ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ
Ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
«Ο ΔΡΟΣΙΝΗΣ
ΣΤΟ ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ»
Ο Γ. Δροσίνης ήταν για πολλά χρόνια στο επίκεντρο της πνευματικής ζωής και τούτο γιατί, παράλληλα προς το συγγραφικό του έργο, δραστηριοποιήθηκε με έμπρακτα αποτελέσματα, σε πολλούς τομείς.
Υπήρξε εκδότης περιοδικών, ημερολογίων και εφημερίδων. Μετείχε σε συλλόγους, οργάνωσε συνέδρια και διετέλεσε ανώτερο στέλεχος στο Υπουργείο Παιδείας από το 1908-1926, εκτός από ένα μικρό χρονικό διάστημα που, με την πολιτική μεταβολή 1920-26, ως βενιζελικός είχε απολυθεί.
Ενδιαφέρθηκε λοιπόν για την ίδρυση σχολείων, για την ενίσχυση πολλών φορέων πολιτισμού, συμβάλλοντας στην ίδρυση παραρτημάτων των Γενικών Αρχείων του κράτους και φροντίζοντας για την διάσωση της εθνικής μας κληρονομιάς. Ως ισόβιος επίσης γραμματέας του Συλλόγου προς διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων, σε αγαστή πάντοτε συνεργασία με τον Πρόεδρό του Δημήτριο Βικέλα, ενδιαφέρθηκε για την τεχνική εκπαίδευση και την εκπαίδευση των τυφλών.
Εάν περάσει κανείς από την οδό Αθηνάς στην Καλλιθέα, θα δει ένα παλιό ανακαινισμένο κτήριο, στη μετώπη του οποίου η επιγραφή: ΟΙΚΟΣ ΤΥΦΛΩΝ. ΙΔΡΥΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ. Αυτή την αθέατη πλευρά της ζωής του και την προσφορά του στην κοινωνία, τα γράμματα και το πολιτισμό, λοιπόν, θα προσπαθήσω να παρουσιάσω με την ολιγόλεπτη αυτή εισήγησή μου. Προσφορά άγνωστη στο ευρύ κοινό, που με το πέρασμα του χρόνου, θα είχαν όλα ξεχαστεί, αν πέραν τον Σ.Ω.Β. δεν ήταν η κα Βαχάρη με τους φίλους του Μουσείου Δροσίνη, να μας τον υπενθυμίζουν διαρκώς.
«Κάθε κίνηση του Γ. Δροσίνη» λέει ο Κ.Θ. Δημαράς, «ξεκινούσε από την ήρεμη δύναμη μ΄ ένα ήρεμο πάθος για έργα πολιτισμού και παιδείας».
Πολλές από τις προσφορές του αυτές μ΄ένα πολύ συγκροτημένο τρόπο τις καταγράφει στα απομνημονεύματά του και στα ημερολόγια, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων απόκειται σε χειρόγραφη μορφή στα αρχεία του Σ.Ω.Β. και τα οποία είχα την ευκαιρία να τα επεξεργαστώ φιλολογικώς και να τα εντάξω στο πολύτομο έργο του.
Αυτόν τον Δροσίνη λοιπόν θα παρουσιάσω σήμερα, όπως τον γνώρισα μέσα από τα ανέκδοτα και ήδη εκδιδόμενα χειρόγραφά του, προβάλλοντας τα κυριότερα σημεία της προσφοράς του στην κοινωνική και πνευματική ζωή του τόπου.
Το δίτομο αυτό έργο στα ΑΠΑΝΤΑ του, τα ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ δηλαδή, κατέχει σήμερα τους αριθμούς 7 και 8 και τα ημερολόγια τον αριθμό 11. αριθμούν συνολικά από κοινού και τα δύο σώματα 1.600 τυπωμένες σελίδες. Και τα δύο αυτά λοιπόν είδη του γραπτού λόγου είναι αξιοπρόσεχτα.
