οδός ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΩΝ.

ΤΟ ΟΙΚΟΣΗΜΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ

Είναι ασημένιο και χωρίζεται σε δύο μέρη Α, η βάση για όλα τα οικόσημα και Β. Η βάση έχει στο κέντρο ένα κεφάλι.

Στο κέντρο του Β’ μέρους υπάρχει ένας αετός με ανοιγμένα τα φτερά πά­νω από ένα τοπίο με δύο βουνά. Στο ένα βουνό, υπάρχουν έξι σπίτια και στο άλλο, ένα. Από κάτω υπάρχει θάλασσα. Πάνω από το κεφάλι του αετού υπάρχει μια μεγάλη επιβλητική κορώνα.

Το οικόσημο αυτό στόλιζε κάποτε το σπίτι στον Εγκρεμό με την εξής φράση:

ΔΟΥΚΑΣ ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΟΣ – ΑΜΑΡΤΩΛΟΣ, 1612.

Σε μαρμαρένια πλάκα, η οποία χρονολογείται από το 1512, είναι χαραγμένα όπλα με βυζαντινά γράμματα.

Τα όπλα αναγνωρίστηκαν και υιοθετήθηκαν από τον Ισπανό βασιλιά των όπλων.

Σήμερα, 2015 η κυρία Χρυσάνθη Ψαρούδη, απόγονος της οικογένειας που ζει στην Κάτω Κηφισιά, παρέδωσε στο Σύλλογο «ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ» ένα κείμενο στη γαλλική γλώσσα, που αναφέρεται στους προγόνους της. Από αυτό το κείμενο κυρίως αντλήθηκαν τα ανωτέρω στοιχεία.

Λίλιαν Σβάρνα

Ομότιμη Καθηγήτρια  Ψυχολογίας

Καθολικού Πανεπιστημίου Παρισίων

ΜΑΡΙΓΩ Κ. ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΟΥ

Θεία του Ποιητή

Ο Δροσίνης γράφει:

«Η θεία μας Μαριγώ (Πετροκοκκίνου), αδελφή της μητέ­ρας μας, (Αμαλίας).

(1928) …πολύ ηλικιωμένη πια, ήτον η τελευταία …από την οικογένεια των Πετροκοκκίνων. Δε θέλησε να παντρευτή και κατοικούσε μαζί μας από τότε, που γεννήθηκα. Σα δεύτερη μητέρα μας είχεν αναθρέψει χ εμένα και τ’ άλλα μου τ’ αδέλ­φια.

Ήτον ο αγαθός άγγελος του σπιτιού.

…ευκόλυνε τη δίχρονη διαμονή μου στη Γερμανία με θυ­σία από τη μικρή περιουσία της.

…όταν πήρα μαζί με τον Πολίτη την ΕΣΤΙΑ από τον Κασδόνη, εκείνη πούλησε κάποια χρεώγραφά της και μου έδωσε τα χρήματα…

Αν έχω κάνει στη ζωή μου κάτι, που αξίζει, στην άγια εκεί­νη γυναίκα το χρωστώ, την αληθινή Καλόγρια της Στοργής».

Σ.Φ.Ζ.Γ’σελ. 159

«Ο Στράτος προς τη θεία μας: Συλλογίζομαι, πως θα έκανε πολύ καλό η εξοχή [η Κηφισιά] και σ’ εσένα, που μένεις καρφω­μένη εδώ σε μια πολυθρόνα. Εκεί θα περνάς τις μέρες σου στην αυλή και στο περιβολάκι κάτω από τα δύο μεγάλα πεύκα…

Στο σπίτι της Κηφισιάς: Στη θεία μας δώσαμε την κάτω κάμαρα ύπνου για να μετακινήται με την πολυθρόνα της ευκολώτερα, χωρίς ανεβοκατεβάσματα σκάλας».

Σ.Φ.Ζ. Γ΄ σελ. 159 και 162

20 ΝΟΕ. 1947 «…ένα ασημένιο ρολόι αγορασμένο από το παλαιό κατάστημα της οδού Ερμού από τη θεία μου Μαριγώ και χαρισμένο σ’ εμένα, όταν ήμουν 12 ετών. Δεν το χάρηκα για πολύ, γιατί, με το άνοιξε κλείσε της μηχανής του να ιδώ πως δουλεύει, το χάλασα και σταμάτησε χωρίς να μπορή να διορθωθή.

Συμπλήρωμα του ρολογιού εκείνου, που βρίσκεται σε κάποιο συρτάρι, απομεινάρι ιστορικό, μου χάρισεν ο θείος μου Κλεισθένης Καλογερής, μια χρυσή καδένα…!»

Σ.Φ.Ζ.Δ’σελ. 241-242

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΟ (Μπαρμπαγιάγκος)

Θείος της μητέρας του Ποιητή, ο νεότερος αδελφός του παππού

Υπήρξε στρατιωτικός αγωνιστής. Λοχαγός πεζικού. Γεν­νήθηκε στην Οδησσό και παρέμεινε στη Ρωσία (Ρουσία) μέχρι που κατέβηκε στην Ελλάδα με τον Δημήτριο Υψηλάντη και κατατάχτηκε στον τακτικό στρατό του Φαβιέρου. Αποστρα­τεύτηκε θεληματικά επί Όθωνος κι ο λόγος ήταν ο εξής:

Κάποτε ο Όθων τον ρώτησε εάν είναι αφοσιωμένος στο Βασιλιά κι εκείνος απάντησε: Εις το Έθνος. Ο Όθωνας του γύ­ρισε την πλάτη, κ’ εκείνος την άλλη μέρα ζήτησε την αποστρα­τεία του. Έζησε με τη μικρή σύνταξη του στην αρχή στην Πλά­κα και αργότερα στο Μαρούσι, όπου και πέθανε.

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΔΗΜΗΤΡΙΟ Κ. ΠΕΤΡΟΚΟΚΚΙΝΟ

Θείος του Ποιητή (αδελφός της μητέρας του Αμαλίας)

Στρατιωτικός. Σκοτώθηκε το 1868 κατά την επανάσταση της Κρήτης.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΣΣΑΒΒΕΤΗ

ΜΕΛΕΤΗ: «Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΤΟ 1882 – Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΣΣΑΒΕΤΗ – ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ»

Νικόλαος Β. Μαυρολέων

ΜΕΡΟΣ  Α)

Ο Γεώργιος Δροσίνης, διακεκριμένος πεζογράφος και σημαντικός ποιητής, υπήρξε και πολύπλευρος, πολυσχιδής και ταλαντούχος προσωπικότης, με ρόλο  ευεργετικώτατο στον δημόσιο βίο της εποχής του, ως «δραστήριος πραγματοποιός», κατά Ι. Μ. Παναγιωτόπουλον – λίγοι λόγοι πολλές πράξεις. Μέσω των υψηλών κοινωνικών επαφών του «εστρατολογούσε» υποψηφίους εθνικούς ευεργέτες, τότε ακόμη που υπήρχαν αυτοί. Δειγματοληπτικώς και μόνον εδώ αναφέρω τον Δημήτριο Βικέλα, ζάπλουτον ομογενή του εξωτερικού,  μαικήνα, συγγραφέα και ποιητή, ο οποίος, με την προτροπή του Δροσίνη, το 1899 ιδρύει τον «Σύλλογον προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων», μέγα μορφωτικό επίτευγμα της εποχής. Αφού προηγουμένως όμως, είχε αναλάβει ως πρόεδρος της διοικούσης Επιτροπής την διοργάνωσι για πρώτη φορά των συγχρόνων Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 (με γραμματέα τον Γάλλο βαρώνο ντε Κουμπερτέν). Η αναβίωσις των Αγώνων, φυσικό ήταν να συναρπάση και τον πατριωτικώτατο Δροσίνη, ο οποίος, ως διευθυντής από το 1894 της καθημερινής εφημερίδος «Εστία», επρωτοστάτησε στην εκστρατεία τύπου υπέρ της τελέσεως των Αγώνων στην Αθήνα, η οποία τελικά, συμπαρέσυρε και τους καιροσκοπούντες πολιτικούς της ημέρας. Αλλά και δια της γυναικός του μεγάλου μας εθνικού ευεργέτου Ανδρέα Συγγρού, ο Δροσίνης εχρηματοδότησε τις σπουδές  στη Ελβετία της Ειρήνης Λασκαράτου, πρώτης διδασκάλισσας και διευθυντρίας  της Σχολής Τυφλών, το 1907, καθώς επίσης και την ανέγερσι ευπροσώπου τάφου του μεγάλου, παρημελημένου μας όμως, πεζογράφου και ποιητού, Γεωργίου Βιζυηνού.

