ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ ΤΟΥ Γ. ΔΡΟΣΙΝΗ
Ανέκδοτες Επιστολες
ΦΑΙΔΩΝ ΜΠΟΥΜΠΟΥΛΙΔΗΣ
Αριθμός βιβλίου 4
ΟΜΙΛΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΑΚΗ ΝΟΒΑ
Έχει κατ' επανάληψιν αναγνωρισθεί η σημασία των μικρών ιδιωτικών συλλογών κωδίκων, λυτών εγγράφων και χειρογράφων Ελλήνων λογοτεχνών για τη μελέτη θεμάτων της νεωτέρας ελληνικής γραμματείας και ιστορίας.
Σε μια τέτοια συλλογή, που ανήκε στην βιβλιοθήκη του Δικηγόρου Αθηνών αειμνήστου Ιωάννου Εύστ. Ψημένου, περιλαμβάνονται και οι εντυπώσεις του Γ. Δροσίνη από το ταξίδι του στο Παρίσι, το 1921.
Όπως είναι γνωστό, ο «συνοδοιπόρος» στον λογοτεχνικό τομέα του Κ. Παλαμά, εκτός από την ποιητική δημιουργία και την αφηγηματική πεζογραφία, συνέταξε και εκτενή αυτοβιογραφικά και απομνημονευματο-γραφικά κείμενα, που ανάγονται στην χρονική περίοδο από το 1880 ως τα μέσα του Κ' αιώνος και έχουν ήδη εκδοθεί σε τέσσερες τόμους. Τα κείμενα αυτά - υπό τον γενικό τίτλο «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» - αναφέρονται σε θέματα της οικογένειας του συγγραφέως, των σπουδών και της γενικωτέρας δράσεώς του, της πολιτικής ζωής του τόπου, των πολιτιστικών εκδηλώσεων, της εκπαιδεύσεως, της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ακόμη και ταξιδιωτικών εντυπώσεων.
Τα επί μέρους κεφάλαια του έργου - όπως υπογραμμίζεται από τον ίδιον - «δεν έχουν συστηματική Ιστορική σειρά», αλλ' αποτελούν «μερικές σκόρπιες σκηνές... που περνούν στον νου του σαν ασύνδετα κομμάτια ψαλιδισμένης ταινίας Κινηματογράφου» ώστε να δικαιολογείται η ένταξίς τους στο είδος των «Αναμνήσεων». Κάποτε παρεμβάλλονται και κείμενα, που κατά κύριο λόγο ανήκουν στην αφηγηματική πεζογραφία (όπως οι «Τρεις Εικόνες»), θεωρούνται όμως από τον Δροσίνη ως απομνημονευματογραφικά.
Οπωσδήποτε τα «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» αποτελούν χρήσιμη πηγή για μελέτη της προσωπικότητος του δημιουργού, για διαπίστωση κινήτρων εμπνεύσεως του ποιητικού του έργου κι ακόμη για προσέγγιση της πολιτικής και πνευματικής ατμόσφαιρας των χρόνων του.
Ως επίμετρο του τετάρτου τόμου καταχωρίζεται το «Ημερολόγιο» του Γ. Δροσίνη, με εγγραφές από 17 Απριλίου 1946 ως 12 Οκτωβρίου 1949. Εκεί γίνεται λόγος και για μια ενότητα των απομνημονευμάτων του συγγραφέως, υπό τον τίτλο «77 είδα στο Παρίσι», που είχε παραδοθεί, σε χειρόγραφο, το 1947, για δημοσίευση. Από το κείμενο όμως αυτό μικρό μόνον τμήμα είδε της δημοσιότητος το φως στο περιοδικό «Ξεκίνημα». Από το δημοσιευμένο πάντως απόσπασμα φαίνεται κείμενο ενδιαφέρον, γιατί συμπληρώνει τις πληροφορίες για μια μικρή, αλλά χαρακτηριστική περίοδο της ζωής του ποιητού, καλύπτει το σχετικό κενό στη διατύπωση των εντυπώσεών του και αποκαλύπτει, με την ανεύρεση τώρα των νέων ανεκδότων επιστολών, ότι τα «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου», δεν είχαν πάντοτε ως μόνη «πηγή την μνήμην και τα' απόκρυφα θησαυρίσματα» μακράς ζωής, κατά τη δήλωση του ίδιου. Το περιεχόμενο της πρώτης επιστολής σε σύγκριση με το δημοσιευμένο ως τώρα μικρό μόνον τμήμα των εντυπώσεών του από το Παρίσι αποδεικνύει - ιδίως με τις επαναλήψεις των αυτών λέξεων, φράσεων ή χαρακτηρισμών - ότι ο ποιητής, όταν συνέτασσε το αντίστοιχο κεφάλαιο του έργου του «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου», το σχετικό με το ταξίδι του στο Παρίσι, είχε υπ' όψιν του τα ανέκδοτα αυτά επιστολικά κείμενά του της περιόδου τού 1921. Ο Δροσίνης γράφει:
«Ο κόσμος που ταξιδεύει είναι κάθε καρυδιάς καρύδι, σωστή Βαβέλ. Ακούω γύρω μου όλες τις γλώσσες: ελληνικά, γαλλικά, αγγλικά, αρμένικα, τούρκικα, ισπανικά, ρωσικά, εβραϊκά. (Επιστολή), Τούρκοι, Αράπηδες, Ατσίνγανοι και μαζί τους Βούλγαροι, Ρουμάνοι, Ρώσοι, Εβραίοι, Γερμανοί, Ιταλοί. Σωστή Βαβέλ ταξιδεύτρα, καθώς εβεβαιώθηκα απ' τις γλώσσες, που άκουσα («77 είδα στο Παρίσι»).