Ένα μέρος του αρχειακού αυτού απομνημονευτικού υλικού είχε εκδοθεί από τον ίδιο το 1940, ένα άλλο μέρος είχε δοθεί σε συνέχειες στις εφημερίδες «Ελεύθερον Βήμα» και «Εστία», ενώ το υπόλοιπο μείζον μέρος σωζόταν σε χειρόγραφη μορφή, ανάκατο στο αρχείο του, όπου και η πλούσια βιβλιοθήκη του με σημαντικές αρχέτυπες εκδόσεις αξιόλογων έργων.
Λέω ανάκατο, γιατί ο Δροσίνης δεν άρχιζε την αρίθμηση με τον αριθμό 1 για να προχωρήσει προοδευτικά, αλλά από τα κεφάλαια που συναπαρτίζουν το έργο, όλα αυτά είχαν τη δική τους αρίθμηση, οπότε διάσπαρτα καθώς ήσαν, εύρισκες μπροστά σου την ίδια αρίθμηση 10 για παράδειγμα τουλάχιστον 20 φορές χωρίς όμως να αναφέρεται πού ανήκει η μια σελίδα και πού η άλλη-έπρεπε, όπως είναι φανερό, να συνδέσω τα ασύνδετα. Μετά την ένταξή τους, προέκυπτε ένα άλλο θέμα. Η γραφή που έπρεπε να υιοθετηθεί, γιατί τα χειρόγραφα, λόγω της διαρκούς επεξεργασίας μέσα στο χρόνο με σβησίματα και προσθήκες, απαντούσαν υπό διαφορετική γλωσσική μορφή και έπρεπε να υιοθετηθεί η εικόνα, που να αντιπροσωπεύει την εκδοτική βούληση του συγγραφέα και βέβαια να δημοσιευτούν όπως ακριβώς βγήκαν από τη γραφίδα του και αυτή ήταν βασική υποχρέωση του φιλολογικού επιμελητή.
Έπρεπε να πάρει θέση. Να πάρει θέση και σε κεφάλαια που έλλειπαν από το αρχείο και σώζονται μόνο τα δημοσιευμένα στον τύπο κείμενα, όπου οι επεμβάσεις των συντακτών είναι εμφανείς, γιατί οι εφημερίδες προσάρμοζαν το κείμενο ανάλογα με τις γλωσσικές τους αντιλήψεις.
Όσο για τα Ημερολόγια στα οποία αναφέρθηκα ήδη, πρόκειται για 5 μικρού σχήματος ατζέντες στις οποίες ο Δροσίνης κατέγραφε τα θέματα που τον απασχολούσαν, σε συνδυασμό κυρίως με την εποχή του. Εποχή κρίσιμη για τον ελληνισμό, γιατί το μεγαλύτερο μέρος των ημερολογίων γράφεται μέσα στην Κατοχή, αρχίζοντας από το 1940, όπου και η εντός πλαισίου σπαρακτική, όπως φαίνεται, πρωτοσέλιδη εγγραφή του της 14ης Ιουνίου 1940: «Το Παρίσι πατήθηκε από τους Γερμανούς. Ένα άστρο μεγάλο σβήστηκε στον ουρανό του Πολιτισμού».
