ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ
ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΒΙΒΛΙΟΥ 10
εισαγωγή
Στα γενικώτερα πλαίσια της εθνικής μας αυτογνωσίας, σήμερα που η εθνική μας ταυτότης απροκάλυπτα βάλλεται πανταχόθεν με προφανή σκοπό την εξουθένωσιν του Ελληνισμού, εντάσσεται και το παρόν βιβλίο τού Συλλόγου των Φίλων του Γεωργίου Δροσίνη», «Παράθυρο στην Παράδοση».
Και δεν είναι το πρώτο, αλλά το δέκατο στην σειρά των εκδόσεων τού Συλλόγου μας, όλα τα προηγούμενα εννέα, σχετιζόμενα με τον Δροσίνη, με υπόβαθρο την πνευματική κυρίως ιστορία, και όχι μόνον, τού νεωτέρου Ελληνισμού.
Η πολιτική αυτή του Συλλόγου εκπορεύεται από την θερμή ελληνολατρεία τού Δροσίνη, ο οποίος, εκτός από διάσημος ποιητής και γνωστός πεζογράφος, υπήρξε και άνθρωπος της ανιδιοτελούς δράσεως προς όφελος του λαού και του έθνους «pro bono publico», δίκην εθνικού ευεργέτου. Κι' όλα αυτά σε μιαν εποχήν, πού ό λαός μας ασφυκτιούσε εδαφικώς μέσα στα αποπνικτικά σύνορα της Μελούνας, ενώ πολιτιστικώς δεν είχε ακόμη προλάβει να συνέλθη από τους τέσσερις αιώνες της τουρκοκρατίας υπό τον βάρβαρο, οπισθοδρομικό και πρωτόγονο ζυγό του Ισλάμ, κατά την διάρκειαν των οποίων αιώνων όμως, οι Δυτικοευρωπαίοι αισίως συνέχιζαν τις λαμπρές επιδόσεις της ελληνογενούς τους Αναγγενήσεως, αποκτώντας επαξίως έτσι την παγκόσμιο πολιτιστική πρωτοπορία την οποία και μέχρι σήμερα κατέχουν. Ο τόπος συνεπώς εχρειάζετο όχι μόνον έναν, αλλά πληθύν ατέρμονα Δροσίνηδων.
Απίστευτη η έκτασις του εθνοφελούς έργου του Δροσίνη, το οποίον αφήνει ενεούς ακόμη και επιφανείς ανθρώπους του πνεύματος, πού ασφαλώς και δεν περιμένουν τόσο δυναμικήν δράσιν από τον μειλίχιο, λεπτό και ήπιον ευπατρίδη, όπως ο Δροσίνης ανέκαθεν υπήρξε: συνεπέστατος και πάντα επιτυχημένος μεταρρυθμιστής, όμως ουδέποτε απρόβλεπτος και βίαιος επαναστάτης...
Εμφορούμενοι λοιπόν κι' εμείς από το πνεύμα εκείνου, προσπαθούμε, το κατά δύναμιν, να ενισχύσουμε την διατήρησιν της ιστορικής και λαογραφικής μνήμης τμημάτων του Ελληνισμού εκτός συνόρων, αρχής γενομένης από την Κύπρο, όπου και ήλθαμε αρωγοί στην έκδοσιν του βιβλίου «Εκπαίδευση στο Καϊμακλί» του κ. Κ. Κλεάνθους, αλλά και στου πονήματος «Ο γάμος στη Ματσούκα τού Πόντου» του κ. Π. Μεντεσίδη πού διασώζει πλευρές της καθημερινής ζωής των Ποντίων πίσω στις αλύτρωτες του Ευξείνου Πόντου μας πατρίδες.
Άλλα και στο εσωτερικό ο Σύλλογος δεν υστερεί, αφού δραστηριοποιείται σε μέρη και περιοχές άμεσα συνυφασμένες με τη ζωή του Δροσίνη, όπως οι Γούβες Ευβοίας, όπου η οικογένειά του είχε έναν πύργο και το ιστορικό Μεσολόγγι απ' όπου εκ πατρός κατήγετο ο ποιητής. Ο ίδιος άλλωστε ο Δροσίνης, μέγας στο έργο του υπήρξεν ερμηνευτής της ελληνικής παραδόσεως διότι, αφ' ενός μεν ελάτρευε την ελληνικήν ύπαιθρο, άφ' ετέρου δε ένοιωθε ψυχικά πολύ κοντά στον λαό, και μάλιστα, τότε που οι λαϊκές τάξεις διατηρούσαν τα πάτρια ήθη ακόμη και στις πόλεις, με τον παραδοσιακό τρόπο ζωής, επηρεασμένο βέβαια και από τις τότε επικρατούσες δυτικοευρωπαϊκές τάσεις, παραδοσιακές όμως, εν πολλοίς, στον τόπο τους και ίδιες. Και τούτο διότι οι περισσότεροι Έλληνες εζούσαν ακόμη στο χωριό όπου η παράδοσις -μ’ ό,τι αυτό συνεπάγεται-παρέμενε ακόμη ζωντανή και παρούσα. Ο Σύλλογός μας αυτό το έχει ήδη υπογραμμίσει και επισημάνει με το παραστατικώτατο, εν προκειμένω, βιβλίο πού από το 2002 έχει εκδόσει, του εκλεκτού μας μέλους και εξαίρετης συγγραφέως, Λ. Κωνσταντινίδου: «Γεώργιος Δροσίνης στοχαστικός ταξιδευτής του Ελλαδικού χώρου».