Ως Γενικός Επιθεωρητής της Δημοτικής Εκπαιδεύσεως του Υπουργείου Παιδείας (1908-1924), εθνοφελέστατα μπορούσε να θεσμοθετή υπέρ της πολυαγαπημένης του παιδείας, γενικώτερα: εδημιούργησε την Εθνική Πινακοθήκη, καθιέρωσε την Διαρκή Καλλιτεχνική Έκθεσι, ίδρυσε το Ωδείον Θεσσαλονίκης, επραγματοποίησε την σύνταξι του πρώτου Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης, εδημιούργησε το Γραφείο Σχολικής Υγιεινής, καθιέρωσε τις αναρρωτικές άδειες των εκπαιδευτικών, εισήγαγε στα σχολεία την γυμναστική, ανεδιωργάνωσε την Εθνική Βιβλιοθήκη, δια νόμου ενέκρινε δέκα Βιβλιοθήκες σ’ όλη την Ελλάδα, εδημιούργησε Δημοσία Βιβλιοθήκη στην Θεσσαλονίκη καθώς επίσης και σε κάθε πόλι άνω των 30.000 κατοίκων, εκαθιέρωσε την Εορτή της Σημαίας, μετέφερε στα σχολικά βιβλία έργα επιφανών νεωτέρων πεζογράφων και ποιητών, ωργάνωσε τα Αρχεία  του Κράτους, της Ύδρας και Κερκύρας, ανεδιωργάνωσε την Επιτροπή Εθνικής Μουσικής, ωργάνωσε το Λαογραφικόν Αρχείον, εχρηματοδότησε δια νόμου το Εθνικόν Θέατρον, το Εθνικόν Ωδείον Αθηνών και εμερίμνησε για την περίθαλψι των θεατρικών συγγραφέων, αλλά και άλλα ων ούκ έστιν αριθμός.

«Πραγματοποιός» λοιπόν ο Δροσίνης σ’ έναν λαό όπου ο λόγος υπερισχύει πάντα της πράξεως, ενώ αφηρημένα ουσιαστικά παγίως προβάλλονται ως επικείμενες πραγματοποιήσεις, οι οποίες όμως, ουδέποτε υλοποιούνται αλλά και παρέχουν στον χρήστη τους την δυνατότητα συν τοις άλλοις – εκ των υστέρων να συμπληρώνη το κατ’ αρχήν ασαφές νόημά τους, κατά το δοκούν.

«Εν αρχή ην ο λόγος» κατά το Ματθαίου Ευαγγέλιον, όμως για τους Έλληνες ασταμάτητος αυτός μέχρι σήμερα συνεχίζει να παραμένη και δυστυχώς δεν λέει να σταματήση. Στον ενθουσιασμό του ο Έλληνας λέει ό,τι του κατέβει, που εκείνη την στιγμή το πιστεύει και το εννοεί – για να το ξεχάση όμως αμέσως μετά, ασυναισθήτως και «ανεπαισθήτως». Ψεύδεται εν πάση ειλικρινεία αφού σπανίως πραγματοποιεί τις προθέσεις, εξαγγελίες και υποσχέσεις του: ο ειλικρινέστερος ψεύτης ο ίδιος, χωρίς να είναι απατεών, απλώς μεθά με τα ίδια του τα λόγια, και του ενθουσιασμού του ευκόλως εξατμισθέντος, αναποτρέπτως ακολουθεί η επιλεκτική συλλογική και ατομική αμνησία. Γεννημένοι φιλόσοφοι όλοι μας: οι αρχαίοι της αγοράς, οι πατέρες μας του καφενείου, τα παιδιά μας της καφετέριας: είναι κι αυτό μια στάσις, νοιώθεται (αλλοιώς τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους;) Η ρητορική που μας περισσεύει καθότι μας εκφράζει και η λογική η οποία χρειάζεται αφού μας λείπει: συνωστιζόμενοι οι Έλληνες προ των πυλών του Παραδείσου, αρνούνται να εισέλθουν για να δουν  πως είναι και προτιμούν να παραμείνουν στην είσοδο ζωηρά συζητώντας για το πώς ο καθείς τους φαντάζεται ότι μέσα θα πρέπει να είναι. Άλλωστε, κατά τον Σόλωνα, οι Αθηναίοι στα προσωπικά τους ήταν πονηροί σαν αλεπούδες αλλά στα δημόσια κουτοί σαν κόττες. Πόσο επίκαιρος ακόμη ο Σόλων και όχι για τους Αθηναίους μόνο!

Όμως ο Δροσίνης, ήπιος, συγκρατημένος και πράος – χωρίς ρητορική – με άκαμπτη προσήλωσι στον στόχο του, και εμμονή επί δεκαετίες αδιάκοπες, συνεχίζει το επίπονο έργο του της εκλογικεύσεως, αναβαθμίσεως και συγχρονισμού των διοικητικών θεσμών της πολιτείας, σταθερά πιστεύοντας ότι το κράτος πρέπει καθοριστικό ρόλο να παίζη στην γενική ανέλιξι του Έθνους – εξ ου και η μεγίστη του ενεργητικότης στα θέματα παιδείας, κιβωτού του Γένους.

Εκτός όμως από το ελάττωμα της ασυνεχείας και ασυνεπείας, ο Δροσίνης απέφυγε και το άλλο εθνικο – θανάσιμο αυτό ελάττωμα των Ελλήνων, αρχαίων και νέων, τον θηριώδη, υπερτροφικό, εθνοκτόνο, διαβρωτικό τους φθόνο.

Ο εξαιρετικά υψηλός δείκτης νοημοσύνης του μέσου Έλληνος, γνώρισμα ιδιαίτερο της Φυλής μας, αποτελεί την πηγή – και πληγή – του ακατασχέτου φθόνου που από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα επώδυνα διαπερνά την ελληνική ζωή σ’ όλα της τα επίπεδα. Λαός με πλεονάζουσα ευφυΐα και ελλειμματική λογική, αφού στους Έλληνες ο κοινός νούς δεν είναι και τόσο κοινός, όπως κοινώς πιστεύεται. Αποτέλεσμα ενός τέτοιου αλλόκοτου συνδυασμού: άνθρωποι ασταθείς, ανισόρροποι, κακόπιστοι και των άκρων – παρά την εμφανή οξύνοιά τους. Πόσο τυχερώτεροι άλλοι λαοί αγροίκων, βλακών και ηλιθίων, ωδηγουμένων όμως από μιαν αφρόκρεμα πατριωτών ευφυεστάτων, ενώ σε μας συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο! Στην Δυτική Ευρώπη ο επαγγελματικός φθόνος ενίοτε απαντάται μεταξύ ανταγωνιστών. στην Ελλάδα όμως, ο φθόνος ο πάγκοινος, στρέφει τους πάντες εναντίον των πάντων, αφού του άλλου την επιτυχία σε οποιονδήποτε τομέα ο καθείς την αντιλαμβάνεται ως προσωπική του αποτυχία. Θυμηθήτε πόσο εύκολα σταδιοδρομεί  ο  Έλλην  στο  εξωτερικό – λόγω της ανωτέρας του ευφυΐας και της απουσίας του καταιγιστικού φθόνου  που στην Ελλάδα  τον εμποδίζει ν’ αναδειχθή. Αναγγείλατε στους γύρω σας ότι σκοπεύετε να αρχίσετε μια νέα ελπιδοφόρο δραστηριότητα οιασδήποτε μορφής, και όλοι αμέσως θα πέσουν επάνω σας για να σας αποτρέψουν – τρέμουν οι δύστυχοι μη τυχόν και επιτύχετε και έτσι τους επισκιάσετε – κατά το στρεβλό και άρρωστο μυαλό τους!

Του Έλληνος λοιπόν η αθεράπευτος εγωπάθεια, απέραντη φιλαυτία και νοσηρός εγωισμός, τον εμποδίζουν ν΄αναγνωρίση κάποιον ως ανώτερό του επί οιουδήποτε θέματος αφού είμεθα, διότι πρέπει, σώνει και καλά να είμεθα, όλοι ίσοι! (Παρεπιμπτόντως, αν εσείς ποτέ γνωρίσατε δυο – όχι όλους – ανθρώπους ίσους, δείξτε τους μου τότε να τους γνωρίσω κι εγώ!). Η ισότης, άλλοθι από την πραγματικότητα, που ιδεωδώς στον Έλληνα εξασφάλιζε η αθηναϊκή δημοκρατία και φθόνος εκείνος  που εγέννησε την τελευταία, των πολλών κατωτέρων προς τους ολίγους ανωτέρους: θανάσιμη ουτοπία που έκτοτε μας υποχρεώνει να παριστάνουμε το ψευδές ως αληθές, το αφύσικο ως φυσιολογικό και το απραγματοποίητον ως εφικτό. Έτσι στην αθηναϊκή δημοκρατία οι εννέα  ανώτατοι άρχοντες της πολιτείας ανεδεικνύοντο δια κληρώσεως – τα σχόλια δικά σας! Και ο εξοστρακισμός βάσει του οποίου απεμακρύνοντο από την πόλι οι εκλεκτοί Αθηναίοι των οποίων η καταφανής υπεροχή ενοχλούσε τους πολλούς; Όρα Αριστείδη τον «δίκαιο»! Και τον Ξάνθιππο, και τον Κίμωνα, και τον Θεμιστοκλή! Άραγε γιατί οι Μιλτιάδης, Κρατίνος, Πυθαγόρας, Ηράκλειτος, Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης, Ξενοφών, Φωκίων, Πρωταγόρας, Θουκυδίδης, Αριστοφάνης, Αντισθένης, Αισχύλος, Σοφοκλής, Ευριπίδης, Ισοκράτης, Διογένης, Δημήτριος ο Φαληρεύς, υπήρξαν όλοι τους συνειδητοί αντιδημοκράτες; Μα λόγω της εγγενούς αδυναμίας τους να πιστέψουν ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι!

