ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΤΗΣ ΜΗΛΟΥ
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΚ. ΜΑΥΡΟΛΕΩΝ
ΑΡΙΘΜ. ΒΙΒΛΙΟΥ 17
Το βιβλίο η «Αφροδίτη της Μήλου», το 17ο στη σειρά της πλούσιας εκδοτικής δραστηριότητας του Συλλόγου που αριθμεί έως σήμερα 22 βιβλία, τα περισσότερα από τα οποία συνδέονται στο σύνολό τους ή εν μέρει με τη ζωή και το έργο του Δροσίνη. Τα βιβλία αυτά αποτελούν το παράθυρο του συλλόγου στον κόσμο, το μέσο με το οποίο προβάλλονται οι δραστηριότητές του, ενώ παράλληλα εξασφαλίζουν τη διάρκεια στο χρόνο σε ό,τι κρίνεται σημαντικό και δημοσιεύσιμο.
Το παρόν βιβλίο έχει εκδοθεί το 2009 και είναι τυπωμένο σε μεγάλο μέγεθος. Υπεύθυνοι σύνταξης είναι οι κυρίες Ελένη Βαχάρη και Άννυ Κορκολή και ο κύριος Νίκος Μαυρολέων, ο οποίος έχει επιμεληθεί και τα κείμενα. Στη σεμνότητά τους αποδίδω το ότι τα ονόματά τους δε βρίσκονται, όπως είθισται, στο εξώφυλλο, αλλά είναι «κρυμμένα», θα έλεγε κανείς, στο κάτω μέρος της τέταρτης σελίδας.
Η σύλληψη της ιδέας για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου, όπως δηλώνεται σε ένα σημείωμα προς τους αναγνώστες που προτάσσεται του κειμένου, ξεκινά από την έμπνευση του Δροσίνη: «Στον ύπνο μου χθες / Η Αφροδίτη / Μου μίλησε και της μίλησα» γράφει η Σαπφώ. Φαίνεται πως η Αφροδίτη μίλησε και στον ποιητή και του προκάλεσε το ενδιαφέρον για ό,τι αφορά στις περιπέτειες του αγάλματός της. Έτσι. ο Δροσίνης αφιερώνει ένα ποίημα της συλλογής Πύρινη Ρομφαία, που εκδόθηκε το 1921, στην Αφροδίτη της Μήλου, την ξενιτεμένη θεά, όπως την προσφωνεί, όπου αναφέρεται στη μεταφορά του αγάλματος από τη Μήλο στη Γαλλία και κάνει μια καταγγελία για την τύχη του. Με το ποίημα αυτό συνδέεται ένα συγκινητικό περιστατικό: «Ένα κορίτσι, η μικρή Βεατρίκη, αντέγραψε το ποίημα σε ένα χαρτάκι με το σχόλιο: -Στη λατρευτή μου Αφροδίτη επαναλαμβάνω με πόνο τα λόγια του Δροσίνη, Βεατρίκη Κόττα 12 χρονών- και το έκρυψε κάτω από το περίφημο άγαλμα στο Μουσείο του Λούβρου. Δώδεκα χρόνια αργότερα σε μια μετακίνηση του αγάλματος το χαρτάκι βρέθηκε. Το γεγονός συζητήθηκε πολύ στη Γαλλία και την Ελλάδα και οδήγησε τη Βεατρίκη -νεαρή κυρία πια- να συναντηθεί με τον ποιητή και να του προσφέρει ένα μπουκέτο ντάλιες». Σήμερα, ένα τέτοιο μπουκέτο θυμίζει το περιστατικό και συγκινεί τον επισκέπτη του Μουσείου. Όμως το ενδιαφέρον του ποιητή δε σταμάτησε στο ποίημα. Είχε κάνει εκτενή αναφορά στο ιστορικό της ανεύρεσης τού αγάλματος στα περιοδικά Μελέτη, Ημερολόγιο της Μεγάλης Ελλάδος και Εστία, που επιμελείτο.
Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα το παρόν βιβλίο, στου οποίου τις πρώτες σελίδες μπορεί να βρει κανείς δημοσιευμένα και το ποίημα και τα προαναφερόμενα άρθρα και την ιστορία με τη μικρή Βεατρίκη. Ως στόχος του βιβλίου έχει τεθεί η προσέγγιση του θέματος από ποικίλες πλευρές, η ολοκληρωμένη παρουσίασή του με συγκέντρωση ποικίλου υλικού χρήσιμου για τον αναγνώστη. Άλλωστε, η λογική της ολοκληρωμένης παρουσίασης αποτελεί πάγια επιλογή του Συλλόγου και σε άλλες δραστηριότητες. Η έρευνα, βέβαια, είναι έργο ειδικών επιστημόνων: λαογράφων, ιστορικών, εθνογράφων κτλ. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως ο ερασιτεχνικός ζήλος και η εθελοντική δραστηριότητα έχει δώσει καλά αποτελέσματα. Έτσι, διάφορα μέλη του Συλλόγου βοήθησαν πολύ στη συγκέντρωση υλικού. Αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους είναι ένα εκτενές βιβλίο 250 σελίδων, όπου γύρω από ένα κεντρικό κορμό, την Αφροδίτη ως θεά και ως άγαλμα, έχουν συγκεντρωθεί κείμενα και εικόνες από πολλές πηγές, γεγονός που του προσδίδει την ιδιοτυπία της πολυσυλλεκτικής μορφής.