Δεν βρήκα κανένα, που να μπορώ να συνεννοηθώ απ' τους συνταξιδιώτες, εκτός φυσικά τις ώρες, που βλέπω την Κα Δελαπόρτα και το κοριτσάκι της, που έχει κοκκύτη και το πάει να περάσει σ' ένα ελβετικό ψήλωμα το καλοκαίρι (Επιστολή).
Έξαφνα ένα κοριτσάκι κίνησεν από μια γωνία και ήλθε προς εμένα να μου πει πως με θέλει η μητέρα του... Ανέλπιστη συνάντηση: ήτον μια από τις ευγενικότερες και συμπαθητικότερες Κυρίες της Αθηναϊκής κοινωνίας...
Δύο τρεις έμποροι και πέντ' έξ επαρχιώται. Η κυριωτέρα ασχολία το Πόκερ, απ' το πρωί ως τα μεσάνυχτα · ενεργόν μέρος έχουν και οι γυναίκες. Γίνονται συχνά φωνές και καυγάδες... Το ωραίον φύλον αντιπροσωπεύεται από μερικές φώκες και γοργόνες χαρτοπαίχτρες (Επιστολή).
Ακούμε από το πρωί ως τα μεσάνυκτα... πέντ' έξι δικούς μας επαρχιώτες και δύο τρεις εμπόρους της οδού Ερμού, σκυμμένους στο Πόκερ, να τρώγονται μεταξύ τους... Τρεις τέσσερες γυναίκες ανακατώνονται κάποτε κι αυτές με τους άντρες στο παιγνίδι. Λεβαντίνες, γοργόνες και φώκες φωνακλούδες» («Τι είδα στο Παρίσι»).
«Η μαγειρική σχεδόν σαν τή δική μας. Μόνον σούπες μερικές περίεργες μας κάνουν κι έχουν μεγάλη πέραση τα ρεβΐθια, θαυμάσια μεγάλα σαν φουντούκια... Τ' άλλα φαγιά είναι μπριζόλες της σκάρας... ψάρια τηγανητά ή βραστά, συκωτάκια σοτέ με πλήθος κρεμμύδια και φρούτα · τώρα, που τελείωσαν τα λίγα αχλάδια και κορόμηλα του Πειραιώς, έχομε σταφίδες μεγάλες ξερές και αμύγδαλα καβουρδισμένα (Επιστολή).
Επεράσαμε το δύσκολο στενό Σαρδηνίας - Κορσικής σαν να περνούσαμε μπροστά από το Φάληρο» («Τι είδα στο Παρίσι»)».
Έτσι θα παρουσίαζε ξεχωριστό ενδιαφέρον η δημοσίευσις του κειμένου «Τί είδα στό Παρίσι», που λανθάνει, για την μελέτη του τρόπου επεξεργασίας του αρχικού υλικού στην τελική διατύπωση, με προορισμό την ένταξή του στα «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου».
