ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΜΑΣAΟΥΤΗ
ΓΕΝΕΥΗ - ΕΛΒΕΤΙΑ
«Ο ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ-ΠΕΡΑΝ ΤΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ»
Α΄ ΜΕΡΟΣ
«Δε θέλω του κισσού»
Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα
Σε ξένα αναστυλώματα δεμένο.
-----------------------------------------------------
Θέλω να δίνω φως από τη φλόγα μου,
Κι΄ας είμαι κ΄ ένα ταπεινό λυχνάρι.
Ποιητική Συλλογή, «Φωτερά Σκοτάδια»
Άρχισα να σας μιλώ με αυτούς τους στίχους του Γεωργίου Δροσίνη, γιατί νομίζω ότι είναι αντιπροσωπευτικοί για το χαρακτήρα του. Ο Γ. Δροσίνης ταπεινός, ειλικρινής και πάνω απ΄ όλα μαχητής, για να πετύχει το σκοπό του.
Έλληνας ποιητής, λογοτέχνης, πεζογράφος, εκδότης και δημοσιογράφος. Γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου του 1859, σε ένα αρχοντικό της Πλάκας στην Αθήνα, από πατέρα Μεσολογγίτη. Πέθανε στην Κηφισιά, στις 3 του Γενάρη το 1951. Γιος του Χρήστου Δροσίνη και της Αμαλίας Δρόσου-Πετροκόκκινου. Ο πατέρας του ήταν ανώτατος υπάλληλος του Υπουργείου Οικονομικών, η οικογένεια της μητέρας του είχε κατεβεί στην Αθήνα με τον Υψηλάντη. Βλέπουμε την οικογένειά του να είναι εύπορη, να έχει και μεγάλη κτηματική περιουσία στην Εύβοια, επίσης να έχει συνεισφέρει πολλά στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 1821. Παππούς του ο Γεώργιος Καραγιώργης που σκοτώθηκε στην Έξοδο του Μεσολογγίου, ενώ ο προπάππος του ήταν ο Καπετάν Αναστάσης Δροσίνης, γνωστός και ως ο πρωτοκλέφτης των Αγράφων.
Μετά τις εγκύκλιες σπουδές, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και μεταπήδησε στη Φιλοσοφία, με προτροπή του Νικολάου Πολίτη. Το 1885 συνέχισε τις σπουδές του στην Ιστορία Τέχνης στη Γερμανία, στη Λειψία, όπου παρέμεινε τον περισσότερο καιρό, Δρέσδη και Βερολίνο, χωρίς όμως να αποκτήσει κανένα πτυχίο, και χωρίς επίσης αυτή του η παραμονή στο εξωτερικό να του αφήσει κανένα ίχνος ευρωπαϊκής επίδρασης, χάρη και πάλι στον Ν. Πολίτη. Γυρίζοντας στην Ελλάδα, ανέπτυξε πλούσια και πολυσχιδή πνευματική δράση. Υπηρέτησε επί μεγάλο χρονικό διάστημα ως ανώτερος υπάλληλος στο Υπουργείο Παιδείας, ως Τμηματάρχης στο Τμήμα Γραμμάτων και Τεχνών. Όταν ιδρύθηκε η Ακαδημία Αθηνών, ο Δροσίνης εξελέγη μέλος και υπήρξε ο πρώτος Γραμματέας επί των δημοσιευμάτων. Παράλληλα, βέβαια, συνεχίζει τη λογοτεχνική του παραγωγή με πολλά διηγήματα και μυθιστορήματα καθώς και ποιήματα. Στα ποιήματά του βλέπουμε την επίδραση του Ν. Πολίτη. Αντλεί τις εμπνεύσεις του από πηγές της εθνικής ζωής, το δημοτικό τραγούδι και τη λαϊκή παράδοση. Συμβάδισε με τον Κωστή Παλαμά, παρέμειναν συνοδοιπόροι, αλλά ο Δροσίνης παρέμεινε επιφυλακτικός και συγκρατημένος χωρίς να έχει την έξαρση του Παλαμά, τόσο στη μορφή της ποίησης όσο και στο περιεχόμενο.
Συγκεκριμένα, για τον Παλαμά είχε πει: (όταν τον ρώτησαν ποιους Έλληνες ποιητές θεωρεί αξιότερους) «Ασφαλώς ο Παλαμάς είναι μεγάλος Ποιητής. Ο Σολωμός επίσης είναι κορυφή. Από κει τρέχουν τα δροσερά νερά, λυώνουν τα χιόνα και τρεφόμαστε εμείς τα ρυάκια».