Η πολυσυλλεκτικότητα αυτή οδηγεί το βιβλίο να κινείται σε πολλά επίπεδα στο χρόνο και το χώρο. Μαζί του ταξιδεύεις από την αρχαία Ελλάδα, που λατρεύτηκε η θεά και κατασκευάστηκε το άγαλμά της, στην προεπαναστατική περίοδο που βρέθηκε το άγαλμα, και στον 20° αι., όταν η Βεατρίκη έκρυψε το ποίημα κάτω από το άγαλμα και όταν συναντήθηκε με τον Δροσίνη. Μιλά για τη στιγμή των γεγονότων, αλλά και για την αιωνιότητα των μύθων, για το συγκεκριμένο περιστατικό της ανεύρεσης και για την αοριστία των μαρτυριών που το αφορούν, για την πραγματικότητα της ιστορίας αλλά και το φανταστικό κόσμο των μύθων.
Κι όλα αυτά με πρωταγωνιστές χωρικούς και πρίγκηπες, δημογέροντες και διπλωμάτες, ναυτικούς και αξιωματικούς, αμαθείς και μορφωμένους, αρχαιοκάπηλους και φιλέλληνες, επιστήμονες και ερασιτέχνες, Ευρωπαίους και Ανατολίτες, που κινούνται σε χωράφια, σαλόνια, σεράγια, ιστιοφόρα, αρχαίους ναούς, και σύγχρονα μουσεία στη Μήλο, την Κων/πολη, το Παρίσι, την Αθήνα του κάποτε και του τώρα. Από τον αγρό της Μήλου, όπου τυχαία λίγο πριν την Επανάσταση βρέθηκε η Αφροδίτη, έως το Λούβρο, όπου εκτίθεται σήμερα, από το μεγαλοφυή γλύπτη που εμπνεύστηκε το άγαλμα, έως το νοσταλγικό ποιητή που εμπνέεται από τον ξενιτεμό του, η απόσταση είναι τεράστια και καλύπτεται με τολμηρά άλματα από το παρόν βιβλίο. Τι ενώνει αυτούς τους χρόνους και χώρους; Η δύναμη της ζωής που αντιπροσωπεύει η Αφροδίτη που χάνεται, ξαναβρίσκεται, γεννά μύθους και δοξασίες, γοητεύει και εμπνέει. Με αυτό το πνεύμα πρέπει να δει κανείς το βιβλίο, που τιμά την Αφροδίτη και μέσα από αυτή την Ελλάδα, τη ζωή, την ποίηση του Δροσίνη, την ποίηση της ζωής.
Αφήνοντας τη γενική θεώρηση του βιβλίου, ας προχωρήσουμε στο περιεχόμενο. Η εισαγωγή του, γραμμένη από τον κ. Μαυρολέοντα, απευθύνεται σε οικείο τόνο στον αναγνώστη με στόχο να τον προϊδεάσει και να τοποθετήσει το θέμα στο ιστορικό του πλαίσιο, αναπλάθοντας το κλίμα της εποχής. Η αμεσότητα του ύφους γίνεται περισσότερο εμφανής με τα γραμμένα σε προσωπικό ύφος ενδιαφέροντα σχόλια που αφορούν στο παράδοξο οι αρπαγές ελληνικών αρχαιοτήτων να αποτελούν εκδήλωση εφηρμοσμένου φιλελληνισμού, καθώς και στη συγκυρία της διεθνούς πολιτικής σκηνής της αποικιοκρατίας, όταν τα ευρωπαϊκά κράτη κατακτούσαν με τα όπλα Ασία και Αφρική και το ίδιο ανέμεναν να επιτύχει για τις καρδιές και το πνεύμα των κατοίκων τους το αρχαιοελληνικό ιδεώδες, που επιθυμούσαν να ιδιοποιηθούν.
Ακολουθεί το κύριο μέρος του βιβλίου. Το πολυσυλλεκτικό περιεχόμενό του μπορούμε να το διακρίνουμε σε τρεις κατηγορίες, οι οποίες είναι αλλού διακριτές και αλλού υπεισέρχονται η μια στην άλλη, χωρίς όμως να χάνουν την υπόστασή τους. Μιλώ για το μέρος, που αφορά το άγαλμα της Αφροδίτης της Μήλου και το ιστορικό της ανεύρεσής του, το λογοτεχνικό μέρος και τέλος, το μέρος που επικεντρώνεται στη θεά Αφροδίτη και παρέχει σχετικό πληροφοριακό υλικό.