Είναι φανερό ότι από εδώ και στο εξής στο επίκεντρο της ψυχικής του έντασης κυριαρχεί η ΚΑΤΟΧΗ. Κατάσταση που απεικονίζονται στα 5 Ημερολόγια. Η σημασία των μαρτυριών αυτών είναι αυταπόδεικτη. Με τρόπο άμεσο οδηγούν την καλύτερη κατανόηση του πνευματικού και γενικότερου κλίματος μιας εποχής και εισχωρούν εκεί όπου καμμιά επιστημονική εργασία δεν θα μπορούσε να εισχωρήσει. Αποτελούν πολύτιμη πηγή για το σημερινό μελετητή του νεώτερου ελληνισμού, όχι μόνο για την εγκυρότητά τους, αλλά και για την μοναδικότητά τους, όπως σημαντικές είναι οι περιπτώσεις και των συγχρόνων του, Κωστή Παλαμά και Γρηγόριου Ξενόπουλου, οι οποίοι με τα ανάλογα έργα τους ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΜΟΥ & ΤΑ ΧΑΡΤΙΑ ΜΟΥ & Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΣΑΝ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ φωτίζουν πτυχές της πνευματικής μας ζωής, ευρύνοντας έτσι το πεδίο των γνώσεών μας. Μέσω των απομνημονευμάτων του, ο Δροσίνης μπορεί να μας δώσει τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε τις νεανικές του ανησυχίες και τις εξορμήσεις της λεγόμενης γενιάς του 1880 και τον τρόπο με τον οποίο δένεται η ατομική περίπτωση με τη γενική και η μετάβαση από το ατομικό στο συλλογικό.
Θα προσπαθήσω τώρα να αποδείξω του λόγου το αληθές, ανατρέχοντας σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ενδεικτικές για τον Δροσίνη και για τη γενιά τους. Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος, όπως προκύπτει από τα γραφόμενά του. Πώς έγινε το πέρασμα της γενιάς του από τα σατυρικά και μαχητικά φύλλα «Ραμπαγάς» και «Μη χάνεσαι» σε αντιπροσωπευτικότερα έντυπα της εποχής του. Είναι οι νέοι λογοτέχνες, ο Παλαμάς, ο Δροσίνης, ο Καμπάς και άλλοι, λίγο νεώτεροι, αφού ο Βιζυηνός και ο Παπαδιαμάντης έρχονται από αλλού και μόνοι τους διέγραψαν την πορεία του ο καθένας.
Ο Βιζυηνός έρχονταν από την Ευρώπη και ο Παπαδιαμάντης είχε έως τότε επιδοθεί σε εκτεταμένα αφηγηματικά κείμενα, για να καταλήξει το 1886 στο διήγημα, ένα είδος στο οποίο και οι δύο θα αναδειχθούν κορυφαίοι και αξεπέραστοι έως σήμερα. Παρουσία που θα γίνει μέσα από το περιοδικό «Εστία», το οποίο κυριαρχούσε στην εποχή εκείνη και όπου πρωτοδημοσιεύονται διηγήματα και των δύο, του Βιζυηνού δηλαδή και του Παπαδιαμάντη, το 1883 του ενός και το 1886 του άλλου, χωρίς να παύσουν να συνεργάζονται ανελλιπώς έκτοτε με την «Εστία». Το καλοκαίρι του 1881, γράφει ο Δροσίνης, σημαδεύεται στο δρόμο της τέχνης μας. Από τη σατυρική δημοσιογραφία περάσαμε στη σοβαρή λογοτεχνία, από το «Ραμπαγά» και το «Μη χάνεσαι» στην «Εστία».
Στο περιοδικό του με επικεφαλής το Νικόλαο Πολίτη σχηματίστηκε ένας ευρύς κύκλος λογοτεχνών, δημοσιογράφων και επιστημόνων γνωστού του κύκλου αυτού ως «Κύκλου της Εστίας». Είναι γνωστή άλλωστε και η αντιπροσωπευτική φωτογραφία της γενιάς του 80, που τραβήχτηκε στα 1893 στα Προπύλαια, όπου απεικονίζονται συγγραφείς του κύκλου αυτής της περιόδου, ανάμεσα στους οποίους ο Παλαμάς, ο Δροσίνης, ο Ξενόπουλος, ο Καρκαβίτσας και αρκετοί άλλοι. Αποτελεί οιωνό η φωτογραφία αυτή, τον πρόδρομο του γνωστού πίνακα του Ροϊλού, που βρίσκεται στο Φιλολογική Σύλλογο ο ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ με τον τίτλο: ΟΙ ΠΟΙΗΤΑΙ, όπου απεικονίζονται: ο Παλαμάς, ο Δροσίνης, ο Προβελέγγιος, ο Σουρής και ο Στρατήγης.