Εδώ, θα σας διαβάσω δύο χαρακτηριστικά ποιήματα, το πρώτο του Παλαμά προς τον Δροσίνη και, δύο χρόνια μετά, την απάντηση του Δροσίνη
ΑΦΙΕΡΩΣΗ του Κ. Παλαμά στον Γ. Δροσίνη.
Γραμμένη μπροστά στους
«πεντασύλλαβους και τα παθητικά κρυφομιλήματα»
Στον Δροσίνη
Πώς αλλιώς
να σε πω; Ο συνοδοιπόρος,
--------------------------------------
30.5.1925, Κωστής Παλαμάς
Δύο χρόνια αργότερα δημοσιεύεται η απάντηση του Δροσίνη.
ΑΠΟΚΡΙΣΗ του Γ. Δροσίνη
ΣΥΝΟΔΟΙΠΟΡΟΙ ναι, μαζί κινήσαμε
στης Τέχνης το γλυκοξημέρωμα - όμως,
με του καιρού το πέρασμα, χαράχτηκε
του καθενός μας χωριστός ο δρόμος.
--------------------------------------------------
Εσύ στης δάφνης τ' ακροκλώναρα άπλωσες
κ' εγώ σε κάθε χόρτο και βοτάνι.
στεφάνι έχεις φορέση από δαφνόφυλλα-
λίγο θυμάρι του βουνού μου φτάνει.
Ποιητική Συλλογή, «Φευγάτα Χελιδόνια»
Ρομαντικός, πνευματώδης, ευγενικός και αισθαντικός, καλλιέργησε την τέχνη του με ωριμότητα, με αγάπη στον άνθρωπο, τη φύση, την Πατρίδα, την οικογένεια, την Θρησκεία, τις αξίες της ζωής, την αγάπη. Ο κόσμος τον αγάπησε!
Πρωτοδημοσίευσε στίχους στα περιοδικά "Ραμπαγάς" και "Μη Χάνεσαι." Ήταν χωρίς αμφιβολία δεξιοτέχνης του στίχου, και μάλλον άνθρωπος χωρίς ανησυχίες. Τον βλέπουμε θεατή της φύσης, η γραφικότητα τον θέλγει. Θεωρείται υπόδειγμα Νεοέλληνα αστού λογοτέχνη, με μια σημαντική θέση στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας για τη συμβολή του στην πνευματική αναγέννηση του 1880. Έλαβε στη ζωή του πολλές κοινωνικές διακρίσεις. Επιγραμματικά, θα λέγαμε ότι είναι ο Ποιητής που αγωνίστηκε για την πατρίδα και το λαό, και που αγάπησε τα παιδιά και τη φύση. Σαν μαθητής ήταν μαγεμένος με τις θετικές επιστήμες και καθόλου με την ποίηση. Έπαιζε βιολί και αγαπούσε το σκάκι. Με το πέρασμα του χρόνου, άρχισε να συγκινείται με το στίχο. Κάποτε είπε ότι στην ελληνική ποίηση τον μύησε το Μεσολόγγι, και αυτό γιατί η ιστορία του παππού του, καθώς και του λόρδου Βύρωνος, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο.
Την 1η Αυγούστου του 1946 υποβλήθηκε ο φάκελος του Γ. Δροσίνη για το βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας. Τον υποστήριζε η Ακαδημία Αθηνών, ο Παρνασσός, καθώς και η Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία. Ο Ιωαν. Αθανασάκης, Πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και 2ος Πρόεδρος του Σ.Ω.Β., έστειλε επιστολή στον προσωπικό του φίλο Πρίγκηπα Κάρολο της Σουηδίας, όμως όλο αυτό έμεινε ένα όνειρο. Το βραβείο Νόμπελ αυτής της χρονιάς δόθηκε στον Γάλλο Αντρέ Ζίντ.
Εκτός από το λογοτεχνικό του λόγο, που βέβαια με εντυπωσίασε, το κοινωνικό του έργο είναι αυτό που με κατέπληξε. Θα χωρίσω, λοιπόν, τη μελέτη μου αυτή σε τρία μέρη. Το πρώτο είναι το κοινωνικό του έργο πέραν της λογοτεχνίας και, παράλληλα, θα αναφερθώ σε λογοτεχνικά αξιόλογα κείμενά του. Στο δεύτερο, θα διαβάσουμε μερικά ποιήματά του για να θυμηθούμε όλες μας τον γνωστό μας Δροσίνη Και το τρίτο μέρος θα το αφιερώσουμε στο Μυθιστόρημά του «Έρση».