Η έλλειψις φθόνου του Δροσίνη, η σεμνότης και μετριοφροσύνη του μέχρι και της ταπεινοφροσύνης, προκαλεί κατάπληξι: συστηματικά απέφευγε πάσα προβολή του έργου του, όποιου κι αν ήταν αυτό. Στις εφημερίδες και περιοδικά πλείστα όσα άρθρα του τα εδημοσίευε είτε ανωνύμως, είτε με μόνα τα αρχικά του, το μονόγραμμα, την μονογραφή, το ακρωνύμιό του. Είχε την ήρεμη βεβαιότητα του πνευματικού του μεγαλείου καθώς και της αδιαφιλονίκητης  θέσεώς του στα ελληνικά γράμματα της εποχής του. Με παντελή όμως έλλειψι περιαυτολογικής οιήσεως. το ποίημά του «Απόκριση στον Παλαμά» μάς λέει αρκετά:

Συνοδοιπόροι ναι, μαζί κινήσαμε

στης Τέχνης το γλυκοξημέρωμα – όμως,

του καιρού το πέρασμα, χαράχτηκε

του καθενός  μας χωριστός ο δρόμος:

Εσύ το Ωραίο μεσ’ στα μεγάλα ζήτησες

κ’ εγώ  στα ταπεινά κι’ απορριμένα,

και δούλεψες το μπρούντζο και το μάρμαρο

κ’ άφησες τον πηλό της γης σ΄εμένα

……………………………..

Εσύ στης δάφνης τ’ ακροκλώναρα άπλωσες

κ’ εγώ σε κάθε χόρτο και βοτάνι.

στεφάνι έχεις φορέσει από δαφνόφυλλα

λίγο θυμάρι του βουνού μου φτάνει.

Από τη συλλογή «Φευγάτα Χελιδόνια»

Εκτός όμως από τα άλλα του προτερήματα, ο Δροσίνης υπήρξε και ακάματος ταξιδευτής του ελλαδικού χώρου, θερμός φυσιολάτρης μάλιστα, όχι υπό την σημερινή στενή οικολογική έννοια, που απλώς περιορίζεται στην προστασία του περιβάλλοντος, αλλά  κατά  τα αρχαιοελληνικά πρότυπα, ότι δηλαδή, η μεν Φύσις είναι ζων οργανισμός, η δε Γαία μήτηρ θεά πάντων. Φυσικό λοιπόν, τόσο πατριώτης που ήταν, μόλις απελευθερώθη η Θεσσαλία να την επισκεφθή – πανέμορφη περιοχή που είναι – αφού αρμονικά συνδυάζει το καταπράσινο Πήλιο με τα κρυστάλλινα νερά του Αιγαίου ακριβώς από κάτω και κατά μήκος αυτού. Ανάλογες φυσικές καλλονές, βουνό και θάλασσα, διαθέτει κι’ η Χαλκιδική, όμως ακόμη τότε αυτή ευρίσκετο εκτός ελληνικών συνόρων, όπως και θα παρέμενε μέχρι το 1912: ως τότε η Θεσσαλία θα κατείχε το μονοπώλιο  μιας τέτοιας ασύγκριτης ομορφιάς.

Β)  Ο ΔΡΟΣΙΝΗΣ ΚΑΙ Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΘΕΙΣΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑ ΤΟ 1882

Το 1882, ένα μόλις έτος μετά την ενσωμάτωσι της Θεσσαλίας και της περιοχής της Άρτας στην Ελλάδα, συμφώνως προς την Συνθήκη του Βερολίνου του 1878 που καθώριζε τα νέα βόρεια σύνορά μας, ο Δροσίνης επισκέπτεται την Θεσσαλία. Η οποία όμως συνθήκη, όσον αφορά την Ελλάδα, λόγω της κωλυσιεργίας των Τούρκων, ετέθη σε πρακτική εφαρμογή μόλις τον Ιούνιο – Ιούλιο 1881, όταν οι δυο νέες επαρχίες, επί τέλους εκατελήφθησαν υπό του ελληνικού στρατού. Οπότε και ο Δροσίνης απεφάσισε να επισκεφθή την Θεσσαλία: απότισις φόρου τιμής προς μια μαγευτική ελληνική φύσι, τώρα πλέον λυτρωμένη, αλλά και εκπλήρωσις πατριωτικού καθήκοντος προς την νεοαπελευθερωμένη αδελφήν επαρχία, την ιστορική μας Θεσσαλία. Γράφει λοιπόν τις εντυπώσεις του στο άρθρο του «Αγροτικαί Επιστολαί» του φύλλου της «Εστίας» του Ιουλίου – Δεκεμβρίου 1882, ενδιαφέροντα πράγματα που ανάγλυφα απεικονίζουν την ατμόσφαιρα στο Βόλο μόλις είχε γίνει ελληνικός. Πρώτες εντυπώσεις: ανατολίτικες γραφικότητες με προεξάρχοντες τον διάχυτο πρωτογονισμό και την γενική βρώμα – αμφότερα τυπικά γνωρίσματα της καθημερινής ζωής των οπισθοδρομικών και καθυστερημένων μουσουλμανικών χωρών του τρίτου κόσμου, όπως θα λέγαμε σήμερα. Μιας κλειστής, δηλαδή, θεοκρατικής κοινωνίας, της οποίας η μοιραία υποανάπτυξις – οικονομική, πνευματική, κοινωνική – μεγάλως επεδεινούτο από την παροιμιώδη τουρκική κακοδιοίκησι και ασύστολη οθωμανική διαφθορά.

Υπ’ αυτό το φρικτό καθεστώς της τεχνητής – λόγω της πολιτιστικής κατωτερότητος των κατακτητών – ανεχείας, αγραμματοσύνης, καταπιέσεως, φτώχειας  και κακομοιριάς, για αιώνες είχαν υποχρεωθή – ως προ μόλις ενός έτους ακόμη – να ζούν οι δύσμοιροι Θεσσαλοί, κι όλα αυτά στην εκτεταμένη και εύφορη πεδιάδα, τον θεσσαλικό κάμπο, με τις τεράστιες πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες! Χωρίς φυσικά ν’ αναφερθούμε καν στην ζωή την φρικτή, που στις γυναίκες επιφυλάσσει η κάθε μουσουλμανική κοινωνία, επομένως και στις γυναίκες των υποδούλων χριστιανών ραγιάδων, κατ’ επέκτασιν και προέκτασιν. Περί όλων αυτών ο Δροσίνης στις «Αγροτικές Επιστολές» του ελάχιστα υπαινικτικώς αναφέρεται, αφού οι Έλληνες του ελευθέρου Βασιλείου, στους οποίους απευθυνόταν ο ποιητής, δούλοι κι οι  ίδιοι των Οθωμανών μέχρι πενήντα χρόνια πριν, άριστα εγνώριζαν από τις προσωπικές τους εμπειρίες οι γηραιότεροι και από αυτές των γονέων τους οι νεώτεροι, τι εστί τουρκοκρατία και δεν εχρειάζοντο μακροσκελείς επεξηγήσεις και λεπτομερείς περιγραφές. Ας ανατρέξωμε λοιπόν στο ίδιο το κείμενο του Δροσίνη που είναι αρκούντως κατατοπιστικό:

Έν Βόλω είδον πολλά περίεργα. Και πρώτον, τας αγέλας των ημιόνων, οίτινες δεδεμένοι ο εις όπισθεν του άλλου κατά μακράς αλύσεις, χρησιμεύουσι, λέγει, προς τήρησιν της συγκοινωνίας – ενίοτε δε και προς διακοπήν αυτής. Δεύτερον, τας επιμήκεις εκείνας κυλινδροειδείς αμάξας, δι’ ων με­ταβαίνει τις εις Λάρισσαν. Τρίτον, την σαββατιαίαν αγοράν: χίλια πεπόνια, εκατόν τουλουμοτύρια και ολίγους ξυλίνους ταβλάδες, ως των παρ’ ημίν σιμητοπωλών, περιέχοντας ……σταφυλάς. Τέ­ταρτον, την εκκλησίαν των Εβραίων, ήτις μοι ενεθύμισεν ολίγον την Ελληνικήν Βουλήν οπόταν υπάρχη εν αύτη ζήτημα εμπιστοσύνης, με μόνην την διαφοράν ότι οι Εβραίοι κραυγάζοντες εκάλυπτον τουλάχιστον διά λευκών υφασμάτων την όψιν. Και τελευταίον ένα μελιζανόκηπον και εν Σαμαράδικον φέροντα το όνομα: Αι Αθήναι!

Εις   τας   εντυπώσεις  ταύτας   των   οφθαλμών προσθέσατε – αν θέλετε, και εντυπώσεις….. της επιδερμίδος – πεντακόσια δήγματα κωνώπων, άτινα αποκομίζω επί των χειρών και του μετώπου ανεξάλειπτα.