Στο ιστορικό μέρος καταγράφονται τα περιστατικά που αφορούν στην ανεύρεση του αγάλματος. Αξιοσημείωτο είναι πως παρότι η ανεύρεση και η μεταφορά του στη Γαλλία είναι ένα ιστορικό γεγονός, ωστόσο δεν υπάρχει τίποτα βέβαιο και εξακριβωμένο σχετικά με αυτό. Πρόκειται για τη σκοτεινή ιστορία ενός λαμπερού αγάλματος. Μιλώ για την ασάφεια των χρονικών σημείων, των προσώπων, των κινήσεων, των προθέσεων. Μέσα από τις αλληλοαναιρούμενες πηγές οι ημερομηνίες μπλέκονται, τα ονόματα συγχέονται και το σχετικό τοπίο παραμένει ομιχλώδες. Ακόμα και το όνομα του χωρικού που βρήκε το άγαλμα είναι αμφιλεγόμενο. Λεγόταν Γεώργιος ή Θεόδωρος, Κεντρωτάς ή Μποτονάς, ήταν μόνος είχε παραγιό ή ένα γιο του μαζί; Το άγαλμα ήταν θαμμένο κάτω από τη γη ή σκεπασμένο με πέτρες; Πώς αντέδρασε όταν το πρωτοείδε; Το μετέφερε και που; Βρήκε άλλες αρχαιότητες μαζί του; Σε ποιους μίλησε; Γιατί το πούλησε; Πήρε και πόσα χρήματα; Αυτά είναι τα πρώτα ερωτηματικά. Άλλα αφορούν στη στάση και το ρόλο των υπόλοιπων πρωταγωνιστών στο περιστατικό και άλλα στο περιπετειώδες ταξίδι και τα επεισόδια που σημάδεψαν τη μεταφορά του αγάλματος.
Θα επιχειρήσω να σας μεταφέρω εν συντομία τις περιπέτειες της Αναδυόμενης, χωρίς να διεκδικώ δάφνες αντικειμενικότητας. Η ιστορία που θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει σενάριο κινηματογραφικής ταινίας, όπως σχολιάζει η κα Βαρελλά, αρχίζει μια ανοιξιάτικη μέρα του 1820, όταν ο αγρότης Γιώργος Κεντρωτάς αποκάλυψε σκάβοντας στο χωράφι του στην είσοδο του αρχαίου ρωμαϊκού θεάτρου της Μήλου, θαμμένο κάτω από σωρό πέτρες το άνω μέρος ενός αγάλματος. Τυχαία βρέθηκε κοντά του ο Γάλλος Ολιβιέ Βουτιέ, αξιωματικός του πλοίου Εσταφέτ, που κατάλαβε αμέσως την αξία του ευρήματος, έπεισε το γεωργό να βρει και το υπόλοιπο μισό και αφού βρέθηκε, σκιτσάρησε και τα δύο τμήματα του αγάλματος. Ο Βουτιέ ανακοίνωσε την εύρεση του αγάλματος στον Λουδοβίκο Μπρεστ, υποπρόξενο της Γαλλίας στη Μήλο, η οποία τότε ήταν σταθμός ανεφοδιασμού του γαλλικού ναυτικού με αυξανόμενη σημασία λόγω του Γαλλοαγγλικού ανταγωνισμού για έλεγχο της Μεσογείου. Ο Βουτιέ προσπάθησε να πείσει τον Μπρεστ να αγοράσει το άγαλμα. Ο Μπρεστ από την πλευρά του έγραψε επιστολή προς τον πρέσβη της Γαλλίας στην Κωνσταντινούπολη και συμφώνησε με τον Κεντρωτά να μην πουλήσει το άγαλμα, μέχρι να έρθει η απάντηση. Εν τω μεταξύ, στη Μήλο είχε αγκυροβολήσει ένα ακόμη γαλλικό πλοίο, το Σερβέτ, όπου υπηρετούσε ως ανθυποπλοίαρχος ο Ντυμόν ντ’ Υρβίλ, ο οποίος είδε το άγαλμα, εντυπωσιάστηκε και αποφάσισε να ενεργήσει κι αυτός για την αγορά του.
Τα δύο γαλλικά καράβια συνέχισαν το ταξίδι για Κων/πολη. Και οι δύο Γάλλοι στόχευαν να συναντήσουν τον πρεσβευτή τους. Τελικά, για το άγαλμα μίλησε με τον τότε γραμματέα της γαλλικής πρεσβείας κόμη ντε Μαρσελύς, ο ντ’ Υρβίλ. Ο Μαρσελύς ενστερνίστηκε με πάθος την ιδέα της απόκτησης του αγάλματος και πήρε την άδεια του Γάλλου πρέσβη ντε Ριβιέρ να επιστρέψει στη Μήλο και να το αγοράσει. Παράλληλα, η φήμη του πολυτίμου αριστοτεχνήματος διαδόθηκε σε όλο το αρχιπέλαγος και Άγγλοι και Ολλανδοί ορμώμενοι από τα Ιόνια νησιά και τη Βενετία ακόμη, είχαν ξεκινήσει για να λάβουν μέρος στο κυνήγι του θησαυρού.
