· Το 1880 ο Δροσίνης εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή, «Ιστοί Αράχνης».
· Το 1881 εκδίδει τη δεύτερη συλλογή, «Σταλακτίται».
Στις δύο αυτές συλλογές είναι συγκεντρωμένα μαζί με τους στίχους της «Ανθισμένης αμυγδαλιάς» τα πρώτα του ποιήματα, που πρωτοδημοσίευσε στα περιοδικά «Ραμπαγάς» και «Μη χάνεσαι».
Είναι ποιήματα σύντομα, αντιρρομαντικά, ζωντανά, ερωτικά, παιχνιδιάρικα, σε γλώσσα δημοτική.
· Το 1884 εκδίδει νέα ποιητική συλλογή, τα «Ειδύλλια», όπου διαφαίνεται η διάθεση ν’ απαλλαγεί από κάθε επίδραση της γαλλικής παρνασσικής σχολής και ν’ αντλήσει τα θέματά του από την ελεύθερη ελληνική ζωή του βουνού και της θάλασσας.
Σχετικά με την έκδοση των «Ειδυλλίων» ο Ρήγας Γκόλφης έλεγε ότι ο Δροσίνης, μελετώντας και εμβαθύνοντας στο νόημα του δημοτικού τρα γουδιού, επηρεάζεται, συνταιριάζει το ζωντανό αίσθημα, που κινεί τους αρχαίους Έλληνες λυρικούς και μάλιστα το Θεόκριτο, και γράφει τα «Ειδύλλια». Πραγματικά, τα ειδύλλια με τους σιγαλόφωνους στίχους, τις απλές ιδέες, τα θέματα τα παρμένα από την καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων και τη δημοτική τους γλώσσα, φανερώνουν τη διάθεση για μιά ριζική αλλαγή στην έκφραση της τέχνης, που ήταν και το αίτημα των εκλεκτών του πνεύματος της εποχής εκείνης.
Ο Παλαμάς σε άρθρο του, στα «Πρώτα Κριτικά», το 1884, χαιρετίζει την έκδοση των «Ειδυλλίων» με το δημοτικό τους νόημα και βεβαιώνει την εμφάνιση νέας ποιητικής σχολής, που «εισέρχεται εις ατραπόν ολιγώτερον μεν θορυβώδη και επιδεικτικήν, αλλά περισσότερον παρθενικήν και μη πεπατημένην εν τοις πλείστοις».
· Το 1891 εκδίδει τα «Αμάραντα», ποιήματα αρτιώτερα σ’ έκφραση, με μουσική διατύπωση και με τη σαφήνεια, που γενικά χαρακτηρίζει την ποίηση του Δροσίνη.
· Το 1902 εκδίδει την συλλογή του «Γαλήνη», ποιητική συλλογή, εμπνευσμένη από την εξαίσια φύση του Πηλίου, από τη ζωή του, στο βουνό και στη θάλασσα, στο Χορευτό της Ζαγοράς, που με πάθος αγάπησε ο Δροσίνης. Η φύση ποικιλόμορφη και μαγευτική, ωραία στα έκθαμβα μάτια του, τον εμπνέει, και τραγουδά τις ομορφιές της και τα στολίδια της με χάρη και με ειδυλλιακή διάθεση.
Συνδυάζει το λυρικό στοιχείο με την αφήγηση και την περιγραφή σ’ έναν εξαίσιο συνδυασμό και τραγουδεί με λυρική έξαρση τη ζωή του απλού χωρικού και τη ζωή των ψαράδων με θαυμαστή ακρίβεια και απλότητα.
Είναι ποιήματα λιγόστιχα, συχνά επιγραμματικά, ευκολονόητα, συγκρατημένα σε λυρισμό, αρμονικά στη μορφή τους, μουσικά στην έκφρασή τους, εμπνευσμένα από τα θέματα της καθημερινής ζωής. Προαναγγέλλουν τη γλωσσική μεταστροφή και την πνευματική αναγέννηση. Τα βιβλία τούτα αποτελούν την πρώτη περίοδο της ποιητικής δημιουργίας του Δροσίνη.
Ένα χρονικό διάστημα μεσολαβεί, δώδεκα περίπου χρόνια, που ο Δροσίνης δεν έγραψε, όπως και ο ίδιος λέει, στίχους.
Στην περίοδο αυτή ανέπτυξε κοινωνικές δραστηριότητες και έγραψε πεζά βιβλία, εκλαϊκευτικά, μορφωτικά, στη σειρά του «Συλλόγου Ωφελίμων Βιβλίων» (Σ.Ω.Β.).