Μετά λοιπόν τις πρώτες ταξειδιωτικές του εντυπώσεις από τον Βόλο, στο ίδιο άρθρο του, ο Δροσίνης συνεχίζει με την αφήγησι ενός επικαίρου περιστατικού σχετικά με την εγγενή τουρκική κακοπιστία στην χάραξι επί του εδάφους της νέας μεταξύ των δυο χωρών μεθοριακής γραμμής της απορρεούσης από την Συνθήκη του Βερολίνου. Προηγουμένως η κακόβουλος κωλυσιεργία της τουρκικής διπλωματίας είχε ήδη εκδηλωθή επί δυο συναπτά έτη στην ελληνοτουρκική επιτροπή για την χάραξι των συνόρων μετά το Συνέδριο του Βερολίνου το 1878. Μόλις δε την 4ην Ιουνίου 1880 εδέησε πλέον να συνέλθη ειδική διάσκεψις των Δυνάμεων, πάλι στο Βερολίνο, η οποία και τελεσιδίκως απεφάσισε να δοθή στην Ελλάδα ολόκληρη η Θεσσαλία άνευ του Ολύμπου και λωρίς της Ηπείρου μέχρι του Αράχθου.

Όμως η παλίμβουλος των Τούρκων αδιαλλαξία από την διπλωματική αμφισβήτησι, κατόπιν επέρασε στην ένοπλη καταπάτησι των συμφωνηθέντων: από τις διεθνείς συνθήκες οι Τούρκοι πάντοτε τηρούν μόνον ό,τι τους συμφέρει, αγνοούντες πλήρως ό,τι τους ενοχλεί. ως πιστοί μουσουλμάνοι ηθικά δεν δεσμεύονται από τις όποιες τυχόν συμφωνίες   τους με τους γκιαούρηδες απίστους. Ακολουθεί μια εμπεριστατωμένη περιγραφή του Δροσίνη πως μια ολιγομελής μεθοριακή μας φρουρά, ηρωικώς μαχομένη εκατόρθωσε να κρατήση το Καραλή Δερβέν  το οποίο αυθαιρέτως οι Τούρκοι επροσπάθησαν ενόπλως να καταλάβουν «καίτοι κείμενον μιαν ώραν εντός …..των νέων ελληνικών ορίων», μέχρις ότου αφιχθούν οι ενισχύσεις του πλησιεστέρου Ευζωνικού Τάγματος. Και όλα αυτά κατά την απ’ ευθείας διήγησιν του υπολοχαγού Μαυροδήμου, διοικούντος τότε το μεθοριακόν απόσπασμα που υπέστη την απρόκλητη επίθεσι πολύ μεγαλυτέρου τουρκικού  στρατιωτικού σχηματισμού και αντέστη επιτυχώς. Ακολουθεί αυτολεξεί του Δροσίνη η αφήγησις:

«Καθ’ ην στιγμήν έσπευδον εις το πρακτορείον ίνα φύγω το ταχύτερον εκ της Κωνοπουπόλεως και πριν πάθω εξ αναιμίας, συναντώ παρά την θύραν μελαψόν υπολοχαγόν του πεζικού ζητούντα εισιτήριον μέχρι Στυλίδος.

–          Το όνομά σας ;  ερωτά ο υπάλληλος.

–          Μαυροδήμος.

Τα βλέμματα των παρισταμένων εστράφησαν προς τον φέροντα το όνομα και εγώ μετέχω της γενικής ταύτης εξετάσεως. Ο ανδρείος υπολοχα­γός είνε μέτριος το ανάστημα, μάλλον ευρύς το στέρνον, έχει ηλιοκαή και τραχείαν την όψιν, ηδυνομένην πως υπό της λάμψεως ζωηρών, βαθέων και μαύρων οφθαλμών. Δεν έχει εστριμμένον τον μύστακα, ουδ’ επιδεικνύει ήθος επιτετηδευμένως αρειμάνιον. Επί του τραχήλου και ακριβώς ένα δάκτυλον άνωθεν του ερυθρού περιλαιμίου ίχνος πληγής ληφθείσης κατά την καταδίωξιν της λη­στείας δικαιολογεί πληρέστατα τους δυο αστέ­ρας  του βαθμού  του.

Επί του ατμόπλοιου ευρίσκομαι και πάλιν αντιμέτωπος αυτού. ‘Εν τούτοις καθ’ όσον βλέπω νομίζω ότι δεν μοι είνε πρόσωπον άγνωστον και τέλος ενθυμούμαι ότι ο κ. Μαυροδήμος ανθυπο­λοχαγός ων, εγύμναζε τον λόχον μου, οπόταν έφερον την μελανόγλαυκον στολήν και τα κίτρινα επώμια  μαθητού του Γυμνασίου.

Έν τη ιδιότητι ταύτη αρχαίου οπλίτου σφίγ­γω θερμώς την χείρα του υπολοχαγού μου και λαμβάνω την ευτυχίαν ν’ ακούσω από του στό­ματος αυτού την αφήγησιν της μετά των Τούρκων συμπλοκής. Δυστυχώς ο κ. Μαυροδήμος είνε μόνον στρατιώτης, ουχί δε και ρήτωρ. Άνευ επιδείξεων, απλώς και διακεκομμένως, υπό συ­χνών δ’ ερωτήσεων βιαζόμενος, αφηγείται τα της αψιμαχίας του Καραλή Δερβέν, ως θ’ αφηγούμεθα ημείς το μάλλον σύνηθες των γεγονότων. Ο κ. Μαυροδήμος αφ’ ετέρου εκ Θηβών καταγόμενος έχει την ιδιάζουσαν εκείνην και τόσω εικονικήν φρασεολογίαν των Ρουμελιωτών, ήτις δυσκολώτατα  δύναται να τηρηθή εν γραπτώ λόγω. εν τούτοις η αφήγησις αυτού δύναται να συνοψισθή εις τα εξής, ουχί βεβαίως καθ’ ολοκληρίαν ανελλιπώς και απταίστως εν τη μνήμη  τηρούμενα.

**

Το Καραλή Δερβέν καίτοι κείμενον μίαν ώραν εντός των υπό της Διεθνούς επιτροπής χαραχθέντων νέων ελληνικών ορίων, κατείχετο υπό των Τούρκων μέχρι του έαρος, οπότε διαταχθείς αυτός ηκολούθησε τους υπό των επιτρόπων τεθέντας σωρούς  των λίθων προς ακριβή καθορισμόν της οροθετικής γραμμής και κατέλαβε την θέσιν εκείνην, δι’ ης συνεκοινώνουν οι εν τω Καραλή Δερβέν Τούρκοι μετά  των άλλων τουρκικών σταθμών. Έγεινε μικρά μεταξύ  αυτού και του Τούρκου αποσπασματάρχου φιλονεικία, αλλ’  άνευ ρήξεως συνεφώνησαν να μείνωσιν εις το Καραλή ε­πτά Οθωμανοί στρατιώται ανενόχλητοι μέχρις ου διαρρυθμισθή υπό των κυβερνήσεων οριστικώς το ζήτημα. Ολίγας ημέρας  προ της συμπλοκής οι δώδεκα   φρουροί του  Καραλή Δερβέν (διότι ο Τούρκος αρχιφύλαξ προφασιζόμενος ότι οι πέντε είνε ασθενείς διετήρει δώδεκα στρατιώτας) έφυγον αίφνης και άνευ αιτίας. Την δε πρωΐαν της 15 Αυγούστου πολίτης σπεύδων αγγέλλει εις τον Μαυροδήμον ότι οι Τούρκοι συσσωματωθέντες περί τους χιλίους είνε έτοιμοι να επιπέσωσι κατ’ αυτού και να τον κατακόψωσιν. Ό Μαυροδήμος εκλέγει τον ωκυποδέστερον εκ των 35 Ευζώνων του και τον αποστέλλει μετ’ επιστολής προς τον διοικητήν του Ευζωνικού Τάγματος. Μετ’ ολίγον δέχεται την επίσκεψιν δύο λοχαγών Οθωμανών, οίτινες παροτρύνουσιν αυτόν να εγκαταλείψη την θέσιν, ην κακώς κατέχει. Εκείνος απαντά : – Σε ξένο σπιτικό να μην ανακατώνεστε. Οι λοχαγοί επιμένουσιν. Εκείνος πάλιν προσθέτει, ότι ειδοποίησε τον  διοικητήν του και ας   συνεννοηθούν μαζή του όταν έλθη. Άμα  ήκουσαν ότι θα έλθη νέα  δύναμις εκέρωσαν αι όψαις τους, προσθέτει ο υπολοχαγός. Εκύτταξαν ο ένας τον άλλον και εσηκώθηκαν να φύγωσιν, αφού  κάτι εφοβέρισαν.

– Δεν  παίρνω άπ’ αυτά εγώ, αν θέλετε για φί­λοι  καλώς   νάρθετε , αλλιώς   όποιος   περάση  τη γραμμή με νταηλίκια θα  φάη σφαίρα!