Όταν ο Μαρσελύς γύρισε στη Μήλο, έτοιμος να αποκτήσει το θησαυρό, διαπίστωσε ότι η κατάσταση είχε αλλάξει. Οι, για άλλους αδηφάγοι και για άλλους φοβισμένοι, δημογέροντες της Μήλου σε συνεργασία με έναν ιερέα είχαν ήδη φορτώσει το άγαλμα στο ελληνικό πλοίο Γαλαξίδι με προορισμό την Κωνσταντινούπολη. Οι Μήλιοι είχαν υπακούσει στη διαταγή του Δραγουμάνου του Σουλτάνου, Φαναριώτη Νικολάου Μουρούζη, που αναζητούσε αρχαία με το πάθος του συλλέκτη και του γνώστη της αξίας τους, διαταγή σύμφωνα με την οποία έπρεπε να του παραδίδεται «πάσα ανακαλυπτομένη εις την νήσον αρχαιότητα».
Ο Μαρσελύς διαπραγματεύθηκε την Αφροδίτη με τους δημογέροντες πλειοδοτώντας για την αγορά, αλλά έδρασε και δυναμικά, με την πίεση των όπλων του γαλλικού ναυτικού απέναντι στους άοπλους Μήλιους χωρικούς, με συνέπεια μια σύρραξη στην παραλία μεταξύ Γάλλων και Ελλήνων. Αυτή θα έλεγε κανείς ότι ήταν μια πρώτη καταγεγραμμένη πράξη αντίστασης στις αρπαγές αρχαιολογικών θησαυρών από τους ξένους. Τελικά, η Αφροδίτη μεταφέρθηκε στο γαλλικό πλοίο και ο Μαρσελύς έγραψε : «Επιτέλους την έβλεπα. Η μορφή της με αποζημίωνε για όλα όσα είχα τραβήξει, την ονόμασα Αφροδίτη αναδυόμενη, γιατί κατά κάποιο τρόπο την είχα πάρει μέσα από τη θάλασσα και Αφροδίτη Θριαμβεύτρια, γιατί κατά τη γνώμη μου υπερείχε από κάθε αντίζηλό της. Της απήγγειλα ομηρικούς στίχους. Δεν είχα τη δύναμη να βγάλω από το μυαλό μου αυτό το υπερφυσικό κάλλος, αυτή την ήρεμη μεγαλοπρέπεια, αυτό το πραγματικά θεϊκό παράστημα». Στη συνέχεια, το πλοίο περιόδευσε στη Ρόδο, Κύπρο, Πορτ Σάιντ, Αλεξάνδρεια και τον Πειραιά. Το βράδυ που βρισκόταν στον Πειραιά, 21-9-1820, οι ναύτες την κατέβασαν και την ξετύλιξαν από τα υφάσματα, που την κάλυπταν, για να τη θαυμάσει ο Γάλλος πρεσβευτής και γνώστης της αρχαιολογίας Φοβέλ, ο οποίος και απεφάνθη ότι η αξία της ήταν ανεκτίμητη. Το γεγονός ενέπνευσε τον Δροσίνη που έγραψε:
Στην Αφροδίτη της Μήλου [1821-1921]
Ω θεά ξενιτεμένη, μελετώντας σε,
Γυρίζει ο νους μου πίσω έναν αιώνα:
Στη νύχτα εκείνη, που αρπαγμένη πέρασες
μπροστά απ' τον γκρεμισμένο Παρθενώνα.
Απ’ τα ζητιάνικα κουρέλια γύμνωσαν
Το θείο κορμί σου οι βέβηλοι κουρσάροι,
Κ’ έλαμψες αφρογέννητη, και θάμπωσες
Γυμνή τ’ ολόφωτο αττικό φεγγάρι.
Για να σε ξετιμήσουν ανυπόμονα
-Τέτοια άφταστη κι' αφάνταστη πραμάτεια-
Με των δαυλιών τις φλόγες σε ψηλάφησαν
Δάχτυλα βάρβαρα κι’ ανάξια μάτια.
Από τον Πειραιά το ταξίδι συνεχίστηκε στη Σμύρνη, όπου πέρασε στο πλοίο «Λέαινα», με το οποίο έφθασε στην Κωνσταντινούπολη. Με το Λέαινα επέστρεψε στη Γαλλία και ο πρέσβης ντε Ριβιέρ την 1η Μαρτίου 1821 παρουσίασε το άγαλμα στο βασιλιά Λουδοβίκο 18ο, ο οποίος το προσέφερε στο Μουσείο του Λούβρου. Έτσι τελείωσε η οδύσσεια του αγάλματος.