· Το 1914 εκδίδει τα «Φωτερά σκοτάδια», ποιητική συλλογή, όπου αποκαλύπτει τους κόσμους της ψυχής του. Είναι ποιήματα σύντομα, επιγραμματικά, μ’ αυστηρό λυρικό νόημα. Με τα μελωδικά ερωτικά τούτα τραγούδια του εκφράζει τη βαθύτερη συγκίνησή του για ό,τι αληθινό και ωραίο αγάπησε. Ένας αγνός κόσμος ακτινοβολεί γεμάτος έκσταση και ομορφιά. Είναι ο ιδεολογικός του κόσμος. Κι’ ο κόσμος του ονείρου και της φαντασίας του. Το όνειρο είναι η ζωή του:
Άφησε τα όνειρά σου πάντοτε όνειρα
Στους κόσμους της ψυχής ζωντανεμένα.
Ο στίχος του είναι λιτός και πλαστικός σ’ όλη του την δύναμη. Ο στοχασμός του είναι βαθύτερος. Γίνεται φιλοσοφικώτερος. Η φωνή του σιγανόφωνη και κατανυκτική, με ιδιότυπο προσωπικό τόνο. Στο δραματικώτερο τραγούδι του, γαληνεύει!
Της σκλαβιάς τ’ αλυσοδέματα
σφίγγουν χέρια πονεμένα,
μα έχει σκλάβους αλευτέρωτους
και η λευτεριά.
Τάχα τι αν δεν σέρνουν σίδερα
τα δεσμά τ’ ανθοπλεγμένα;
Κάποτε είναι και από τα σίδερα
πιο βαρειά
Ο Κωστής Παλαμάς σε άρθρο του, στο Νουμά (1915) «Ξεφυλλίζοντας ένα βιβλίο στίχων», γράφει τούτο το χαρακτηριστικό:
«Ο ποιητής του βιβλίου τούτου στέκει σαν αδάκρυτος, κι’ όπου κλαίει, κλαίει από μέσα του. Την καρδιά του δεν την αφήνει να χυθή ανεμπόδιστη. Για τούτο τυπώνεται τόσο βαθειά η συγκίνησή του εκεί, όπου την αφήνει να ξεπροβάλλη απλά και κατανυχτικά σ’ ένα αρμονικώτατο συνταίριασμα ουσίας και μορφής. Παράδειγμα το τραγούδι του. Κλασικό κανείς θα μπορούσε να το πη, σύμφωνα με τον ορισμό, που κάποιος έδωκε του κλασικού. - Έργο που φέρνει με μικρά μέσα μεγάλα αποτελέσματα-».
· Το 1917 εκδίδει νέα συλλογή, τα «Κλειστά βλέφαρα»:
Την Προλογίζει.
Φιλώντας τα κλειστά σου βλέφαρα
εγέμισες τα μάτια μου άστρα
Σε στίχους απλούς, ζωγραφικούς και ρυθμικούς εκδηλώνει η ψυχή του μ’ ευγένεια και ειλικρίνεια τα μύχια σκιρτήματά της.
Πολλά ποιήματα της συλλογής έχουν ελεύθερο στίχο.
· Το 1921 κυκλοφορεί η «Πύρινη ρομφαία», και αι «Αλκυονίδες», συλλογές με πατριωτικά ποιήματα. Μύθοι και θρύλοι ζωντανεύουν. Υμνεί μ’ εθνικό παλμό, με βαθύτατη λατρεία και θαυμασμό την Ελληνική παληκαριά. Και ζωντανεύει τους λαϊκούς ελληνικούς θρύλους!
Τέσσερα μαύρα ατελείωτα εκατόχρονα
βουβός και αποκρυμμένος
κλωσούσε την εκδίκηση ο Δικέφαλος στο δουλωμένο γένος.
Ξάφνου μια μέρα βρόντησε
ο αντίλαλος «Ως πότε παλικάρια», Και μύριοι αετοί Δικέφαλοι φτερούγισαν από σπαθιών θηκάρια.
Το τραγούδι του, σε ιστορικές στιγμές, εμψυχώνει και σφυρηλατεί την εθνική συνείδηση.
Ένα ποίημα από τη συλλογή, που ξεχώριζε ο Δροσίνης, ίσως θα πρέπει να αναφερθεί ιδιαίτερα, είναι «Το Τάμα του Κανάρη».
Μεσάνυχτα ο πυρπολητής εγύρισε
κι’ επήδησε απ’ το γρήγορο καΐκι
πιστός, να φέρη με τα πόδια ολόγυμνα
στην εκκλησιά το τάμα για τη Νίκη.
Το χέρι, που άτρεμο έσπερνε το θάνατο
με το δαυλό – το φοβερό το χέρι,
τώρα ταπεινωμένο και τρεμάμενο
στην Παναγία ανάφτει ένα αγιοκέρι.