– Οι αξιωματικοί  είχον ακολουθίαν πέντε στρατιωτών Τούρκων. – Τους βλέπετε αυτούς  τους κόκκινους χασέδες; Κυττάξετε τι μαγκούφια είνε! Ό­ποιον δήτε να περάση απ’ τη γραμμή, φωτιά … Μη δειλιάση κανένας. – Είπεν ο Μαυροδήμος προς τους τριάκοντα τεσσάρας Εύζώνους του δεικνύων τους απερχομένους   Οθωμανούς. Μετά  μίαν ώραν ολόκληρος  η εχθρική  δύναμις παρετάσσετο  εις μάχην. Οι μεν ακροβολιστικώς, οι δε εις πυκνήν φάλαγγα, ορθοί, γονυπετείς,   πρηνηδόν, καθ’ όλους τους τρόπους ίνα εκφοβίσωσι τον ελληνικόν σταθμόν.    Αλλ’ οι Εύζωνοι πάντες Βαλτινοί και Αγραφιώται διηρημένοι εις δύο   αποσπάσματα, είκοσιν υπό τον Μαυροδήμον και δεκατέσσαρες παρέκει υπό ένα λοχίαν, αναμένουσι σιγηλοί. Αίφνης μια ενομωτία Τούρκων αποχωρίζεται και προχωρεί. Οι Τούρκοι πατούσι σχεδόν το σύνορον.

–  Άλτ!  – κράζουσιν  οι Έλληνες σκοποί. Οι Τούρκοι διά της  αριστεράς κρατούντες προτεταμένα τα όπλα, ανακινούσι την δεξιάν ως σημείον αδιαφορίας και αποφασιστικότητος και…….διέρχονται την οροθετικήν γραμμήν. – Πύρ! – σαλ­πίζει ο Μαυροδήμος.  Δύο Τούρκοι πίπτουσιν,  άλ­λοι, δύο, και άλλοι….  Οι Τούρκοι υποχωρούσιν.

Επιτίθενται μετ’ επιμονής και αλλεπαλλήλως. Εις μάτην! Οι είκοσι και εννέα Εύζωνοι, διότι πέντε απέθανον υπό σφαιρών βληθέντες, μένουσιν ακλόνητοι μέχρι της αφίξεως των επικουριών, ας επί τέλους πέμπουσιν οι ώρας όλας απέχον­τες σταθμοί.

– Και είχατε τίποτε οχυρώματα; Ερωτά τις των επιβατών.

– Ναι, αποκρίνεται ο υπολοχαγός μειδιών μία φράκτη από  παλιούρια…….

Αλλ’ ενώ ο γενναίος στρατιώτης ετελείωνε την διήγησίν του, το ατμόπλοιον προσήγγιζεν εις Ωρεούς και εγώ ευχηθείς αυτώ καλήν ανάπαυσιν παρά τη οικογενεία του εν Υπάτη όπου μετέβαινεν επ’ αδεία δι’ ολίγας ημέρας, επήδησα εις την πρώτην τυχούσαν λέμβον και απεβιβάσθην εις την Ευβοϊκήν γην.»

Γ) Ο ΔΡΟΣΙΝΗΣ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΣΣΑΒΕΤΗ

Η Ειμαρμένη επεφύλασσε στον εικοσιτριάχρονο τότε Δροσίνη μια πολύ διαρκέστερη αλλ’ απρόσμενη σχέσι ζωής με την πανέμορφη αυτή περιοχή. Σε εννέα χρόνια, το 1891, θα ενυμφεύετο την ωραιοτάτη  Ζαγοριανή αρσακειάδα Μαίρη Κασσαβέτη, και από το 1899 ως το 1911, θα παραθέριζαν κάθε χρόνο στην Θεσσαλία, συγκεκριμένα, στο παραθαλάσσιο Χορευτό και την επί του Πηλίου Ζαγορά. Και μάλιστα στο σπίτι του πεθερού του ως το 1906 στο Χορευτό, και στο «καλύβι», ένα πρόχειρο κατάλυμα στο Πήλιο έκτοτε, δέκα λεπτά με τα πόδια από το Χορευτό. Εκεί ο Δροσίνης ελάτρεψε  το Πήλιο, της μυθολογίας το όρος των Κενταύρων – τον υπέροχο συνδυασμό του καταπράσινου βουνού στην Ζαγορά και της καταγάλανης θάλασσας από κάτω στο Χορευτό. Όπου, άλλωστε, και  συνέγραψε τα πλείστα των σαρανταπέντε του ποιημάτων των αφιερωμένων στο Πήλιο. Αυτά ως το 1911, όταν η γυναίκα του τον εγκατέλειψε οριστικά για να εγκατασταθή στο εξωτερικό, χωρίς εκείνος ποτέ να της ζητήση διαζύγιο. Παραθέτω εδώ την πρώτη στροφή του γνωστοτέρου από τα ποιήματα αυτά, «Ύμνος του βουνού», και τους έξι τελευταίους στίχους του, που συγκινητικά αποθεώνουν την ασύγκριτη ομορφιά του θεσσαλικού βουνού:

«Η Πλάση, η παντοδύναμη κι΄ απόνετη μητέρα

Για σένα δεν εστάθηκε καθόλου ακριβοχέρα

Αν έδωσε σ΄άλλο βουνό ψήλος και περηφάνεια,

Κι΄ άλλο βουνό αν το σκέπασε με λόγγους και ρουμάνια,

Κι’ άλλο βουνό αν το πύργωσε σε βράχους και κοτρώνια,

Κι’ άλλο βουνό αν στεφάνωσεν ολοχρονίς με χιόνια,

Μάζεψε απ’ όλα τα βουνά τη μοιρασμένη χάρη.

Την έσμιξε και σ’ έπλασε, Βουνό – βουνών καμάρι!

………………………………………………………

Σμαράγδια τα ρουμάνια σου, διαμάντια τα νερά σου,

Απλώνονται, σκορπίζονται, χύνονται ολόγυρά σου

Χαρίσματα αξετίμητα και δώρα ευλογημένα

Στα Εικοσιτέσσερα Χωριά, που κρέμονται από σένα,

Και δίνεις στις ζωές ζωή, φέρνεις στις χάρες χάρη,

Περήφανο και σπλαχνικό Βουνό – βουνών καμάρι.»

Από τη συλλογή «Γαλήνη»

Όμως η ουσιαστική διάλυσις του γάμου του Δροσίνη το 1911, οριστικώς αποσυνδέει απότομα και απόλυτα τον ποιητή από την Θεσσαλία, αφού εκ των πραγμάτων έκτοτε παύει πλέον να παραθερίζη εκεί. Τα παιδιά αν και μεγάλα, ακολουθούν  την μητέρα τους στο εξωτερικό και παντρεύονται εκεί: φαινομενικά το τέλος κάθε αμέσου επαφής της οικογενείας Δροσίνη με την Θεσσαλία. Και όμως, και κατά τον αδιανόητο τρόπο που μόνον η ζωή ξέρει στους ανθρώπους να παίζη, μια γενεά αργότερα, η δευτερότοκη κόρη του Δροσίνη Αμαλία, η «Λίλη», από καιρό παντρεμένη στην Λωζάννη με τον Ελβετόν ευπατρίδη Γιόχαν φον Πλάντα, γύρω στο 1971 σε γεροντική πλέον ηλικία, συνεχίζει ν’ αλληλογραφή με τον αγαπητό της εκ μητρός εξάδελφο «Δημητράκη» Κασσαβέτη. Ανέκδοτες επιστολές που για πρώτη φορά παρουσιάζονται εδώ, και στις οποίες η ακατανίκητη νοσταλγία της ξενιτεμένης για την Ελλάδα, σε λατρεία μετουσιώνεται μεταφυσική, ειδικά για την Θεσσαλία, με τις παιδικές της αναμνήσεις από το Χορευτό, τότε ακόμη που οι γονείς της ζούσαν ανέμελα τον φυσιολογικό συζυγικό τους βίο, τώρα να προσλαμβάνουν την εξαϋλωμένη μορφή απωλεσθέντος παραδείσου, βιωμένες όμως αναμνήσεις πραγματικά, στο απώτερο, δυστυχώς, παρελθόν. Πράγμα όμως που μεγάλως ενδυναμώνει την θέρμη των συναισθημάτων της και δίνει στην αλληλογραφία της μιαν ανθρώπινη διάστασι συγκινητική, στις δε διηγήσεις της μιαν αμεσότητα που η νοσταλγική αναπόλησις του παρελθόντος συχνά στερείται. Σ’ αυτές λοιπόν τις ανέκδοτες επιστολές που πρώτη φορά έρχονται στην δημοσιότητα, εκτός από τα συναισθήματα της αποστολέως, εμμέσως αναπλάθεται εν μέρει και το κλίμα της εποχής, όταν η οικογενειακή ευτυχία εχαρακτήριζε τους αναφερομένους πρωταγωνιστές της επιστολικής αυτής διηγήσεως.