Εν τω μεταξύ, το δράμα στην Ελλάδα συνεχιζόταν. Εξαγριωμένος ο Μουρούζης από την απώλεια του αγάλματος τιμώρησε τους προκρίτους της Μήλου με δημόσιο ξυλοδαρμό, τρίμηνη φυλάκιση στη Σίφνο και πρόστιμο 7000 γροσιών. Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι τιμωρημένοι πρόκριτοι διεκδίκησαν το άδικο πρόστιμο, που αναγκάστηκαν να πληρώσουν. Τελικά, ο Γάλλος Ναύαρχος Δεριγνύ πλήρωσε με δικά του χρήματα τους Μήλιους και έκλεισε το ζήτημα το 1826. Από τους πρωταγωνιστές, ο φιλέλληνας Βουτιέ πολέμησε ως συνταγματάρχης του πυροβολικού στο πλευρό των επαναστατημένων Ελλήνων, ο πολυμαθής και πολύγλωσσος με γνώση 8 γλωσσών - και αρχαίων ελληνικών- αστρολογίας, βοτανικής, εντομολογίας ντ’ Υρβίλ έγινε διάσημος εξερευνητής του Νότιου Πόλου, ενώ ο κόμης ντε Μαρσελύς, έγινε γραμματέας του Σατωμπριάν και έγραψε μια συλλογή από ελληνικά δημοτικά τραγούδια και ένα έργο με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «Αναμνήσεις από την Ανατολή». Όσο για τον Δραγουμάνο, Φαναριώτη πρίγκιπα της Μολδαβίας Νικόλαο Μουρούζη, συνελήφθη ως συνεργάτης των Φιλικών και αποκεφαλίστηκε ένα χρόνο αργότερα. Οι άνθρωποι, λοιπόν, έρχονται και παρέρχονται αλλά το άγαλμα εξακολουθεί να βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου. Σήμερα δεσπόζει σε μια ολόκληρη αίθουσα, όμως για τον ποιητή βρίσκεται σε σκλαβιά. Συνεχίζει στο ποίημά του ο Δροσίνης:
Κι’ όταν θαλασσόδρομα πάλι κίνησες
Για της ατέλειωτης σκλαβιάς τις ώρες,
Μια σκλάβα άλλη θυμήθηκαν και σ’ έκλαψαν
Του Ερεχθείου οι μαρμαρένιες κόρες.
Ψεύτικη λευτεριά στα ξένα απόχτησες
τα θεία σου κάλλη δείχνοντας για λύτρα
και, στερημένη εσύ τ’ ωραίο, γίνηκες
Μεσ’ στ’ άσκημα του Ωραίου η διαλαλήτρα.
Τι τάχα κι’ αν σε θρόνιασαν βασίλισσα
Σε μουχλιασμένο στεριανό παλάτι;
Το μάρμαρό σου ανήλιαγο κι’ αδρόσιστο
Του Αιγαίου ποθεί το κρυσταλλένιο αλάτι.
Και τελειώνοντας διατυπώνει το αίτημα για επιστροφή της:
Ω, να πατούσες πάλι της πατρίδας σου
τα κυματόδαρτα λευκά χαλίκια
μ’ ένα στεφάνι απ' αθισμένες κάπαρες
Κ’ ένα στρωσίδι από βρεμένα φύκια!
Ω, κι’ από κάποιο θάμα τα δυο χέρια σου,
Πανώρια, ακέρια ν’ άπλωνες και πάλι,
τα χέρια, που σε ξένον τόπο αν σούλειπαν,
Δεν είχαν τι να σφίξουν στην αγκάλη.
Από τη συλλογή «Πύρινη Ρομφαία»
Η όλη εξιστόρηση της ανακάλυψης και απαγωγής της Αφροδίτης εγείρει στο σημερινό μελετητή μερικά ακόμη ερωτηματικά, πέρα από αυτά που αφορούν τα γεγονότα. Ποια ήταν η αντίδραση του αδαούς χωρικού μπροστά στο άγαλμα; Ένιωσε το ίδιο αίσθημα ιερότητας όπως οι Έλληνες, οι οποίοι στην πολιορκία της Ακρόπολης τροφοδότησαν οι ίδιοι με βόλια τους Τούρκους, για να μη γκρεμίζουν τις κολόνες για κατασκευή βλημάτων από τα συνδετικά ελάσματα του εσωτερικού τους; Το ίδιο που οδήγησε τον Μακρυγιάννη να απαγορεύσει σε χωρικούς να πουλήσουν αγάλματα σε ξένους, λέγοντάς τους ότι γι' αυτά πολέμησαν; Κι αν είναι έτσι, γιατί πούλησε το άγαλμα; Προφανώς υπήκουσε σε εντολές που υπαγόρευσαν οι ανάγκες επιβίωσης. Γενικότερα, για να κατανοήσουμε τις συμπεριφορές των ανθρώπων της εποχής είναι απαραίτητο να λάβουμε υπόψη ότι η Ελλάδα τότε δεν ήταν παρά μια τουρκική επαρχία, η απελευθέρωση φαινόταν ακόμα μακριά, ενώ η ελληνική εθνική συνείδηση τότε ήταν υπό διαμόρφωση. Έπειτα, η αρχαιοελληνική τέχνη είχε μεγάλη ζήτηση τότε και οι συλλέκτες ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν μεγάλα ποσά για να αποκτήσουν έργα. Την αγορά τροφοδοτούσε ένα κύκλωμα κερδοσκόπων και μεσαζόντων, οι οποίοι αντιμετώπιζαν το εμπόριο αρχαιοτήτων ως ριψοκίνδυνη αλλά ελκυστική περιπέτεια. Από την πλευρά τους οι Τούρκοι τιμωρούσαν σκληρά την εξαγωγή αρχαιοτήτων χωρίς άδεια, για να αποκομίζουν το μπαξίσι τους, ενώ οι πρεσβευτές στην Υψηλή Πύλη εξομάλυναν με διπλωματία τις δυσκολίες. Στο πλαίσιο αυτό κινείται και η δράση του περιβόητου λόρδου Έλγιν, για την οποία μας μιλά σχετικό κείμενο του λόρδου Βύρωνα, το οποίο παρατίθεται στο βιβλίο. Παραθέτω ένα απόσπασμα χωρίς σχόλια: «όταν φορτώνουν τρία ή τέσσερα πλοία από τα λείψανα τα πιο πολύτιμα και τα πιο διάσημα [που ο χρόνος και η βαρβαρότητα άφησαν στην πιότερο προσβεβλημένη και πιότερο ένδοξη από τις πόλεις του κόσμου], όταν στη μάταιη προσπάθειά τους ν’ αρπάξουν έργα, που θαυμάστηκαν στους αιώνες, τα καταστρέφουν, δε βρίσκω κανένα λόγο για να τους συγχωρέσω, μήτε καμιά έκφραση που θα μπορούσε να χαρακτηρίσει τους αυτουργούς και τους εκτελεστές αυτής της θρασύδειλης ερήμωσης. Η πιο ντροπιασμένη αναισχυντία δύσκολα μπορούσε να πάει πιο μακριά...».