Η «Εστία» όμως, το περιοδικό εννοώ, που στάθηκε ο επόμενος στόχος των νέων λογοτεχνών δεν ήταν προσιτή, γιατί ήθελε φτασμένους λογοτέχνες.
Για να φθάσει κανείς στο κατώφλι της, γράφει ο Ξενόπουλος, ένας νέος άγνωστος δεν ήταν αρκετό να υπόσχεται απλώς, έπρεπε, να έχει φθάσει κάπου.
Αυτή την κλειστή σιδερόπορτά της παραβίασε πρώτος ο Δροσίνης στα 1881, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για τον Παλαμά και τους άλλους σύγχρονούς του λογοτέχνες, κάτι που το αναφέρει με έμφαση στα απομνημονεύματά του.
Σημειώνω ότι 7 χρόνια αργότερα, μετά την επιστροφή του Δροσίνη από τη Λειψία, όπου είχε πάει για σπουδές, χωρίς ωστόσο να πάρει πτυχίο, το περιοδικό «Εστία» πέρασε στα χέρια του. Την εφημερίδα «Εστία» την ίδρυσε ο ίδιος το 1894 και το 1898 την παραχώρησε στον Άδωνι Κύρου.
Από τις πολλαπλές δραστηριότητες του Δροσίνη θα αναφερθώ σε μερικές ενδεικτικές μόνο, μέσω των οποίων θα αναφανεί η άγρυπνη συνείδησή του. Ο διευθυντής της καθημερινής «Εστίας» Δροσίνης αναφέρεται σ΄ ένα περιστατικό που συνδέεται ευθέως με τις κρίσιμες στιγμές για την οικονομία της χώρας μας σήμερα και από το περιεχόμενό του μπορείτε να οδηγηθείτε σε σύγχρονους παραλληλισμούς. Βρισκόμαστε στο 1897, οπότε η χώρα μας, μετά την ταπεινωτική ήττα που υπέστη, αντιμετώπιζε μεγάλη οικονομική κρίση, λόγω και της απαίτησης της Τουρκίας για οικονομική αποζημίωση. Το πρόβλημα ήταν έντονο και η χώρα οδηγούνταν σε πτώχευση. Το χρηματιστήριο ήταν στα πρόθυρα ενός μεγάλου κράχ, λέει ο Δροσίνης. Τότε είναι, που ο ίδιος, ως διευθυντής της καθημερινής πλέον «Εστίας», προκειμένου να σταματήσει τον διαφαινόμενο πλέον όλεθρο, έως ότου να επέμβουνε οι τρείς μεγάλες δυνάμεις, όπως άλλοτε συζητούνταν, επινόησε τα εξής: Δημοσίευσε στην «Εστία» ένα δήθεν, είναι τα λόγια του, τηλεγράφημα από το Βερολίνο, πως η παρέμβαση των δυνάμεων υπέρ της Ελλάδος είναι βεβαία. Το δημοσίευμα αναφέρεται και στους όρους που συζητούνταν και ήσαν:
α. Η συγκρότηση συμβουλίου με αντικείμενο το δημόσιο χρέος, στο οποίο θα εγκαθίσταντο και τρεις αντιπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων για την άσκηση του αρμόζοντος ελέγχου και
β. «Όσον αφορά στα παλιά δάνεια, μανθάνομεν», γράφει ο Δροσίνης, «ότι η κυβέρνηση θα έρθει σε ιδιαιτέρας συμφωνίας μετά των ομολογιούχων παρέχουσα αυτοί επαρκείς εγγυήσεις». «Το ψευδές αυτό δημοσίευμα», σημειώνει, «ανέτρεψε το κλίμα και τον πανικό διαδέχθηκε σταδιακά η αναμονή και η προσδοκία».