Θα ήθελα λοιπόν να σας γνωρίσω τον Δροσίνη ως εκδότη, ως μέλος πολλών πολιτιστικών συλλόγων, ως ανώτατο στέλεχος του Υπουργείου Παιδείας και, γενικά, όπως σας ανέφερα ως άνθρωπο της δράσης. Από τη διαμονή του στη Γερμανία, αποκτά μια μεγάλη πείρα στα εκδοτικά θέματα, έτσι, όταν επιστρέφει στην Ελλάδα, είναι έτοιμος να αναλάβει ευθύνες για την έκδοση της Εστίας. Δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες για το πώς βρέθηκε σε αυτό το χώρο, μέχρι εκείνη τη στιγμή είχαν δημοσιευτεί πολλά έργα του, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στη Γερμανία. Είχαν μεταφραστεί και εκδοθεί μερικά στη Γαλλία, Σουηδία και Αγγλία. Βέβαια, η γνώση της γερμανικής γλώσσας καθώς και της γαλλικής, του επέτρεπαν να παρακολουθεί τα λογοτεχνικά δρώμενα στην Ευρώπη, γενικότερα.
Θα σας αναφέρω λοιπόν έντυπα στα οποία ο Δροσίνης ήταν τακτικός συνεργάτης, αλλά με καθαρή πρωτοβουλία του που συνάμα ήταν και σταθμός για την πολιτιστική ζωή της χώρας. Η πρώτη απόπειρα ήταν τα φύλλα «Καλησπέρα» και «Σημαία» που τα εξέδωσε με τον εξάδελφό του Δημήτριο Ηλιόπουλο, και τα έξοδα τα μοιραζόντουσαν. Η πρώτη του εμφάνιση ήταν στο περιοδικό «Ραμπαγάς» με ψευδώνυμα "Αράχνη" ή "Κουρκουμπίνος". Οι τελευταίες συνεργασίες με το περιοδικό είναι το ποίημα «Το Ναυτόπουλο» και το πεζό: «Η Σημαία». Η αναχώρησή του για τη Γερμανία το Σεπτέμβριο του 1886, σήμαινε και το τέλος της συνεργασίας. Στο περιοδικό «Μη Χάνεσαι», του είχε ανατεθεί η ενημέρωση της κοσμικής κίνησης της Αθήνας. έτσι γνωρίζει τον «Γ. Σουρή» με τον οποίο αναπτύσσει στενή φιλία. Δημοσίευσε τότε άρθρα, όπως «Τα Μέγαρα», «Ορφεύς», «Αι εορταί μας», «Θέατρο 2», «Οι Πειραταί» και «τα Κυριακάτικα». Το «Μη Χάνεσαι», μετατρέπεται στην καθημερινή εφημερίδα «Ακρόπολις», όπου και συνεχίζει τη συνεργασία του. Πρόκειται για εφημερίδα που κυριάρχησε επί πολλές δεκαετίες και στην οποία έγραψαν πολλοί λογοτέχνες της εποχής, όπως ο Αλ. Παπαδιαμάντης, ο Κ. Παλαμάς και άλλοι. Όπως αναφέρει ο ίδιος, όσο ζούσε στη Γερμανία είχε αναλάβει την υποχρέωση να στέλνει υλικό και στίχους για την Εστία καθώς και άρθρα για την Ακρόπολη.
Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, τον Σεπτέμβριο του 1888, ο Δροσίνης θα συνεργαστεί σχεδόν αποκλειστικά με την Εστία. Την εποχή που υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία (Τον Ιούλιο του 1881) πρωτοδημοσιεύτηκε το ποίημά του το «Ποτάμι», και αυτό στη συνείδηση τού νεαρού τότε Δροσίνη ήταν ένα ορόσημο. Συνδέεται ακολούθως με τον Διευθυντή της Εστίας Γεώργιο Κασδόνη, ο οποίος τον ενεθάρρυνε, και αυτή η γνωριμία υπήρξε αποφασιστική για την πορεία του Ποιητή, αφού έτσι γνώρισε λογοτέχνες και προσωπικότητες όπως Γ. Βιζυηνό, Εμ. Ροίδη, Σπ. Σακελλαρόπουλο, Αντ. Μηλιαράκη κ.ά. Όπως ανέφερα, η γνωριμία, που στάθηκε καταλυτική για τις σπουδές του, ήταν με τον Ν. Πολίτη, ο οποίος τον μύησε στη δημοτική ποίηση και στη λαϊκή μας παράδοση. Τα επόμενα έργα του είναι απελευθερωμένα από τη μικρή επίδραση που είχαν μέχρι τότε οι ξενικές επιρροές στα γραφόμενά του, όπως σας ανέφερα πιο πάνω. Στη συνέχεια, ο Δροσίνης με τον Πολίτη αγοράζουν την Εστία και τέλος μένει μόνος του ο Δροσίνης ιδιοκτήτης και Διευθυντής. Μετατρέπει αργότερα το περιοδικό Εστία σε εφημερίδα απογευματινή, με πολλά καινοτόμα στοιχεία.