Αναφέρθηκα πριν στα πολλά ερωτήματα, που εγείρει ό,τι σχετίζεται με την ανεύρεση του αγάλματος. Όμως πολλά ερωτήματα εγείρει και το ίδιο το άγαλμα. Πότε κατασκευάστηκε, από ποιόν και για ποιο λόγο; Ποιος ο ρόλος μιας επιγραφής που αναφέρει ένα γλύπτη Αγήσανδρο; Ήταν το άγαλμα μόνο του ή μέρος συμπλέγματος; Πώς και πότε χάθηκαν τα χέρια στα οποία αφιερώνεται και ένα κομμάτι του βιβλίου; Μήπως έσπασαν στη μεταφορά ή στα επεισόδια στο λιμάνι και βρίσκονται ακόμη κάπου στη Μήλο, όπως ελπίζουν πολλοί Μήλιοι, πεποίθηση που οδήγησε πρόσφατα έναν Ελληνοαμερικάνο στις έρευνες που αναφέρονται στο βιβλίο; Και τι κρατούσε στα περίφημα χέρια της; χιτώνα, καθρέφτη, δόρυ, ασπίδα, κορώνα; Μήπως ένα μήλο, το σύμβολο του νησιού που βρέθηκε ή ίσως το μήλον της έριδος; Πάντως, κρατώντας ή όχι αυτό το περίφημο μήλο, η Αφροδίτη θα έλεγε κανείς ότι έγινε η ίδια μήλον της έριδος του δυτικού κόσμου. «Περί Αφροδίτης της Μήλου, πλειοτέρα μελάνη εχύθη ή όσον αίμα ένεκα της Ελένης του Μενελάου» γράφει ο Γαϊτάνος. Πράγματι, ίσως δεν υπάρχει άλλο αρχαίο άγαλμα που να έχει προκαλέσει τόσες συζητήσεις. Μόνο για το ότι πρόκειται για αριστούργημα, συμφωνούν όλοι.
Ας σταθούμε, λοιπόν, λίγο σ’ αυτό το αριστούργημα, ένα πρωτότυπο έργο της υστεροελληνιστικής εποχής που δημιουργήθηκε γύρω στο 120 π.Χ. Το δουλεμένο σε μάρμαρο της Πάρου άγαλμα έχει ύψος 2,05 μ., βάρος 900 κιλά και απεικονίζει τη θεά ημίγυμνη. Δανειζόμαστε μια περιγραφή του Ντυμόν ντ’Υρβίλ, όπως το είδε λίγες ημέρες μετά την τυχαία ανακάλυψη του: «Το άγαλμα του οποίου μέτρησα τα δύο κομμάτια ξέχωρα είχε σχεδόν έξι πόδια ύφος, αναπαρίστανε γυμνή γυναίκα... και τα δύο χέρια είχαν ακρωτηριαστεί και στη σημερινή κατάσταση είναι αποκομμένα από το σώμα. Τα μαλλιά είναι ανασηκωμένα προς τα πίσω και τα συγκρατεί μία ταινία. Το πρόσωπο είναι πολύ ωραίο και θα ήταν καλά διατηρημένο αν η μύτη της άκρης δεν είχε φθαρεί. Το μοναδικό πόδι που απέμεινε είναι γυμνό. Τα αφτιά ήταν τρυπημένα και πρέπει να είχαν σκουλαρίκια».
Σ’ αυτό το άγαλμα καλλιτέχνες, στοχαστές και απλοί άνθρωποι θαύμασαν ένα αξεπέραστο ιδεώδες, τον αισθησιασμό που ισορροπείται με το μέτρο. «Οι γενεές κυμάτων του ωκεανού των εποχών, έρχονται και ξανάρχονται» σ' αυτήν, τη «νικήτρια του χρόνου», «γοητευμένες από τα ακαταμάχητα θέλγητρά της», γράφει ο Ροντέν, που θεωρεί ότι «οι κατατομές του βάθους, του μήκους και του πλάτους συμπλεκόμενες μεταξύ τους εκφράζουν με κάποια ανεξήγητη μαγεία και την ψυχή του ανθρώπου και τα πάθη της και το χαρακτήρα που συνιστά το βάθος των όντων».