Το ύφος των επιστολών ποικίλει ανάλογα με την έξαρσι της στιγμής, το συναισθηματικό όμως πλαίσιο παραμένει ενιαίο. Δυο λοιπόν είναι οι επωδοί που χαρακτηρίζουν τις επιστολές: η παθολογική λατρεία της Λίλης για την Ζαγορά – Χορευτό  ως τον επί της γης παράδεισο, και η ολόψυχη λαχτάρα της ν’ αξιωθή κάποτε για πάντα να ζήση στην πολυαγαπημένη της την Ελλάδα και όχι να παραμένη μακρυά στην ψυχρή – έστω και πολυτελή – ξενητειά της Ελβετίας.

Ας δώσουμε λοιπόν τώρα τον λόγο στην ίδια την Λίλη, μαγευτικά για να μας μεταφέρη στην Θεσσαλία της πρώτης δεκαετίας του παρελθόντος αιώνος με διακριτικά αθέατο, πλην όμως πρωταγωνιστικά παρόντα, τον επιφανή πατέρα της, τον Γεώργιο Δροσίνη………..

Δ) ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΣΙΝΗ ΛΙΛΥΣ J. VON PLANTA ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΞΑΔΕΛΦΟ ΤΗΣ Δ. ΚΑΣΣΑΒΕΤΗ.

LAUSANNE 1977

Η μέρα που περάσαμε μαζί σας στο σπίτι σας του Βόλου, μένει αξέχαστη. Και η χαρά μου ήταν μεγάλη, να γνωρίσω την αγαπητήν σου γυναίκα και τα αγαπητά σου κορίτσια. Έχω πάντοτε μαζί μου, την φωτογραφία τους που είχες την καλοσύνη να μου δώσης και μία φωτογραφία που να είσαι κ’ εσύ μαζί τους! Ελπίζω να μπόρεσες να κάνης και το επάνω πάτωμα του σπιτιού σας, και όταν ανταμώσομε πάλι με το καλό, στο Βόλο, πες της γυναίκας σου, πώς θα έρθωμε να φάμε την σκορδαλιά που μας υποσχέθηκε! Δεν αμφιβάλω πώς θα είναι έκτακτη σαν το ρουλό που μας είχε.

Πάντοτε έχω την κρυφή ελπίδα, να πάμε μία μέρα μαζί σας στο Χορευτό, το τόσο αγαπημένο και ευλογημένο. Θα το ήθελα πολύ, πάρα πολύ. Διαβάζω στις εφημερίδες, που μου στέλνουν, φίλοι, τακτικά από τας Αθήνας, πώς θα βάλουν σύντομα ηλεκτρικό στο Χορευτό μας. Διαβάζω επίσης πώς ο Κίτσος Μακρής, έβγαλε ένα θαυμάσιο βιβλίο για την τέχνη της Θεσσαλίας. Τους είχα γνωρίσει στο «Μουσείο καλών τεχνών» στο «Τζαμί». Το μουσείο αυτό το έκανε ο πατέρας μου, γι’ αυτό του έχω ιδιαιτέρα αγάπη. Αν τον γνωρίζεις, πες του, ότι όταν έλθω στο Βόλο, ελπίζω να μου δείξει όλα τα αριστουρ­γήματα της Θεσσαλίας που έχει στο σπίτι του, αφού είμεθα πατριώτες! Δεν βλέπω την ώρα να ξανάλθωμε στην Ελλάδα σύντομα. Το Πάσχα του 1960, το περάσαμε στα Τρίκαλα! Μας κάλεσαν φίλοι αγαπητοί με το αυτοκίνητο τους.  Κάναμε Ανάστασι στους στρατώνας, και τσουγκρίσαμε τα κόκκινα αυγά και φάγαμε αρνί στην σούβλα με τους τσολιάδες. Ήταν έκτακτα. Πήγαμε και στα Μετέωρα, Καρδίτσα, Λάρισα κ.τ.λ.

Ο μόνος καυμός μου ήτο, να είμαστε κοντά στο Βόλο, και να μην έλθωμε ως εκεί, να σας δούμε – αλλά είμασταν καλεσμένοι….

Έχω μια μεγάλη νοσταλγία της Ελλάδος. Ελλάδα για μένα είναι Ζαγορά και Χορευτό ! Να τα δω, να τα  θαυμάσω, να τα πιάσω. Ένας φίλος μου, ήτο στην Τσαγγαράδα. Γνωρίζει  την Ζαγορά, αλλά φέτος δεν είχε κουράγιο να ξαναπάη, γιατί ο δρόμος ήτο ελεεινός. Να μου γράψης έστω και λίγα. Να μάθω όλα τα δικά σας. Αυτός ο φίλος, μου έγραψε πώς πέρασε και λίγο στο Βόλο. Και μου έγραψε, τι ωραία πόλις που έχει γείνει.

Κατώρθωσα με λούπα, να διαβάσω τον πρώτο στίχο χαραγμένο, στην στήλη της προτομής του πατέρα μου. «Γ. Δροσίνης».

«Σμαράγδια τα ρουμάνια σου, διαμάντια τα νερά σου, Απλώνονται, σκορπίζονται, χύνονται ολόγυρά σου, χαρίσματα αξετίμητα και δώρα ευλογημένα Στα εικοσιτέσσερα χωριά πού κρέμονται από σένα.»

Ήτο εύκολο να το βρω, αφού τον Ύμνο του Βουνού» τον ξέρω απ’ έξω και γράφηκε μπρος στα μάτια της μητέρας μου – μέσα στην «Γαλήνη του».

Στο πρώτο φύλλο της «Γαλήνης» βρίσκεται και το θαυμάσιο ποίημα για την μητέρα μου και θεία σου που τον έκανε να γνωρίση το Πήλιον, το θαύμα θαυμάτων. Το έχομε μεταφράσει και γερμανικά, σ’ ένα περιοδικό. Άρεσε πάρα πολύ.

«Σαν Αντιγόνη σπλαχνική

στη μαγεμένη σου πατρίδα

Τυφλό μ’ ωδήγησες – κ’ εκεί

Το φως καινούργιου κόσμου είδα».

Τώρα εσύ είσαι ο φρουρός, αγαπημένε μου Δημητράκη, να φροντίσης να μην καταστραφή η Ζαγορά – Χορευτό. Να το ριζώσης αυτό και στην καρδιά των παιδιών και στα εγγόνια σου – καλά καλά. Τα σμαραγδένια ρουμάνια και τα διαμαντένια νερά, Να μην γείνουν λάσπη και θολά νερά !!! Φυλαχθήτε από τον τουρισμό. Η πληγή του Αιώνος μας !!!

Να βάλετε καλά στο μυαλό σας, όλοι σας, πώς δεν υπάρχει τίποτα καλλίτερο και ωραιότερο από την Ελλάδα μας!

Περιμένω νέα σου, και τα αποκόμματα από τις εφημερίδες, καθώς και φωτογραφία του πηλιορείτικου σπιτιού σας στο Χορευτό !

Εσείς θα έχετε χιόνια και πάγους. Εμένα δεν μ’ αρέσουν πια αυτά. Αλλά θα έχετε σε λίγο και ανθισμένες αμυγδαλιές, πασχαλούδες και «κρίνα του γιαλού» στο Χο­ρευτό. Καλόψυχοι! Πολύ σκέπτομαι τον τόπο μου.

1002   LAUSANNE, LE 25/10/1978

Παραμονή του Άγ. Δημητρίου

Αγαπημένε μου Δημητράκη,

Είναι μέρες που σε σκέπτομαι όπως στην εορτή σου. Χίλιες καρδιακές ευχές, υγεία, χρόνια πολλά. Και του χρόνου, και πλειότερον, όπως λένε στο Χορευτό! Ελπίζω κ’  εσύ και η Μαρία σου, τα παιδιά σας και εγγόνια να είσθε όλοι καλά και ευτυχισμένοι. Και να μην καταστρα­φούνε η Ζαγορά και το Χορευτό, για να τα κάνουν είδος Νέας Ελβετίας !!! για τουρισμό! –

Πολύ με ελύπησες, Δημητράκη μου, που ούτε μου έγραψες για την προτομή του πατέρα μου στο Χορευτό ! Δεν το επερίμενα από εσένα. Κρίμα! Το έμαθα από ξένους, από γράμματά τους και εφημερίδες που έστειλαν. Εσύ άκρα σιωπή ! Εσύ ούτε μια φωτογραφία της προτομής στο Χορευτό! Ούτε θεσσαλικές εφημερίδες…….

Ο πατέρας πάντα μου έγραφε για την Ζαγορά και το Χορευτό – ως την τελευταία του πνοή ! Και η χρυσή μου μητέρα τα οκτώ τελευταία χρόνια της, που τα πέρασε  κοντά μου, καθημερινώς μιλούσαμε για τη Θεσσαλία και το Πήλιον. Είχε μια μνήμη μοναδική!

Εκείνη, η μητέρα μου και η θεία σου, έκανε τον πατέρα τόσο να αγαπήση και υμνήσει το Πήλιον.

Από εκεί που θα είναι ο πατέρας μου, δεν θα είναι πολύ ευχαριστημένος, πώς ούτε ελογάριασαν την κόρη του και πώς ούτε μία πρόσκληση δεν της έστειλε η Κοινότης Ζαγορά – Χορευτό!