Θα ήθελα εδώ να σας μιλήσω για μια χαρακτηριστική περίπτωση ευαισθησίας της εφημερίδας και, επομένως, του Δροσίνη. Έκανε μια έκκληση για τον τάφο του Γ. Βιζυηνού, και είναι συγκινητικό πώς γράφει το κείμενο. Αλλά δεν έχουμε μόνο αυτή την πρωτοβουλία, αλλά π.χ. εν όψει των εορτών των Χριστουγέννων, γράφει στην Εστία. «Ένα μονόδραχμο για κάθε άπορο παιδί την παραμονή της Πρωτοχρονιάς» ήταν ο τίτλος του πρωτοσέλιδου, ή που διενεργεί έρανο για την πλημμύρα του 1896 που έπληξε την Αθήνα και τον Πειραιά. Βλέπουμε έτσι ότι προσπαθεί η Εστία να μην είναι η πολιτική εφημερίδα, αλλά να αναδεικνύει τα προβλήματα του κοινωνικού συνόλου και να τα αντιμετωπίζει. Το ενδιαφέρον του για τα κοινά το είχε αποδείξει από τότε που είχε εκδώσει, τα πανηγυρικά τεύχη για να καλύψει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896, είτε με σκίτσα, ή εικόνες, είτε με σχεδιαγραφήματα. Επιπλέον, είχε προκηρύξει βραβεία για τους Έλληνες σκοπευτές που θα διακρίνονταν. Η πρωτοβουλία αυτή του Δροσίνη δείχνει πόσο αγαπούσε το άθλημα της σκοποβολής. Εδώ όμως τελειώνει και η ενασχόλησή του με την Εστία.
Πριν από την Εστία είχε ιδρύσει και εκδώσει την εφημερίδα το Άστυ μαζί με τον Δημ. Κακλαμάνο και τον Θέμο Άννινο, κάνοντας ένα σωρό αλλαγές, φθάνοντας να φτιάξουν μέχρι και δικό τους τυπογραφείο. Σταματάει με το Άστυ τη συνεργασία του μετά από ένα χρόνο περίπου. Ούτε όταν ήταν στην Εστία ούτε όταν ήταν στο Άστυ δεν περιέλαβε δικά του κείμενα στις εφημερίδες εκτός ελαχίστων περιπτώσεων.
Μια άλλη εκδοτική προσπάθεια ήταν το Περιοδικό Νέα Ελλάς, σε συνεργασία με τον Γ. Κασδόνη. Ετήσιο εικονογραφημένο εθνικόν ημερολόγιον με φιλοδοξία να αποβεί το περιοδικό πραγματική Εθνική Επετηρίς με ύλη επιστημονική, καλλιτεχνική, κοινωνική, εμπορική, πολιτική η οποία επεκτείνονταν όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο, αλλά και στον ευρύτερο ελληνισμό. Δυστυχώς, ούτε και αυτή η προσπάθεια ευοδώθηκε και η έκδοση διακόπηκε μετά το δεύτερο τεύχος.
Ερχόμαστε τώρα στο 1897, έπειτα από μια σειρά ατυχών πολεμικών γεγονότων, συμπεραίνει ότι υπάρχει έλλειψη εθνικής αγωγής για την ανόρθωση του έθνους και, επομένως, πρέπει να ξεκινήσει από την αγωγή των νέων, και καθώς έχει αποσυρθεί από τη δημοσιογραφία, αποφασίζει να εκδώσει ένα περιοδικό για την Εθνική Αγωγή.
Μελέτησε, λοιπόν, τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας και αποφάσισε να εκδώσει ένα έντυπο με τον τίτλο: Εθνική Αγωγή. Εμφανίστηκε την 1η Μαρτίου το 1898 και ήταν δεκαπενθήμερο. Έμεινε εκδότης του ως το Φεβρουάριο του 1902. Έγιναν αλλαγές, παρέμεινε όμως διευθυντής συντάξεως, μέχρι το 1904. Μεγαλόπνοο το έργο του Δροσίνη, αφού αναφερόταν α) Στους διδάσκοντες β) Στα βιβλία γ) Στα σχολεία δ) Στη φύση και την αγάπη που πρέπει να καλλιεργηθεί στους νέους γι΄αυτή. Στα πέντε χρόνια κυκλοφορίας του περιοδικού, αναφέρονται οι τομείς για τους οποίους εργάστηκε για το διαφωτισμόν του λαού.