Μετά την περιήγησή μας σε ό,τι αφορά στο άγαλμα και την ιστορία του, ας προχωρήσουμε σε μια μικρότερη σε έκταση αλλά όχι ήσσονος σημασίας κατηγορία κειμένων του βιβλίου, στα λογοτεχνικά. Εδώ καίρια είναι η θέση του κειμένου της κας Βαρελλά με τίτλο «το άγαλμα, ο ποιητής και το παιδί», κείμενο που ακολουθεί τον πρόλογο στο βιβλίο και αφορμάται από τη συνάντηση του Δροσίνη με τη Βεατρίκη. Στην κατηγορία αυτή εντάσσω και μια φιλολογική κριτική με εντελώς άλλη χροιά, την κριτική του κου Ιβάνοβιτς για το λογοτεχνικό βιβλίο «Τα σπασμένο, χέρια της Αφροδίτης της Μήλου» του Νάνου Βαλαωρίτη. Ο συγγραφέας θεωρεί πως με το δεξί χαμένο της χέρι η Αφροδίτη κρατούσε το χιτώνα της, χειρονομία που υπονοεί το έπαθλο της ηδονής, ενώ με το αριστερό κρατούσε το μήλο της έριδος, ένα έπαθλο ομορφιάς που φέρνει στον κάτοχό του τύχη στον έρωτα αλλά ατυχία σε όλα τα άλλα, μια δυσοίωνη προειδοποίηση ότι η επιθυμία φέρνει μαζί με τις απολαύσεις και δεινά. Ο συγγραφέας παρακολουθεί το ταξίδι των ακρωτηριασμένων χεριών από κάτοχο σε κάτοχο από εποχή σε εποχή, με μια ενδιαφέρουσα αφηγηματική δομή, που συστεγάζει ανατολίτικα παραμύθια, ελευθεριάζοντα ανέκδοτα, γοτθικές ιστορίες τρόμου, δοκιμιογραφικά κομμάτια και σενάρια κατασκοπείας, και ακολουθεί μια χωροχρονική διαδρομή, κατά την οποία τα επεισόδια μοιάζουν με τα χαρτιά μιας τράπουλας, η οποία ανακατεύεται, ανάλογα με τη βούληση του αναγνώστη.
Στην τρίτη εννοιολογικά κατηγορία του περιεχομένου του βιβλίου, το ήμισυ περίπου του συνόλου των σελίδων του, ο αναγνώστης μπορεί να αναζητήσει πληροφοριακό υλικό για τη θεότητα της Αφροδίτης και τη θέση της στην παράδοση και τη μυθολογία. Παρατίθενται μύθοι για τη γέννησή της, τους γάμους της, τα παιδιά της, το ρόλο της στη γιγαντομαχία, την ανάμιξή της στον τρωικό πόλεμο. Άλλοι μύθοι αφορούν τη δύναμή της να πλανεύει θνητούς και θεούς, τη σχέση της με άλλους θεούς ερωτική, φιλική ή αντιζηλίας, τις σχέσεις της με θνητούς όπως τον Αγχίση, τον Βούτη και τον Άδωνη, τη σχέση της με θνητές όπως η Ελένη, η Μήδεια και η Αριάδνη, τα τεχνάσματά της για να ξεγελά ή να βοηθά τους θνητούς, όπως το Σέλεμνο, τον Δεξικρίοντα και το Φάωνα. Πολυάριθμοι οι μύθοι, πολυάριθμοι οι ευνοούμενοί της, πολυάριθμα και τα θύματά της.
Αρκετές σελίδες αφιερώνονται στην πολυδιάστατη θεϊκή υπόσταση της Αφροδίτης. Η Αφροδίτη παρουσιάζεται ως Ουρανία και Πάνδημη [προστάτις του Δήμου], Αφροδίτη του έρωτα - ευγενούς και αγοραίου- αλλά και του γάμου, θαλάσσια θεά ως Πελαγία, Ποντία, Ευπλοία και Λιμενία, γενέθλια θεά ως η πρεσβύτερη των Μοιρών, αλλά και ως χθόνια θεά των νεκρών, Μελαινίς και Επιτύμβια, στην οποία προστρέχουν, όσοι δεν ήθελαν να εμπιστευτούν τους νεκρούς τους στις άτεγκτες θεότητες του κάτω κόσμου. Η Αφροδίτη και τα εμβλήματά της περιστέρι, μήλο, άνθη ροδιάς, που παριστάνεται αλλού με αλυσίδες στα πόδια για να μη φεύγει ή πατώντας μια χελώνα για να υποδηλώσει το χρέος των γυναικών να ασχολούνται με το νοικοκυριό τους ή πάνω σε τράγο ως σύμβολο λαγνείας. Η Αφροδίτη που την υπηρετούσαν από πολυπληθείς εταίρες σε πόλεις του έρωτα έως μονήρεις παρθένες σε ναούς άβατα στην Ελλάδα, Κύπρο και στη Σικελία. Η Αφροδίτη, θεά πολεμική αλλά και της ειρήνης, με ανατολίτικη προέλευση αλλά κατά την ελληνική εκδοχή θεά του έρωτα και της ομορφιάς που απέπνεε χαρά και όχι αυστηρότητα. Η Αφροδίτη μητέρα του Δείμου, του Φόβου, του Πρίαπου6 και του Ερμαφρόδιτου αλλά και του Έρωτα, της Αρμονίας και της Πειθούς, ακόμα και του Αινεία, του ιδρυτή της Ρώμης. Η Αφροδίτη ως μια από τις μεγάλες θεές της φύσης που είχαν τον έλεγχο της γονιμότητας στο φυσικό και ζωϊκό κόσμο, εξουσιάζοντας τη γέννηση και το θάνατο κάθε ζωντανού όντος με ουσιαστικά απεριόριστη σφαίρα επιρροής. Γράφει ο Λουκρήτιος : «Χάρη σ’ εσένα ό,τι αναπνέει ό,τι ζει, γεννιέται και βλέπει το φως του ήλιου.»