Εις επίρρωσιν των ανωτέρω, αναφέρουμε τα βιβλία που ο ίδιος ο Δροσίνης για την παράδοσιν συνέγραψε, συγκεκριμένα: «Αγροτικαί επιστολαί», «Τρεις ημέραι εν Τήνω» «Τό βοτάνι της αγάπης», «Αμαρυλλίς», καθώς και πλείστα όσα ποιήματα στις ποιητικές συλλογές «Ιστοί αράχνης», «Ειδύλλια», «Σταλακτίται», «Θα βραδυάζη». Ο Δροσίνης είναι πρώτος ηθογράφος σήμερα της ελληνικής λογοτεχνίας» κατά τον Γάλλο καθηγητή της Σορβόννης, κ. Ανρί Τοννέ. Μέ δική του, τέλος, πρωτοβουλία και επιμέλεια, εξέδωσε την πρώτη 'Ιστορική Λαογραφική Βιβλιοθήκη με «Δημώδη άσματα Πελοποννήσου και Κρήτης», «Τελευταίοι χαιρετισμοί του Ρήγα». «Τα ποιμενικά της Ρούμελης», «Μουσική λαογραφία στην Ελλάδα» και άλλα. Ίδρυσε επίσης το πρώτο Λαογραφικό Μουσείο στο Μοναστηράκι.
Η ελληνική παράδοσις, ακόμη και σήμερα, δεν είναι μουσειακή, αλλά παραμένει θαλερά ζωντανή, έστω και φαινομενικώς υπνώττουσα. Γιατί; Μα διότι είναι ή ίδια του έθνους η ψυχή, την έχουμε μέσα μας, αυτή είμαστε εμείς, απλώς, και τίποτα άλλο! Έστω και αν στις σύγχρονες πόλεις μας δεν μπορεί στην πεζή καθημερινότητα φανερά να εκδηλώνεται, όπως όμως εξ αντιθέτου, προ του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου συνέβαινε, ιδίως στην επαρχία. Όμως σήμερα ο φρενήρης καταναλωτισμός - οι πανάκριβες ηλεκτρικές και ηλεκτρονικές συσκευές καθώς και τα αυτοκίνητα, εν συνδυασμώ με την βάρβαρη εισβολή στην χώρα μας εκατομμυρίων λαθρομεταναστών-των πλείστων εξ αυτών μάλιστα προερχομένων από λαούς προαιωνίως προς τον Ελληνισμόν εχθρικούς, όπως οι Αλβανοί, αλλά και οι μουσουλμάνοι της Ασίας και της Μέσης Ανατολής -έχουν πολλαπλώς εκτοπίσει από το προσκήνιο τον παραδοσιακό μας τρόπο ζωής ως και από την επαρχία. Η κατάχρησις λοιπόν της τεχνολογικής προόδου, καθώς και η πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα εγκληματικότης πού έχει στους Έλληνες επιβληθή, ως νόμιμο πλέον καθεστώς από τους ξένους λαθρομετανάστες, είναι οι αιτίες. Όπως άλλωστε συμβαίνει και σ' ολόκληρη την Δυτικήν Ευρώπη, θύμα κι' αυτή ανυπεράσπιστο, των ιδίων ιστορικών εξελίξεων.
Όμως η ιερή φλόγα της παραδόσεως άσβεστη μέσα μας ζή, μάρτυς δε αυτού αδιάψευστος η καταπληκτική πληθώρα των ελληνοκεντρικών περιοδικών πού τα τελευταία χρόνια έχουν κατακλύσει τα περίπτερα των πόλεών μας, αλλά και η διδασκαλία, ιδιωτικώς, των αρχαίων ελληνικών. 'Εδώ θα ήθελα να παρατηρήσω ότι κατά λανθασμένην εκτίμησιν, συνηθίζεται η παράδοσις να ταυτίζεται με την εποχήν της τουρκοκρατίας.