Η τελευταία εκδοτική προσπάθεια του Δροσίνη ήταν Το Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος που το άρχισε από το 1922. Η χρονιά και μόνο μας λέει τι σημαίνει η έκδοση και από τον τίτλο καταλαβαίνετε το περιεχόμενο, την απήχηση του απανταχού Ελληνισμού, το πλήθος των επιστημόνων που δημοσίευαν έργα τους. Στις 7 Νοέμβρη του 1936 γράφει στην κόρη του ότι δεν μπορούσε πλέον να ανταποκριθεί στη συνέχιση της έκδοσης. Ήταν 77 ετών, και είχε πλέον κουραστεί. Δεν σταμάτησε ποτέ να πιστεύει ότι η βασική προϋπόθεση για την πρόοδο του έθνους είναι η πνευματική ανάπτυξη και η ηθική μόρφωση του έθνους και γι' αυτό έλεγε, ότι η δύναμη του Ελληνισμού ήταν πάντοτε πνευματική παρά υλική, και ότι εις το μέλλον η κατεξοχήν δύναμη του Ελληνισμού θα είναι η πνευματική του ρώμη και επίκουρος θα είναι η υλική ενίσχυση. Πιστός λοιπόν στα πιστεύω του, από τα 50 του χρόνια υπηρετεί το ΣΩΒ, ως Γραμματέας ισόβιος. Από τη θέση αυτή ιδρύει τη Σεβαστοπούλειο Εργατική Σχολή, (πρότυπο), λειτουργεί το Παιδαγωγικό Αναγνωστήριο, οργανώνει επιστημονικά μαθήματα για ενήλικους, και ειδικά για κυρίες και δεσποινίδες, ιδρύει τον Οίκο Τυφλών, την Μπελένειο Πρότυπο Σκοπευτική Σχολή, την Ιστορική και Λαογραφική Βιβλιοθήκη, που είναι από τις σημαντικότερες δραστηριότητες του Δροσίνη όχι μόνο στη σύλληψη αλλά και στην υλοποίηση. Κατάφερνε δε πάντα να έχει χορηγούς για τα δύσκολα αυτά επιτεύγματα. Και αναφέρω μερικούς φορείς, όπως το Υπουργείο των Εκκλησιαστικών, και Δημοσίας Εκπαίδευσης, το Υπουργείο των Οικονομικών, το Υπουργείο των Ναυτικών, την Εθνική Τράπεζα, τη Διεύθυνση Σιδηροδρόμων, το Υπουργείο Εσωτερικών, καθώς και τον Οικουμενικό Πατριάρχη, που έδειξαν ενδιαφέρον γι' αυτές τις εκδόσεις και γενικά για τις δραστηριότητες, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τους αδελφούς Άμπετ και άλλους.
Για να κάνει όμως όλες αυτές τις προσπάθειες και να τις υλοποιήσει, μελέτησε με σχολαστικότητα όλα τα ξένα πρότυπα σχολεία. Αντέγραψε την Εργατική Σχολή Σομασκό στο Κρέιλ της Γαλλίας, και φρόντισε, με πρότυπο τη Σχολή αυτή, να ιδρυθεί η Σεβαστοπούλειος Εργατική Σχολή με δωρεά του Κωνσταντίνου Σεβαστόπουλου, Χιώτης από αρχοντική οικογένεια, χωρίς απογόνους άμεσους, και όλα αυτά γιατί πίστευε πως τα παιδιά που τέλειωναν το δημοτικό σχολείο και που δεν είχαν τα μέσα να φθάσουν στα Πανεπιστήμια, έπρεπε να έχουν μια διέξοδο, για αυτό έπρεπε να ασχοληθεί το κράτος και όχι να αφήνονται στην τύχη τους. Τα ίδια πιστεύω μοιράστηκε με τον ιδρυτή του Σ.Ω.Β. Δημήτριο Βικέλα και μετά με τον Ι. Αθανασάκη, δεύτερο πρόεδρο του Συλλόγου. Κατά παράκληση τού Δροσίνη, η χορηγία της Ιφιγένειας Συγγρού προς τον Οίκο Τυφλών δόθηκε για να μορφωθεί η Ειρήνη Λασκαρίδου, ως τυφλοκόμος και η οποία πολύ αργότερα διέθεσε το μεγαλόπρεπο σπίτι της για τη μόρφωση και τη στέγαση των τυφλών παιδιών και, εν συνεχεία, οι αδελφοί Αμπέτ από το Κάιρο προσέφεραν το μεγαλύτερο ποσόν για να κτιστεί στην Καλλιθέα το οίκημα της Σχολής Τυφλών.