Αλλά ας έλθουμε σε πιο ευχάριστα θέματα. Μιλήσαμε πιο πάνω για τη Σχολή τυφλών. Σημειώνουμε τη συμβολή του Δροσίνη, που δεν στάθηκε μόνο στην ίδρυσή του, αλλά φρόντισε και για το κατάλληλο προσωπικό. Είχε επιμεληθεί τότε την έκδοση του τρίτομου έργου των απομνημονευμάτων του Ανδρέα Συγγρού. Την αμοιβή του και για την επιμέλεια αυτή τη διέθεσε για την αποστολή στο εξωτερικό της γνωστής παιδαγωγού Αικατερίνης Λασκαρίδου και την εκπαίδευσή της στο σύστημα της διδασκαλίας τυφλών.
Πρόταση την οποία αποδέχθηκε και η Ιφιγένεια Συγγρού. Έτσι σταδιακά, η Σχολή Τυφλών στελεχώθηκε με το κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό. Παράλληλα προς αυτό, ο Δροσίνης, στο πλαίσιο του Σ.Ω.Β., ανέλαβε και την ιδέα της ίδρυσης Εργατικής Σχολής. Η ιδέα αυτή προήλθε από τις διεργασίες της διεξαγωγής του πρώτου Εκπαιδευτικού Συνεδρίου στη χώρα μας το 1904, όπου έλαβαν μέρος 1000 περίπου σύνεδροι από τον απανταχού ελληνισμό.
Η ιδέα της σύγκλησης του Συνεδρίου αυτού ανήκει στον Δροσίνη. Από το Συνέδριο αυτό λοιπόν, για να κάνω και μια παρέμβαση εδώ, μάθαμε ότι στο Μοναστήρι στα 1904 φοιτούσαν 2004 Έλληνες μαθητές, στη Ραιδεστό 2500 και στην Ανδριανούπολη 2700. Σεβαστός αριθμός ελλήνων μαθητών φοιτούσε και στην Οδησσό. Την πρότασή του ο Δροσίνης για την ίδρυση Εργατικής Σχολής, όπως αποκαλούνταν η Τεχνική Σχολή, έθεσε υπόψη του Προέδρου του Σ.Ω.Β Δημητρίου Βικέλα, ο οποίος και βέβαια την αποδέχθηκε.
Για τον Δροσίνη «Κύριος σκοπός της Σχολής θα ήτο να δέχεται όσα παιδιά του λαού, που, αφού τελειώσουν το δημοτικό σχολείο δεν έχουν τα μέσα ή τη διάθεση ν΄ανέβουν όλη τη σχολική σκάλα, για να πατήσουν το κατώφλι του Πανεπιστημίου. «Αυτά θα τα φροντίζαμε εμείς». Με τη δυναμική παρέμβαση του Δροσίνη βρέθηκε το αναγκαίο ποσό. Δωρητής ήταν ο Κων/νος Σεβαστόπουλος, ο οποίος έθεσε στην διάθεση του Συλλόγου το ποσό των 10.000 χρυσών φράγκων.
Η σχολή ονομάστηκε Σεβαστοπούλειος Εργατική Σχολή. Ήταν στην ουσία η πρώτη οργανωμένη από το 1908 τεχνική σχολή στη χώρα μας, κατά το σύστημα Σομασκό της Γαλλίας, αλλά, διευκρινίζει ο Δροσίνης, «με τους όρους της δικής μας κοινωνικής ζωής». Θα αναφερθώ και σε μερικές ακόμα δραστικής σημασίας πρωτοβουλίες του Δροσίνη, για να φανεί το εύρος της εθνικής του προσφοράς. Πόσο σημαντικές ήσαν το αποδεικνύει το αποτέλεσμα και η διάρκειά τους.