Να σου πω την αλήθεια, λυπήθηκα που δεν υπάρχει πια το σπίτι σας, στο Βόλο. Μου ήτο πολύ συμπαθητικό, τρέμω μην καταστραφεί και η Ζαγορά, Χορευτό, με την μανία του Τουρισμού. Και το σπίτι του Χορευτού που ξανάκτισαν δεν είναι καθόλου επιτυχής. Χαίρομαι για το σπίτι που έκτισες στο Χορευτό. Να μου στείλεις φωτογραφία, και που ακριβώς είναι. Με χαρά και ευτυχία να είσθε πλειότεροι!

Προς Θεού όμως, να μην γίνη και το Χορευτό «Νέα Ελβετία»! που εδώ και η Λωζάννη έγεινε αγνώριστη!!

Για το σπίτι που κατοικήτε τώρα στο Βόλο, στην οδόν Κασσαβέτη, έχει λες το όνομα του αδελφού του Παππού μας. Θέλεις να πης για τον θείον Ιερώνυμον; Ήταν σπουδαίος έδωσε όλα για τη Θεσσα­λία καρδιά, ζωή και την περιουσίαν του, εναντίον των Τούρκων.

Πόσο σε ζήλεψα πως πήγες στο Χορευτό!! Έχω πάντα επάνω στο τραπεζάκι πλάι στο κρεββάτι μου μια   κάρτα,   που   μου έστειλες μια φορά, για τα Χριστούγεννα με την παραλία του Χορευτού, με τους στίχους του πατέρα  «Μάζεψε  απ’  όλα  τα  βουνά  την μοιρασμένη χάρη, την έσμιξε και σ’ έπλασε βουνό βουνών καμάρι». Οι στίχοι είναι θαυμάσιοι. Δεν μπορούσαν να είναι ωραιότεροι, ωραιότεροι! Όχι γιατί είναι ο πατέρας μου, και το τόσο αγαπημένο και πεντάμορφο Χορευτό. Αλλά, γιατί έτσι είναι!! Και άλλοτε φίλοι, μου έστειλαν,   όταν   ήρθαν στο Πήλιον, κάρτες με τους ίδιους στίχους του πατέρα και θείου σου ο όποιος αγαπούσε πολύ την μητέρα σου. Και  τώρα,   που  σου γράφω, κυττάζω την κάρτα σου του Χορευτού, με λατρεία και πόθο! Λατρεία, του είχε και ο πατέρας ως την τελευταία του πνοή. Που το έγραφε και στο τελευταίο του γράμμα: «Θυμάσαι, Λιλάκι μου, τα παλιά καλά χρόνια του Χορευτού»; Να τα λες στα παιδιά σου και στα εγγόνια σου: η Ζαγορά μας και το Χορευτό μας, είναι θαύματα θαυμάτων. Που μία φορά, δημιουργεί ο Θεός!

– Και να τον ευλογούν που εγεννήθηκαν στον ωραιότερο τόπον του κόσμου. Να μην έχουν ξενομανία. Ζω χρόνια στο εξωτερικό και όμως καθημερινώς βλέπω και λέω «Ελλάδα και πάλι Ελλάδα»! φανταζόμουνα τι θα ήτο η διαδρομή από τα Χάνια στο Χορευτό ! Τι θα έδινα να ήμουν μαζί σου! Τα έχω μέσα στα μάτια μου και στην καρδιά μου. Άς είχα λίγα κομματάκια με αφρό στα χέρια μου, λίγα φύκια, να μυρίσουν τα χέρια μου αλμύρα του Χορευτού μας, και κογχύλια από την χρυσή του αμμουδιά !

«Όπως θ’ ανθίζουν για πάντα και οι αθάνατοι στίχοι του». Άλλο βουνό από το Πήλιον, και άλλη θάλασσα από του Χορευτού δεν υπήρχαν, για τον θείον σου! Να το ξέρεις.

26 Όκτ. 1980

Αυτές τις παπαρούνες που θα σου φέρουν όλες τις ευχές μου, αγαπημένε μου  Δημητράκη   και μοιάζουν   με   αυτές  που στολίζουν   την   προτομή του  πατέρα   μου στο τρισευλογημένο Χορευτό. Κ’ εσένα και την Μαρία σου, φιλώ στοργικά. – Λίλη.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΤΑ ΙΤΑΛΙΚΑ

BIOGRAFIA DI GEORGIOS DROSSINIS

‘E nato in Atene 9 Dicembre 1859, ed è morto 3 Genaϊo 1951. ‘E stato un poeta e letterato Greco. Lei ha scrito poesie, prose, romanzi raccolta di racconti.

Il suo percorso formativo e culturale è svolto con l’ iscrizione alle facoltà di legge e di filosofia ed il continuό i suoi studi presso le Università tedescha in Lipsia. Quando Drossinis è rientrato in Patria, si dedicό ad attività editοriali e letterarie e diresse istituzioni culturali.

Kostis Palamas, Nicos Kambas e Giorgio Drossinis erano I antesignani della letteratura innovativa greca.

Sulle reviste “Rabagas” e “Mi Xanesse”, apparvero le prime poesie di Drossinis. Ballate popolaresche, raccolte successivamente – apparvero nel, ibro “Ragnatele” (Istoi Arachnis) 1880.

Di tendenza elegiaca, si oppose al gusto romantico predominate ai suoi tempi, per assumendo “le vesti” d’un cantore semplice e misurato, influengato delle tradizioni popolari greche. Nel 1884 apparce la raccolta di poesie “Idyllia”.

Dal 1888 divenne proprietario con Nicolas Politis e direttore del periodico Estia. Drossinis ha trasformato ESTIA al giornale quotidiano – manifesto del nuovo corso letterauo.

Alla Nuova, scuola Ateniese appartenegono G. Palamas, G. Drossinis e Nico Kambas. La poesia di Drossinis era influenzata da parnassiani francesi, dalla letteratura  tedesca (Heinrich Heine) ed è ispinata al modo di vivere greco, in particolare alla natura greca ed è caratterizzata dalla sua tranquillità, semplicità e dei immagini intensi e chiari. Le opere più   importante sono le sequente.

Galini (Serenità 1902), Fotera Skotadia (Temebre Luminose 1918), Pyrini Romfea (Spada fiammeggianta 1921), Tha Vradiasi (Sta per diventare  oscuro 1930), La poesia: Miroloi tis Omorfis (La bellezza del lamento, 1927) quale è la migliore poesia di Drossinis. È una elegia, Klista Vlefara (Palpebre chiuse), Febgata Helidonia, (Rondini Fuggitivi 1936), Eipe (Lei disse 1932), Lambades (Candele 1947).

Prosa

La sua prosa, che rientra nel genere romanzo, è una rappresentazione idilliaca della vita greca, in particolare degli ambienti rurali, ma mostra anche i suoi aspetti negativi, la povertà e la mancanza dell’ educazione dei contadini, I suoi lavori più importanti di prosa sono:

Romanzi

■  Amaryllis(1886)

■ Votani tis Agapis (“L’erba dell’amore”, 1901)

■  Ersie(1922)

■  Irene (“Pace”, 1945)

Raccolte di racconti

■  Agrotikai Epistolai (“Lettere contadine”, 1882)

■  Diigimata kai Anamnisis (“Brevi racconti e memorie”, 1886)

■ Diigimata ton Agron kai tis Polis (“Racconti brevi del paese e della città”, 1904)

Drossinis ha scritto due poesie,  fra le altri, quail sono amati dal popolo. L’ una era LA TERRA ELLENICA. Molti Greci che vivono al Estero l’ hanno adorato dal questo poema influestati hanno domandato di essere seppollti con poca terre Ellenica sul loro cuore. La figlia di Drossinis Angelica, quale è morta in Italia, in Roma, è seppolita in Cimeterro degli Catolici, Caio Cestis, Sulla sua tomba è scritto: «Angelica Cortini Nata Drossinis Atene 23.11.1898 ROMA 8.5.1982 KAI TO XENO MNΙMA ΘANΕ PIO GLYCO SAN FAFTIS MAZI MOY, HOMA AGAPIMENO HOMA ELLINICO. (E LA TOMBA STRANIERA SARA PIÛ DOLCE, SE TU TI SEPPELLIRAI CON ME TERRA MIA AMATA TERRA ELLENICA.

TERRA ELLENICA

Ora che parto e vado ali ‘ estero

E saremmo per mesi, per anni separati.

lascia che io prendo da te qualcosa.

Azzurra patria amatissima.

Lascia che io prendo come amuleto

Per ogni dolore, per ogni male,

amuleto per le malattie, amuleto per Caronte.

solo poca terra, terra Ellenica.

Terra rinfrescata dal vento della notte.

Terra battezzata con la pioggia di Maggio,

Terra profumata dall ‘ estate.

Terra beata, terra che fa nascere.

Solo con la grazia celeste della Stella mattutina.

Solo con i calorosi baci del Sole.

La vite moscata, il biondo grano.

Il verde alloro, I ‘ amaro olivo.