Κλείνοντας εδώ το πρώτο μέρος, επιγραμματικά θα αναφέρω μερικές άλλες δραστηριότητες του Δροσίνη όπως: Γραμματέας στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση στο Υπουργείο Παιδείας. Εκεί μεταξύ των άλλων καθιέρωσε τη Γυμναστική, την Υγιεινή και τη γιορτή της σημαίας στα Σχολεία. Γενικός Γραμματέας ο Δροσίνης στο Τμήμα Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του Υπουργείου Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, Διευθυντής του Εθνικού Μουσείου των Κοσμητικών Τεχνών, ακόμα πρώτος Γραμματέας επί των δημοσιευμάτων στη νεοσυσταθείσα Ακαδημία Αθηνών. Απ' όλες τις θέσεις όπου εργάστηκε προσέφερε πολλές και σημαντικές υπηρεσίες, και πιστέψτε με, κάποιος άλλος θα ήθελε δύο ζωές για να πραγματοποιήσει όλα αυτά.
Τα τελευταία 13 χρόνια της ζωής του ο Δροσίνης τα πέρασε στην Κηφισιά στη βίλα «Αμαρυλλίς», στο σημερινό Μουσείο Δροσίνη.
Β΄ ΜΕΡΟΣ
Θα διαβάσουμε τώρα μερικά ποιήματα, αρχίζοντας από το πασίγνωστο «Ετίναξα την Ανθισμένη Αμυγδαλιά», που έγινε τραγούδι. Στίχοι λοιπόν του Δροσίνη, άγνωστος όμως ο μουσικοσυνθέτης, ακόμη και για τον ίδιο τον Ποιητή. Ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε: «Μα είναι δυνατόν να μην ξέρετε ποιος έγραψε τη μουσική;» Και η απάντηση: «Την πρωτάκουσα ένα βράδυ εδώ και 60 χρόνια, ενώ έφευγα με φίλους από το σπίτι του Σουρή. Το σπίτι βρισκόταν στην οδό Πινακωτών (Χαρ. Τρικούπη σήμερα). Μια παρέα Ζακυνθινοί κατέβαιναν την οδό Ασκληπιού τραγουδώντας τη Μυγδαλιά μου. Θέλησα να τους σταματήσω και να τους πω ότι ήταν δικό μου τραγούδι, μα ντράπηκα. Ο Κακλαμάνος μου είπε ότι από πολύ καιρό τραγουδιόταν, μα δεν κατόρθωσα να μάθω το μουσουργό του».
Στην ερώτηση για ποιαν γράφτηκε ο Δροσίνης απάντησε: «Για μια εξαδέλφη μου, μια Δροσινοπούλα. Μια μέρα έπαιζε κυνηγητό στον κήπο με την αδερφή μου. (Ο κήπος στον οποίο αναφέρεται βρισκόταν στον οικογενειακό του σπίτι, γωνία Πανεπιστημίου και Παρθεναγωγείου (Πεσματζόγλου), απέναντι από το Αρσάκειο). Μια στιγμή εκείνη πιάνει τον κορμό μιας ανθισμένης νερατζιάς και τον τινάζει. Τα άνθια γέμισαν το κεφάλι και τους ώμους της. Έγραψα βιαστικά μερικούς στίχους. Ποιητική αδεία άλλαξα τη νεραντζιά σε αμυγδαλιά. Η μουσική έσωσε τους μετριότατους στίχους και έγινα ο δυστυχής, ο Ποιητής της Μυγδαλιάς, ενώ έχω γράψει ωραιότερα ποιήματα».
Γ΄ ΜΕΡΟΣ
ΕΡΣΗ
Όταν τέλειωσα το διάβασμα του βιβλίου, ένοιωσα κάτι να με διαπερνάει και προσπάθησα να το εξηγήσω. Είναι ένα μυθιστόρημα τρυφερό, ανάλαφρο, με οδηγό την αγάπη ενός νιόπαντρου ζευγαριού, την αφοσίωση, την ψυχική και κοινωνική μόρφωση και των δύο, τη λεπτότητα, την αρμονία των ψυχών τους αλλά και των κορμιών τους. Το τέλειο ζευγάρι. Λέγεται ότι ο Δροσίνης έγραψε την «Έρση» έχοντας για ηρωίδα την Αικατερίνη Ευλαμπίου Τυπάλδου με την οποία είχε συνδεθεί. Όταν δημοσιεύθηκε το βιβλίο αυτό πολλές Αθηναίες βάφτισαν ένα τους παιδί Έρση, γοητευμένες από την ηρωίδα του Δροσίνη. Ξεχωριστό μυθιστόρημα με μεγάλη ποιητική χάρη, με αφηγηματική ανάπτυξη και με την ψυχολογική εμβάθυνση. Ρομαντικό μυθιστόρημα, χωρισμένο σε δύο μέρη: Α) Χάριτες και Β) Ερινύες.