Αναφέρομαι ειδικότερα στη συγκέντρωση του γλωσσικού θησαυρού της χώρας μας και περαιτέρω στην έκδοση του Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας.
Είναι η πρώτη πρωτοβουλία, που ανέλαβε, όταν στα 1908 εγκαταστάθηκε στο Υπουργείο Παιδείας με την ιδιότητα του Γενικού Διευθυντή. Η οργάνωσή του ανατέθηκε στον καθηγητή της γλωσσολογίας Γεώργιο Χατζιδάκι και η εγκατάσταση της ομάδας εργασίας, με υπουργική απόφαση, την οποία συνέταξε ο Δροσίνης, έγινε στα υπόγεια της Εθνικής Βιβλιοθήκης. τα έξοδα εξασφαλίστηκαν από ένα από τα πολλά κληροδοτήματα, το κληροδότημα Δορίδη.
Το Λεξικό με την ίδρυση της Ακαδημίας Αθηνών στα 1926 αποτέλεσε ξεχωριστό κέντρο υπό την επίβλεψή της. Προκειμένου ο Δροσίνης να απαλλαγεί από το γραφειοκρατικό σύστημα του Υπουργείου Παιδείας και τον έντονο ρουσφετολογικό κομματισμό, κατάφερε να ιδρύσει μια ξεχωριστή διεύθυνση: τη διεύθυνση «Γραμμάτων και Καλών Τεχνών», όπου και εγκαταστάθηκε. Εδώ, είχε την ευκαιρία να υλοποιήσει τα οράματά του. Θα παραθέσω επιγραμματικά την προσφορά του, από τη θέση, αυτή στα γράμματα και τον πολιτισμό. Επιγραμματικά :
1. Αναδιοργάνωση της Σχολής Καλών Τεχνών αποσπώντας την από το Σχολείο των βιομηχανικών τεχνών. Πρόκειται, όπως είναι φανερό, για τη σημερινή Σχολή Καλών Τεχνών, επικεφαλής της οποίας τοποθετεί τον ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη και το γλύπτη Κων/νο Δημητριάδη.
2. Αναδιοργάνωση της Εθνικής Πινακοθήκης.
3. Στήριξη της λειτουργίας του Ωδείου Θεσσαλονίκης.
4. Σύσταση Επιτροπής για την Εθνική μουσική συλλογή.
5. Ίδρυση του Εθνικού Μουσείου Κοσμητικών Τεχνών.
6. Αναδιοργάνωση της Εθνικής Βιβλιοθήκης και ίδρυση βιβλιοθηκών στην περιφέρεια, σε πόλεις ή κωμοπόλεις άνω των 3000 κατοίκων. Ακόμα σήμερα να πραγματοποιηθεί ένα παρόμοιο σχέδιο.
7. Ίδρυση της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονίκης.
8. Αναδιοργάνωση του Εθνικού Θεάτρου και φροντίδα για τη συντήρηση του Ωδείου του Ηρώδου του Αττικού.
9. Σύσταση του Λαογραφικού αρχείου.
10. Θέσπιση του Αριστείου Γραμμάτων και Καλών Τεχνών.
11. Προάσπιση της Πνευματικής Ιδιοκτησίας.
12. Προώθησε επίσης νομοσχέδια, που έμειναν στη μέση και είναι:
α) Η ίδρυση σχολής Καλών Τεχνών στην Κέρκυρα.
β) Η ίδρυση Ελληνικής Σχολής στο Παρίσι με περαιτέρω προοπτική την ίδρυση ανάλογης Σχολής στη Ρώμη και το Λονδίνο.
γ) Ίδρυση αρχείου της Εθνικής Βιβλιογραφίας, που, αν δεν ήσαν ξένοι και μερικοί Έλληνες ζηλωτές, δεν θα είχαμε καν εθνική βιβλιογραφία.