Η θρησκευτική συγκίνηση, που διαφαίνεται στους στίχους του ποιητή, είναι απαύγασμα μιας ιερής πίστης, που δεν τον εγκατέλειψε ως την τελευταία του πνοή. Ήταν πιστός και ευλαβής και είχε σεβασμό στα καθιερωμένα θρησκευτικά έθιμα.
· Το 1922 εκδίδει την συλλογή του «Θα βραδυάζη».
«Μικρά λυρικά κομμάτια – μικρά αριστουργήματα», γράφει ο Παλαμάς.
Η συλλογή «Θα βραδυάζη» είναι αντιπροσωπευτική της ποίησης του Δροσίνη. Έχει όλα τα τυπικά γνωρίσματα της τέχνης του. Άψογο στίχο, μορφική εντέλεια, πλούσιο στοχασμό, συγκίνηση, λυρισμό, απαλόφωνο πάθος.
Ο Δροσίνης – εδώ – ξαναγυρίζει νοσταλγικά στα νεανικά του όνειρα και τους ενθουσιασμούς, με νέα ποιητική πνοή. Ήρεμος, βαθυστόχαστος και συντροφευμένος από την αγαπημένη ιδανική γυναίκα, ζει στο ειδυλλιακό κλασικό χωριό, με φυσιολατρική διάθεση, τις χαρακτηριστικές ωραίες στιγμές της λιτής αγροτικής ζωής, σε κάθε εποχή του έτους. Φθάνει ως το τέρμα, το θάνατο, και με μυστικοπαθή συγκίνηση και αισιοδοξία τραγουδεί το προμήνυμα μιας άλλης νέας ζωής:
Με τα όνειρά μας αληθεμένα,
μ’ όλους τους πόθους σμιγμένους σ’ ένα,
με πίστη ασάλευτη στην ψυχή
και στου θανάτου το προσκεφάλι
ό,τι στο τέλος φοβούνται οι άλλοι
θα το χαιρόμαστε – σαν Αρχή.
Καθένα από τα ογδόντα τούτα ζωγραφικά και περιγραφικά τραγούδια της συλλογής είναι κι’ ένας ύμνος στην κάθε εξαίσια στιγμή των δύο ερωτευμένων, που χαίρονται την αγάπη τους μέσα στην φύση, με τα υπέρλαμπρα στολίδια της και το αιθέριο φως, που φωτίζει την ιερή μορφή της αγαπημένης γυναίκας. της αγνής, ιδανικής αγαπημένης, όπως την ονειροπόλησε ο ποιητής. Πολύ χαρακτηριστικά ο Ανδρέας Καραντώνης στις «Φυσιογνωμίες» γράφει τούτο:
«Ο Δροσίνης στους στίχους αυτούς (Θα βραδυάζη) συνταίριασε μ’ έναν πολύ γραφικό τρόπο τις δύο κύριες ροπές, της ιδιοσυγκρασίας του, την αγάπη στη φύση και την κλίση του προς το ανέφελο ερωτικό ειδύλλιο. Οι δύο αυτές ροπές είναι από φυσικού του αλληλένδετες, γιατί δεν είναι δυνατόν να νοηθεί ερωτικό ειδύλλιο, έξω από την ατμόσφαιρα της υπαίθρου. Αυτό το αλληλένδετο των δύο ροπών, ωραία και υποβλητικά το ισορρόπησε ο Δροσίνης, γιατί και οι δύο ροπές αποτέλεσαν τα συστατικά της ανθρώπινης και της ποιητικής του ιδιοσυγκρασίας.
Η ζωή, που τραγουδιέται στους στίχους αυτούς, είτε είναι πραγματική εμπειρία, είτε ιδεατή σύνθεση στιγμών εμπειρίας, είτε και ονειροπόληση λυρική, δείχνει την καλύτερη ποιητική πλευρά του Δροσίνη, το ειδικό βάρος της ψυχής του».
· Το 1927 εκδίδει το θαυμαστό «Μοιρολόϊ της Όμορφης», το αγαπημένο του βιβλίο. Η ανάμνηση της ιστορίας του – αληθινής ιστορίας- συγκινούσε βαθύτατα τον ποιητή. Είναι γραμμένο, όπως ο ίδιος διηγείται, για μια πανέμορφη χωριατοπούλα, που τη γνώρισε ένα καλοκαίρι στις Γούβες. Θαύμασε την ομορφιά της και τη χάρη της και για πολύ καιρό χάρηκε τη συντροφιά της. Η παιδική διαλεχτή φίλη του, που τον συνέδεσε μαζί της αγνό πλατωνικό αίσθημα, έπειτα από χρόνια παντρεύτηκε έναν πλούσιο και έφυγε από το χωριό. Η νοσταλγία του βουνού τη θανάτωσε. Με τη φαντασία του τη ζωντάνεψε, την ξανάφερε στο ωραίο πατρικό της, την έντυσε τα χωριάτικά της ρούχα, και άρχισε σε στίχους δραματικούς δεκαπεντασύλλαβους το τραγουδιστό μοιρολόγι της:
Το σπίτι σου είναι φτωχικό κι’ εγώ το είδα παλάτι
και στο κατώφλι καθιστή βασιλοπούλα εσένα.