Ο Δροσίνης συνηθίζει να περιγράφει απλά, δύσκολα νοήματα. Ακόμα και στα παραμύθια περνά πολύπλοκα μηνύματα με απλές καθημερινές φράσεις. Αυτά τα στοιχεία τα βρήκα στην «Έρση».
Σε ένα φανταστικό άγονο νησί του Αιγαίου, έρχονται να μείνουν ο Παύλος με τη γυναίκα του Έρση. Η περιγραφή του νησιού, όπως μας λέει ο ίδιος ο Δροσίνης, αρχίζει από το παραθαλάσσιο σπίτι του στο Χορευτό του Πηλίου έως κάτω, στην περιοχή του Αγίου Ιωάννη. Τα δε πρόσωπα είναι αληθινά, ώστε να τα αναγνωρίσουν όλοι. Φανταστικό είναι μόνο το νησί της Ερινιώς ή η νήσος των Ερινύων. Η περιγραφή στο Μοναστήρι είναι από το βιβλίο του Τσούντα με την περιγραφή των ανασκαφών του στη Μήλο. Η σπηλιά είναι, όπως μας λέει ο ίδιος ο Δροσίνης, η Μεγάλη θαλασσοσπηλιά, που περιγράφει στα «Κλειστά Βλέφαρα». Ακόμη και το βουβό παιδί, είναι ο περίφημος Βουβός του Χορευτού, που οι κινήσεις του ήταν άξιες μεγάλου τραγωδού.
Ο Παύλος Ροδανός είναι αρχαιολόγος, βρίσκεται λοιπόν στο νησί με τη γυναίκα του Έρση, μία πανέμορφη γυναίκα, επειδή κάποιος νησιώτης πλούσιος από την Αμερική διέθεσε ένα σημαντικό ποσό για την Αρχαιολογία και την Τοπογραφία του νησιού. Ο Παύλος, λοιπόν, νεαρός και νέος αρχαιολόγος με την πρόταση του Εφόρου Αρχαιοτήτων βρίσκεται στο νησί με την ελπίδα κάποιας ανακάλυψης...
Το νεαρό αντρόγυνο έχει παντρευτεί πρόσφατα από έρωτα.! Γνωριστήκανε στην Ακρόπολη μέσα στο Μουσείο. Ο Παύλος από την Ήπειρο και η Έρση από την Πόλη, μορφωμένη και σπουδασμένη είχε έρθει με το γέρο πατέρα της στην Αθήνα. Νέοι και οι δύο, γεμάτοι ενθουσιασμό για τη ζωή και για τη δουλειά του συζύγου! Νοικιάζουν ένα σπίτι μέσα στο πράσινο αλλά και δίπλα στην θάλασσα. Με τις πρώτες σελίδες από τους διαλόγους τους, βλέπουμε και νοιώθουμε την αληθινή αγάπη. Το ειδύλλιο αναπτύσσεται ανάμεσα σε δύο τρυφερά πλάσματα που τα συνδέει η κοινή λατρεία του αρχαιοελληνικού κόσμου. Παίζει βέβαια ρόλο η ειδυλλιακή φύση, αλλά εντύπωση κάνει η απλότητα των λέξεων και οι ωραίες περιγραφές. Ο Παύλος αφοσιωμένος στη δουλειά του και η Έρση στη λατρεία του ανδρός της.
Οι ήρωες του μυθιστορήματος είναι ο Παύλος, η γυναίκα του Έρση, ένα κωφάλαλο παιδί και κομπάρσοι οι χωρικοί, ο υποτελώνης, οι ψαράδες, η Βαρβάρα, η γυναίκα που τους μαγειρεύει και βοηθάει στις δουλειές του σπιτιού, καθώς και ο Αρχαιολόγος, ο Έφορος των Αρχαιοτήτων.
Το μυθιστόρημα αρχίζει με ένα παράξενο τρόπο. Μερικοί ψαράδες με το καΐκι τους βρίσκουν σε μια ερημική παραλία ένα μικρό αγόρι δέκα χρονών, δεμένο μέσα σ' ένα σάκο και εγκαταλελειμμένο. Το αγόρι αυτό είναι κωφάλαλο. Το παιδί αυτό δεν το αναζητά κανείς στο νησί και οι αρχές του νησιού ζητούν στέγη γι' αυτό. Το ζευγάρι μας το υιοθετεί και βρίσκει κοντά τους θαλπωρή και αγάπη.
Ενώ η ζωή του ζευγαριού προχωράει αρμονικά, έρχεται η είδηση, ότι επισκέπτεται το νησί ο Έφορος Αρχαιοτήτων. Φιλοξενείται στο σπίτι του ζευγαριού με τη γνωστή σε όλους ελληνική φιλοξενία. Μερικές σελίδες γεμάτες με φιλοσοφικά μηνύματα, από τους διαλόγους των δύο αρχαιολόγων και της Έρσης, δοσμένα με απλότητα και ομορφιά, καθηλώνουν τον αναγνώστη.
