«Κατά την θερινήν διαμονήν μου εις το Πήλιο της Θεσσαλίας έτυχε κάποτε να εύρω κρεμασμένον από τους κλάδους ελαίας ένα περιπλανώμενον μελίσσιον.
Το μελίσσιον αυτό εγκτατέστησα εις μίαν παλαιάν ακατοίκητον κυψέλην και έκτοτε εγεννήθη η αγάπη μου προς τας μελίσσας.
Η σπουδή των μικρών φιλοπόνων εντόμων παρουσίαζε τόσα εντελώς νέα δι’ εμέ και θαυμάσια φαινόμενα, ώστε μ’ έκαμε να διέλθω τας πλέον ευχαρίστους ώρας της εξοχικής ζωής.
Αλλά συγχρόνως ήρχισα να αισθάνωμαι την ακατανίκητον επιθυμίαν να διηγηθώ και εις τους αναγνώστας των δημοσιευμάτων του Συλλόγου όσα μου είχαν κάμη την μεγαλυτέραν εντύπωσιν από τον βίον των μελισσών, από τας συνηθείας των και από τους τρόπους, τους οποίους επενόησαν οι άνθρωποι δια να εκμεταλλεύωνται επικερδώς την φιλοπονίαν των.
Όπως σχηματίζονται αι κηρήθραι μέσα εις τας κυψέλας, το μικρόν αυτό βιβλίον ήρχισε σιγά σιγά να σχηματίζεται μέσα εις τον νουν μου και, όταν αι φθινοπωριναί βροχαί με απέκλεισαν εντός της οικίας, δεν έμενε πλέον παρά να γραφή και εγράφη».