Μοιρολογεί σε στίχους, πότε με τόνο συγκρατημένου πόνου, πότε ξεσπώντας σε λυγμούς, την πανέμορφη χωριατοπούλα.
· Το 1932 εκδίδει το «Είπε».
Ο πρόλογός του έχει λίγα επιγραμματικά λόγια, που ανταποκρίνονται απόλυτα στην αλήθεια. Ομολογεί, πως στιχουργεί ξένα ποιήματα
σ’ ελεύθερη μετάφραση.
«Είπε και εγώ ξαναλέω».
«Καλής μοίρας θέλημα μ’ άφησε εμπιστευμένα μία δωδεκάδα χειρόγραφα σε ξένη γλώσσα, αλλά από ψυχή ελληνική, σε λόγο πεζό με ρυθμική φόρμα, ξεχείλισμα μιας απόκρυφης λατρείας της τέχνης». Δεν απεκάλυψε το όνομα της ποιήτριας.
Είναι γραμμένα σ’ ελεύθερο στίχο αρμονικό. Έχουν κάποια πρωτοτυπία.
· Το 1935 κυκλοφορεί τη συλλογή «Φευγάτα χελιδόνια».
Με την πείρα της μακρόχρονης ζωής του, τραγουδά νοσταλγικά, στοχαστικά, με ύφος κάπως μυστηριακό και με κάποια φιλοσοφική διάθεση, τραγούδια της νιότης και της αγάπης. Πότε σε στίχους μελωδικούς, πότε σ’ ανάλαφρους και παιχνιδιάρικους.
Τα φευγάτα χελιδόνια
θάρθουν απ’ την Αραπιά,
Τα φευγάτα μας τα χρόνια
δεν γυρίζουν πιά.
· Το 1936 τυπώθηκαν οι «Λαμπάδες». Εξήντα εξ σονέττα ζωγραφικά, με άρτια μορφή, εμπνευσμένα από το σκληρό θάνατο μιας παιδούλας 16 ετών, που ο Δροσίνης αγάπησε ολόψυχα σαν πατέρας και σα φίλος. Δεν κυκλοφόρησαν αμέσως για λόγους συναισθηματικούς.
· Το 1940 εκδίδει ένα μικρό βιβλιαράκι με 427 γνωμικά και λυρικά τετράστιχα, «Σπίθες και τέφρες» μεταγενέστερα «Σπίθες στη στάχτη». Πολλά
είναι σαν αποφθέγματα. Άλλα σαν δημοτικά τραγούδια.
Ω! θύμησες της νιότης μου,
χαράς απομεινάρι,
στερνό μου βιός, που δεν μπορεί
κανείς να μου το πάρη.
Ανέκδοτη έχει την ποιητική συλλογή «Άνθη αμυγδαλιάς», που έγραψε τα τελευταία χρόνια με δροσιά και με χάρη νεανική.
Ο Δροσίνης έχει και μεταφράσεις. Έδινε εξαιρετική σημασία στο μεταφραστικό έργο.
Ο Παλαμάς εξυμνούσε το μεταφραστικό έργο του Δροσίνη. «Δεύτερη δημιουργία», έλεγε. Και, συχνά, επαναλάμβανε τους στίχους του Νίτσε, μεταφρασμένους από τον Δροσίνη.
Σε κάμπους χαμηλούς μη στέκεσαι,
μην ανεβαίνεις στα μεγάλα ύψη.
Βλέπει κανείς τον κόσμο ομορφότερο,
χωρίς να στρέψη επάνω ούτε να σκύψη.
Δρόμος κανείς, πέτρα παντού και βάραθρο.
Το θέλησες εσύ και παραστράτησες.
Και τώρα εμπρός. Κρύα η ματιά και ξάστερη.
Τόλμη. Στον κίνδυνο αν πιστέψες, χάθηκες.
Μεταφράσεις έχει περιλάβει και στη συλλογή του «Φευγάτα χελιδόνια» με τίτλο «Ξένες φωνές».
Εδώ κλείνει το ποιητικό έργο του Δροσίνη. Έργο εμπνευσμένο από την ζωή του, ζωντανό και αληθινό.
Φ. Π. Λογοθέτης
Γ. Δροσίνης 1960 Σ.Ω.Β.