Terra onorata, che hanno scavato

Per le fondamentà d’ un Partenone.

Terra gloriosa, che ha tinto di rosa

II sangue di Souli e di Maratona,

Terra che ha seppellito santificate reliquie

Da Missolungi e da Psarà.

Terra che porti al piccolo me

Coraggio, orgoglio, gloria e gioia.

Ti appenderò come amuleto sul petto

E quando il mio cuore ti avrà come amuleto.

Prenderà da te forza, aiuto.

Per non essere sedotto da altre bellezze straniere.

La tua grazia mi darà sempre forza

E dovunque io vado, e dovunque mi fermi.

Tu mi provocherai sempre un solo desiderio:

Quando tornerò di nuovo in Grecia.

E se nel mio destino – misero e nero –

E scritto per me di partire e non tornare indietro,

l’ estremo perdono da te troverò,

l’ estremo mio bacio a te donerò.

Così anche se morirò in terre straniere.

Anche la tomba straniera sarà più dolce.

Se tu ti seppellirai con me sul mio cuore.

Terra mia amata, terra Ellenica.

Il secondo poema è “Anthismeni Amigdalia”, “Il mandorlo fiorito” è misi in musica, e per molti anni i Greci l’hanno cantato.

IL MANDORLO

Scosse il mandorlo fiorito

Con le sue piccole mani

E si riempirono di fiori le

spalle, le braccia, I capelli.

Ah! Quando la vidi ricoperta

di neve, la pazzerella,

Dolcemente la baciai,

Le scrollai i fiori dal capo

E cosi le parlai:

«Sciocca, ad imbiancare i capelli

Perche tanto ti affretti?

Da solo verrà il rigido inverno,

Non ci pensi?

Invano allora ricorderai i vecchi

Tuoi giochi,

Piccola vecchietta dai bianchissimi capelli

E con gli occhiali.

            Giorgio Drossinis e Costis Palamas erano nati nel 1859 tutti due proveniente di Missolongi. Drossinis era fiero del successo di Palamas e con grande soddisfazione prosegui il sviluppo del suo amico. L’ha aiutato molte volte in varie maniere. Loro hanno vissuto durante tulla la loro vita vicino l’uno a l’ alto e soltanto la morte di Palamas (1945) lei hanno separato. Palamas ha scritto due poemi per Giorgio Drossinis e Drossinis ha riposto con una poesia.

A GIORGIO DROSINIS

Fortunate alte montagne con le aquile, le nevi,

le acque illuminate dal sole, le gole ombrose

dove la montanara rosea custodisce bianche greggi

ed hanno flauti i pastori e le valli usignuoli!

Ma più veloci e più dolci, più selvagge. più vergini

di valli ed acque e nevi e flauti.

fin dai tempi antichi e dai giorni della schiavitù

avete le vostre canzoni, montagne disseminate di Clefti!

Fortunato il poeta cui ha prescritto la sorte

di versare perle quando piange, rose se ride;

e ancora più fortunato se sa accordare

l ‘ aria delle sue canzoni sulla lira del monte.

E la patria nei suoi versi come in puri ruscelli

si curva e si rispecchia con tutta la sua grazia.

– Salve al fazzoletto nero del giovane cavaliere

che la signora Kalo ha lavato con le sue bianche manine!

A DROSINIS

Come altrimenti

chiamarti? Il compagno di viaggio.

Salve, tu il più saldo, il pia antico

Per l’ acesa al Santo Monte del canto.

Col riso nel gioco

con la cura del giardino

compiuto, il mio libro attende

il tuo sguardo, creatura di un uomo.

che non e ‘ è nella sua vita un attimo,

uno sguardo nella sua esistenza -senza

che turbi il suo pensiero il Verso.

DI DROSSINIS A PALAMAS

Compagni di viaggio, si. muovemmo insieme

nel dolce albeggiare dell ‘ Arte, – tuttavìa,

col passare del tempo, fu tracciata

di ognuno di noi distinta la strada.

Tu il Bello lo cercasti nelle cose grandi

ed io in quelle umili e scartate.

e lavorasti il bronzo e il marmo

e lasciasti l ” argilla della terra a me.

Alle nevose vette alpine tu salisti

e io mi fermai sulle piccole creste soleggiate.

Signore e regine le tue Muse

e le mie pescatrici e pastorelle.

Tu alle sommità dei rami d ‘ alloro tendesti la mano

ed io su ogni erba e pianta;

hai portato una corona di foglie di lauro –

un pò ‘ di timo del monte a me basta.

Molti italiani uomini di lettere hanno tradotto poesie di Drossinis.  Costantinos Nicas, Giovanni Lo Coco, Lavagnini, Simone Brower, Brighenti Appare le poesie quale che ha tradotto, ha pubblicato una novella “La ragazza brutta” (Una povera donna si duole di aver una bruttisima figliuola, ma la ragazza diventerà bellisima, quando un uomo l’ amerà. Del resto, è tanto buona che della sua bontà da prova guidando e confortando un giovine cieco vicino a casa…” ancora ha pubblicato cinque novelle di Drossinis. “Il ricamo della Nina”, “La sera della vigilia”, “Non appigionasi”, “ll padrino”, e “Il giuranento dell’ amore” Domenico Molelli ha pubblicato: “Il picciolo Diamante” e (Sirena) “Gorgona”, Pasquale Lefons “L’ erba d’ amore”, V. D. Flores, P. Stomeo-Fiabe, Bruno Lavagnini, Mario Vitti, Vincenzo Mascaro, V. Mannone, Fr. Maspero, Maria Caracansi e molti altri.

Constantinos Nicas ha tradotto molte poesie e ha scritto un libro per il Drossinis con il titolo: “Giorgio Drossinis e le sue tradotte opere in Italia” (2009).

Il professere Giovanni Lo Coco ha scritto per Drossinis:

Vita

Drossinis nacque ad Atene, da genitori provenienti da Missolungi, nel 1859. Αll’ eta di 21 anni, nel 1880, pubblicό contemporaneamente all amico Kambas, di 2 anni più vecchio, la sua prima raccolta poetica. «Ragnatele». Inssieme a Palamàs, al citato amico e ad altri, contribuì a quel cambiamento di in­dirizzo che portò la cultura greca dal morente Romanticismo al Parnassianesimo. e che rese definitivo l’ uso della dimotiki co­me strumento linguistico letterario. A proposito della sua prima raccolta diceva che le sue poesie erano state accolte come un canto allegro della vita contro i lamenti dei romantici, e preci­sava, in »Fogli sparsi della mia vita» (1895). che aveva avuto come obiettivo di curare l’ espressione e la precisione delle im­magini, e soprattutto di evitare di cadere negli eccessi che ave­vano esaurito il Romanticismo. Fu direttore di periodici letterari nonché dell’ Istruzione elementare, poi delle Lettere ed Arti presso il Ministero dell’ Istruzione. Come il suo amico Palamàs fece parte dell’ Accademia di Atene. Si spense ultra novantenne nel ritiro della sua casa a Kifissià. ai primi di gennaio del 1951.

Opera

Di Drossinis abbiamo numerose raccolte poetiche, ma an­che scritti in prosa, in cui rivela lo stesso spirito delicato e pensoso, usando un tono piano, limpido e sobrio. Nella prima raccolta vi sono poesie dedicate ad amici (Buona Fortuna – II mandorlo), che sono state musicate ed oggi appartengono alla tradizione. La seconda raccolta «Stalaktite» é del 1881; in essa le poesie hanno la grazia del tema amoroso, mentre nella terza raccolta «Idilli», del 1884, si sente la freschezza e la grazia della poesia popolare. Di questa raccolta Palamàs segnal’ ο l’importanza, dato che Drossinis per la prima volta compare l’ influsso del folklore. Seguono le raccolte «Amaranti» del 1891 e «Bonaccia» del 1902. Come dice il titolo, la raccolta contiene le più belle poesie del periodo, che mostrano la grande perizia del poeta. Anche la poesia «La barca da pesca» è oggi nel repertorio musicale tradizionale.Le raccolte della maturità di Drossinis possono essere considerate: «Tenebre luminose» del 1914, e «Palpebre chiuse» del 1917. Dopo il 1920 le raccolte poetiche, anche nella maggior parte dei titoli, mostrano la maturità e la nostalgia; si tratta di «Spada di fuoco-Alcionidi» del 1921, con poesie ispirate alle guerre recenti, e «Farà sera» del 1930. Questa raccolta ha una sua unità interna. Il poeta parla ad una donna amata e la guida nell’ idilliaco ambiente del villaggio. Ultime raccolte sono «Rondini fuggitive» del 1936, a cui appartiene la «Risposta a Palamàs» e «Faville nella cenere» del 1940. In conclusione si puo dire che Drossinis fu sensibile al richiamo della poesia popolare sia nelle liriche rivolte a descrivere paesaggi esterni, sia quando diede voce alle pieghe del proprio animo. Sempre domina la grazia, l’ eleganza in quelle sue poesie che, con molta modestia, defini lavorate con l’argilla.

Copyright © 2018 – Μουσείο Γ. Δροσίνη Powered By Quality of Services