Λάθος! Φυσικά και αυτή είναι ή τελευταία μεγάλη περίοδος της ιστορίας μας προ της ιδικής μας και, ως τέτοιος ο χρονικώς άμεσος φορεύς της παραδόσεως. Όμως ο μπάλλος, ο συρτός, ο καλαματιανός. ο οβελίας, τα κούλουμα, ο χαρταετός, το κάψιμο του Ιούδα, το στεφάνι της πρωτομαγιάς, το τσουρέκι, η βασιλόπιττα, τα κάλαντα, τα κουλουράκια του Πάσχα και τα κόκκινα αυγά, η κουλούρα της Ζακύνθου, ο κούκνουκας της Κάσου, το ρόδι της πρωτοχρονιάς, οι φωτιές του Άη Γιάννη του Φανιστή, καθώς και αμέτρητα αλλά -σχεδόν όλα για να μη πω απλώς όλα-αρχαιοελληνικές τις ρίζες έχουν, αποδεικνύοντας έτσι την αδιάσπαστη συνέχεια της φυλής μας. Και επειδή, όπως ήδη προαναφέραμε, ή παράδοσις είναι η ψυχή μας, η καταλυτική της επιρροή δεν περιορίζεται μόνο στον δημόσιο κοινωνικό μας βίο, αλλά επεκτείνεται και στην προσωπική ζωή και τις συνήθειες ενός εκάστου εξ ημών, και μάλιστα, επί καθημερινής βάσεως. Πώς; Μα είναι πολύ απλό: η κ. Άννα Τζιροπούλου Ευσταθίου, ελληνίστρια παγκοσμίου κλάσεως, μεταξύ άλλων πολλών και χρησίμων, παραθέτει επί λέξει στο βιβλίο της «Ελληνική Αγωγή»,τα εξής: «...ο Ρομπέρ Φλασελιέρ, βαθύς γνώστης του αρχαιοελληνικού κόσμου... διαπιστώνει: «αυτός ό ελληνικός λαός... δεν άλλαξε από τότε...».
Και η επιφανής μας ελληνολάτρις συνεχίζει: «Ταξίδευαν αφού πρώτα προσεύχονταν στον Επιβατήριο Απόλλωνα, εκτελούσαν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα με θυμιάματα και λιτανείες (και με λαμπάδες, θα προσθέταμε εμείς), με τάματα και χρυσές εικόνες, με εγκοιμήσεις και παννυχίδες (ολονυκτίες). Έκαναν ποδαρικό ...και «ήσαν ιδιαιτέρως φιλέορτοι. Γλεντούσαν σε συμπόσια, σε τραπεζώματα (τότε «επιτραπεζώμετα») και σε «δείπνα από συμβολών» (πάρτυ). Η παράθεσις των φαγητών ακολουθούσε επακριβώς τις σημερινές συνήθειες». Αλλά και οι εκφράσεις «χτύπα ξύλο», «φτύνω στον κόρφο μου», καθώς και το τσούγκρισμα των ποτηριών με την πρόποσιν «εβίβα» -αντιδάνειο εκ της ιταλικής του αρχαιοελληνικού μας «ευάν ευοί», και οι καντάδες κάτω από το παράθυρο της αγαπημένης, όλα από την αρχαιότητα προέρχονται, και εκεί ξανά παραπέμπουν.
Παράδοσις δεν σημαίνει λοιπόν λαογραφία, οσονδήποτε στενά συνδεδεμένη κι αν είναι μ' αυτήν. Ούτε περιορίζεται ως το 1453, αλλά χρονικά επεκτείνεται προς τα πίσω μέχρι και της προομηρικής εποχής.
Πιστός επομένως και ο Σύλλογός μας στο πνεύμα ελληνολατρείας του Δροσίνη, απεφάσισε να προβή στην έκδοσιν του παρόντος έργου, πεπεισμένος ότι έτσι εξυπηρετεί καλύτερα τα «άγια συμφέροντα του καθόλου Ελληνισμού. Συγχρόνως όμως το βιβλίο αυτό προσφέρει και την ψυχικήν απόλαυσιν πού παρέχουν τα ποικίλα επιλεγμένα και ασυνήθη κείμενά του, των οποίων κοινή συνισταμένη αποτελεί η παράδοσίς μας, κιβωτός του Έθνους μας, αλλά και ανεκτίμητη για μας παρακαταθήκη και κληρονομιά.
Νικόλαος Β. Μαυρολέων
Υπεύθυνος Δημοσιεύσεων του Συλλόγου