δ) Την περίοδο της ανακωχής στα 1919, ο Δροσίνης είχε θέση σε εφαρμογή το σχέδιο ίδρυσης Ωδείου στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη.
Θα αναφέρουμε εδώ και κάτι ακόμα σημαντικό, που έχει σχέση με τα γράμματα. Έμπειρος καθώς ήταν ο Δροσίνης στα εκδοτικά πράγματα, διεύρυνε τόσο τη θεματολογία των εκδόσεων του Σ.Ω.Β., όσο και το δίκτυο διακίνησης των βιβλίων, καλύπτοντας έτσι ένα σημαντικό κενό. Από τα πρακτικά της συνεδρίας του Συλλόγου του 1901 πληροφορούμαστε ότι το προηγούμενο έτος, 1900, είχαν τυπωθεί 178.000 αντίτυπα διαφόρων βιβλίων από τα οποία ήδη είχαν διακινηθεί 156.000 που με το σύστημα της συνδρομής έφθαναν και στις εσχατιές της χώρας μας. Σημειώνεται ότι τη χρονιά αυτή οι συνδρομητές ανέρχονταν στις 5580 και ήσαν διάσπαρτοι σε 375 σημεία. Μερικοί από αυτούς ήσαν οιωνοί ανταποκριτές και λάμβαναν βιβλία και για άλλους.
Ένα τελευταίο σημείο στο οποίο θα ήθελα να αναφερθώ και κλείνω είναι η έκδοση του περιοδικού «Ελληνικά». Το ιστορικό του οποίου ας το ακούσουμε δια γραφίδος Δροσίνη:
«Κάποιο καλοκαιρινό βράδυ το 1927 στο καφενεδάκι της Ακροπόλεως, το καθημερινό μου καταφύγιο, μου είπε ο Διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Αλέξανδρος Διομήδης:
- Πολύ καλά όλα αυτά που γίνονται για την Αρχαία Ελλάδα, αλλά η νεώτερη είναι παραμελημένη.
- Εκδίδουμε την Ιστορική και Λαογραφική Σειρά. Ήταν η απάντηση.
- Ναι, αλλά χρειάζεται και κάτι ζωντανότερο.
- Ναι, αλλά απαιτούνται ποσά. Ήταν η απάντηση.
- Θα σας τα δώσει η Εθνική Τράπεζα, μου είπε.
Αργότερα ο Δροσίνης πληροφορήθηκε, το γράφει στα απομνημονεύματά του, ότι τα χρήματα προέρχονταν από τον προσωπικό λογαριασμό του Ελευθέριου Βενιζέλου και ότι ο Διομήδης λειτούργησε κατά εντολή του.
- Τα «Ελληνικά» εκδόθηκαν το 1928 και αργότερα, λόγω οικονομικής δυσπραγίας του Συλλόγου, τα δικαιώματα παραχωρήθηκαν στην «Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών» και αυτό το εξαιρετικά αξιόλογο περιοδικό κυκλοφορεί ίσαμε σήμερα.
Αλλά μετά το 1922 όλα είχαν αλλάξει και το μόνο που απέμενε στον Δροσίνη ήταν να φροντίσει για τον αντικαταστάτη του και ήταν ο γνωστός φιλόλογος και ποιητής Ιωάννης Γρυπάρης.
Ύστερα απ΄όλα αυτά προκύπτει το ερώτημα:
Πόσο γνωστό είναι αυτό το πολιτισμικό έργο του Δροσίνη; Έργο κατ΄εξοχήν εθνικό.
Τι έχει γίνει από την πλευρά της Πολιτείας για να αναδειχθεί η προσφορά αυτού και αρκετών άλλων ατόμων που έθεσαν τα θεμέλια και στήριξαν έμπρακτα τον πολιτισμό δείχνοντας ένα πάθος Παιδείας παραδειγματικό;