Η ιστορία συνεχίζεται με το πώς το κωφάλαλο παιδί εξημερώνεται με την καλοσύνη της Έρσης, η οποία αφιερώνει τις ώρες της στην εκπαίδευσή του. βλέπουμε έτσι την αλλαγή του παιδιού, χάρη στην αγάπη και την τρυφερότητά της. Προς το παρόν, είναι αξεδιάλυτο το μυστήριο πώς βρέθηκε το παιδί πεταμένο στην έρημη ακρογιαλιά.
Οι περιγραφές των ατόμων, όσο και της φύσης, βρήκα ότι είναι πολύ αξιόλογες και στηρίζουν σίγουρα τη φήμη του Δροσίνη ως το κατεξοχήν νεοέλληνα συγγραφέα, ποιητή και λογίου. Μου έκανε εντύπωση η περιγραφή του αγωγιάτη που τους βοηθάει, του Ξεφτέρη που συνεχώς είναι μεθυσμένος, ενώ διαβάζοντας αυτές τις σελίδες νόμισα ότι συμμετείχα στη ζωή του ζευγαριού.
Το επιτόπιο ψάξιμο στο νησί, στο Ερημόνησο όπως το έλεγαν οι ντόπιοι, έφερε στο φως ένα έγκλημα συνδεδεμένο με μια αρχαιοκαπηλία. Το κωφάλαλο παιδί υποδεικνύει το μέρος και το μυστήριο λύνεται μαζί με την τιμωρία των αρχαιοκάπηλων.
Ο Δροσίνης αναδεικνύει και υποδεικνύει τη δύναμη και τις ικανότητες του κωφάλαλου και στέλνει το μήνυμα σε όλους. Το παιδί γίνεται πρωταγωνιστής.
Αλλά εκεί που ο Παύλος κόντευε να τελειώσει την εργασία του, ξαφνικά τους βρίσκει το μαντάτο της γενικής επιστράτευσης. Ο Παύλος, έφεδρος, πρέπει να παρουσιαστεί στο σύνταγμά του, γυρίζοντας βιαστικά από την αποστολή τους στο νησί. η Έρση προφητεύει τη νίκη, αλλά όλα όσα λέει στο σύντροφό της παρουσιάζουν μια γυναίκα με μεγάλα προτερήματα, καλλιεργημένη, με ευαισθησία και αληθινή αγάπη για το σύζυγό της. Ο Δροσίνης εδώ, με το πορτραίτο της Έρσης, ανεβάζει το γυναικείο πρότυπο. Η μορφωμένη και καλλιεργημένη γυναίκα είναι το θεμέλιο της οικογένειας και της Ελλάδας!
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα γραμμένο με το ιδιαίτερο χιούμορ του Δροσίνη. Με μεγάλη ευαισθησία εξυμνεί την αγάπη, την τρυφερότητα, την ομορφιά με ωραιότατες φυσικές περιγραφές, με θέματα που μας αγγίζουν: το νόημα της ζωής, η αξία της, η αγάπη για παιδιά με ειδικές ανάγκες. Αναδεικνύει, με μια σχετική σάτιρα σε πρόσωπα και καταστάσεις της εποχής, τα προβλήματα της νεότερης Ελλάδας. Τέλος, αναφέρεται στα οράματα για την Πατρίδα.
Το μυθιστόρημα αυτό έχει ένα χαρακτηριστικό. Είναι γραμμένο στη δημοτική. Ο Χατζιδάκις (1848-1941) μεγάλος γλωσσολόγος της εποχής, είχε δημοσιεύσει: «Εάν γραφτούν 2-3 τέτοια μυθιστορήματα σ' αυτή τη γλώσσα, με τέτοια απήχηση, λύθηκε το ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΜΑΣ ΖΗΤΗΜΑ».
Το όνομα Έρση, σημαίνει δροσιά, δροσούλα. Και κάπου βρήκα ότι ο Παυσανίας αναφέρει ότι «αποθανόντος δέ Ακταίου Κέκροψ εκδέχεται τήν αρχήν θυγατρί συνοικών Ακταίου, και γίνονται θυγατέρες μέν, Έρση καί Άγλαυρος καί Πάνδροσος..»
Στην προσωπικότητα της Έρσης βλέπουμε πως ο Δροσίνης έβλεπε την ιδανική γυναίκα, που την ήθελε αγωνίστρια, ισότιμη με τον άνδρα, να παλεύει για την αλήθεια, την ομορφιά, την προκοπή και να βοηθάει το σύζυγό της στην εκπλήρωση των ονείρων του και των ιδανικών του.