Ενώ ο Παλαμάς σε ένα ποίημα ανάλογο με του Δροσίνη, με τίτλο: «Η ξενιτεμένη» την προσφωνεί:
«Ό,τι κι αν είσαι δύναμη, βασίλισσα, όνειρο, ίσκιος
Θεά της ομορφιάς, πηγή της αρετής, ω Νίκη;»
Ολοκληρώνοντας την παρουσίαση του βιβλίου, οφείλω να σταθώ στις πολλές -130 περίπου- εικόνες μικρού ή μεγάλου μεγέθους, πολλές ολοσέλιδες, με θεματογραφία σχετική με το περιεχόμενο, που κοσμούν τις σελίδες του. Από φωτογραφίες του αγάλματος στο Λούβρο, μια από τις οποίες κοσμεί και το εξώφυλλο, έως απεικονίσεις γραμματόσημων και έργων τέχνης της αρχαιότητας, Αναγέννησης και της σύγχρονης εποχής η μεγάλη τιμώμενη, η θεά του κάλλους και του έρωτα, παρουσιάζεται οπτικά με ποικίλους τρόπους. Με την αισθητική απόλαυση που προσφέρουν οι κάθε είδους απεικονίσεις, ξεκουράζουν το μάτι και το μυαλό του αναγνώστη, ενώ τα διαφωτιστικά υπομνήματά τους ξεκαθαρίζουν λεπτομέρειες και βοηθούν στην κατανόηση του κειμένου. Τέλος, οι εικόνες -προσφορά μελών του συλλόγου- συμβάλλουν με το δικό τους τρόπο στην αντίληψη που διαπνέει πολλές από τις προσπάθειες του Συλλόγου για ολοκληρωμένη παρουσίαση μιας θεματικής εργασίας. Το να βρει κανείς μια τέτοια συλλογή εικόνων, δεν είναι καθόλου εύκολο. Το βιβλίο θα ήταν πολύ φτωχότερο χωρίς αυτές.
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με τρεις ύμνους, μια επίκληση προς τιμή της Αφροδίτης και ένα επιμύθιο υπογεγραμμένο, όπως και ο πρόλογος, από τον κ. Μαυρολέοντα με αναφορά στις Αφροδισίες και τα Αφροδίσια, πόλεις και εορτές προς τιμήν της Αφροδίτης, αντίστοιχα. Το επιμύθιο διανθίζεται με σκέψεις του συγγραφέα και με ρήσεις που αφορούν στην Αφροδίτη. Κλείνει με το περίφημο απόσπασμα από την Αντιγόνη του Σοφοκλή που αναφέρεται στο γιο και συνοδό της Αφροδίτης, τον Έρωτα, τη βασική ελκτική αρχή, την κινητήρια δύναμη του Σύμπαντος : Έρως ανίκατε μάχαν... Ποιος μπορεί να νικήσει τον Έρωτα;
Από το επιμύθιο αυτό στέκομαι σε μια φράση του Μιμνέρμου: «τίς δέ βίος, τί δέ τερπνόν άτερ χρυσέης Αφροδίτης» ; Πράγματι, κυρίες και κύριοι, ποια θα ήταν η ζωή μας αν δεν επιθυμούσαμε, δεν πολεμούσαμε, πενθούσαμε, ποθούσαμε και δεν αγαπούσαμε; Ποια θα ήταν η ζωή μας χωρίς την Αφροδίτη του πένθους, του πόθου και του πάθους; Την Αφροδίτη που μ’ αυτό το βιβλίο ταξίδεψε από τη Μήλο στο Λούβρο, από την αρχαιότητα στον 21 αι. και μας ταξίδεψε μαζί της για να μας μυήσει στη σοφία της, να μας δώσει έναυσμα για προβληματισμούς σχετικά με τη φύση και τον έρωτα, τη ζωή και τον| θάνατο. Κι ακόμα πιο πέρα, ποια θα ήταν η ζωή μας, αν δεν υπήρχαν άνθρωποι, όπως «Οι φίλοι του Μουσείου Γ. Δροσίνη», άνθρωποι που σέβονται το παρελθόν και δίνουν όραμα στο μέλλον, που τιμούν το κάλλος και τον έρωτα, δηλαδή τη δύναμη της δημιουργίας που δεν είναι παρά η δύναμη της ποίησης;
Γιώτα Παπαδημητρίου
Καθηγήτρια Πανεπιστημίου