Το ταξίδι στο Παρίσι του Γ. Δροσίνη πραγματοποιήθηκε μετά την απόλυσή του από τη θέση του Τμηματάρχου Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του Υπουργείου της Παιδείας. Ο ίδιος σημειώνει: «Η αλόγιστη πολιτική ανατροπή... μού γέννησε τον πόθο να 'βρω κάπου αλλού καθαρώτερον πνευματικόν αέρα... Και ο νους μου πήγε, σαν από θεία έμπνευση, σε μια πηγή του Ωραίου - στο Παρίσι. Δεν θα μπορούσα όμως να ξεκινήσω για τόσο πολυδάπανο ξενίτεμα, αν δεν το ευκόλυνε μια συνεταιρική επιχείρηση, που μου εξασφάλιζε τ' απαραίτητα έξοδα...».
Οι ανέκδοτες επιστολές του Γ. Δροσίνη (που μου παρεχωρήθησαν για μελέτη και δημοσίευση από τον αείμνηστο φίλο Ιωάν. Ψημένο, δικηγόρο των απογόνων του Ποιητού, οι οποίοι και του τις είχαν παραδώσει), με τις εντυπώσεις από το Παρίσι προς τους οικείους του, χρονολογούνται από 24 Ιουλίου ως 17 Σεπτεμβρίου 1921 και έχουν γραφεί σε φύλλα (σχήμ. 13,8 χ 22,8 έκ.μ.), που χρησιμοποιούσε ο Ποιητής ως Διευθυντής του «Ημερολογίου της Μεγάλης Ελλάδος» για την αλληλογραφία του.
Μετά την λεπτομερή έκθεση των συνθηκών του ατμοπλοϊκού ταξιδιού του από τον Πειραιά στην Μασσαλία, ο Γ. Δροσίνης επανέρχεται συχνά στις εντυπώσεις του από το μέγεθος της πόλεως του Παρισιού, από την κίνηση των δρόμων, από την εμφάνιση των κατοίκων, τις συνήθειές τους ή τον τρόπο εορταστικών τους εκδηλώσεων, από τον πλούτο των καταστημάτων, αλλά και την ακρίβεια των διαφόρων ειδών. Σταθερή είναι πάντα η διατύπωσις του θαυμασμού του για την γαλλική πρωτεύουσα. Οι περιγραφές της φύσεως, των τοπίων, των κτηρίων ή μνημείων και των νεκροταφείων καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση στις επιστολές, στις οποίες υπάρχουν επίσης πληροφορίες για Έλληνες ή ξένους και μάλιστα για συγγενικά του πρόσωπα, κατά τρόπο εκτενέστερο και ουσιαστικό για την γνώσι ζητημάτων της οικογενειακής του ζωής. Εκφράζονται ακόμη συγκινησιακοί κραδασμοί από ειδήσεις εθνικών ελληνικών γεγονότων, γίνεται λόγος για καλλιτεχνικές παραστάσεις, πού κρίνονται γενικά, αλλά και συγκρίνονται κάποτε με αντίστοιχες παλαιότερες των Αθηνών και φυσικά δεν παραλείπονται θέματα της καθημερινής ζωής, από τα οποία προβάλλει και το ενδιαφέρον του συγγραφέως για τους οικείους του στας Αθήνας.
Η συγκέντρωσης και μελέτη ταξιδιωτικών εντυπώσεων διαφόρων συγγραφέων, που αναφέρονται στην ίδια χώρα η περιοχή (όπως, στις αρχές του Κ' αιώνος, τα «φιλολογικά χρονογραφήματα» τού Ζαχ. Παπαντωνίου «Γράμματα από το Παρίσι» και τα στοχαστικά ή λυρικά κείμενα του Map. Σιγούρου «Εντυπώσεις από το Παρίσι» επιτρέπει βέβαια να καταφανούν τα ιδιαίτερα γνωρίσματά τους ως προς τον πνευματικό οπλισμό του καθενός, την ψυχική ιδιοσυστασία, την διάθεση αντιμετωπίσεως του τόπου και την δύναμη της περιγραφής. Και σε μια τέτοια εργασία έχουν φυσικά κάποια θέση και οι επιστολές αυτές του Γ. Δροσίνη.
Πρέπει όμως να ληφθεί υπ' όψιν ότι δεν αποτελούν αφηγηματικά κείμενα, αλλά εξ αιτίας του είδους, στο οποίο κατατάσσονται, διατηρούν όλα τα χαρακτηριστικά μιας γραπτής - και κάποτε κατά τρόπο πρόχειρο - επικοινωνίας του επιστολογράφου με πρόσωπα, στα οποία κυρίως παρέχονται πληροφορίες για τον τρόπο της ζωής του και έμμεσα οι εντυπώσεις του από τη χώρα, που επισκέφθηκε.